Οι εκλογές έφθασαν. Οι πρώτες κάλπες από το 2012 και μετά και μάλιστα σε δύο γύρους προκαλούν σοκ και δέος στα κομματικά επιτελεία της συγκυβέρνησης αλλά και της αντιπολίτευσης, ειδικά της αξιωματικής, που θέλει να δηλώνει «κυβέρνηση σε αναμονή», αν και τα ηγετικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν αποφασίσει αν θέλουν τη διακυβέρνηση τώρα ή το 2016, σε πιο ξεκάθαρες συνθήκες από πλευράς Μνημονίων.
Είναι προφανές ότι στην πλειονότητα τους οι πολίτες προσεγγίζουν τις κάλπες με διάθεση αποδοκιμασίας για τις πολιτικές που ακολουθούνται. Μπορεί να βλέπουν ότι η Ελλάδα, έστω με το διστακτικό πρώτο βήμα που έγινε, να επιστρέφει στις αγορές ή να υπάρχουν διακηρύξεις περί συμψηφισμού του ΦΠΑ με χρέη προς το Δημόσιο, αλλά οι ανακοινώσεις από τον γραμματέα Εσόδων κ. Θεοχάρη περί κατασχέσεων λογαριασμών δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για το τι θα επακολουθήσει. Επιβεβαιώνεται με τον τρόπο αυτόν η πεποίθηση της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών ότι το μήνυμα της κάλπης θα πρέπει να είναι κυρίαρχο προς τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο, με τους Ελληνες να λένε μέχρι εδώ με τη λιτότητα και τα μέτρα των Μνημονίων.
Φυσικά μια τέτοιας μορφής ψήφος θα δώσει αρνητικά αποτελέσματα για τα κόμματα που σχηματίζουν την κυβέρνηση συνασπισμού. Κυρίαρχα για το ΠΑΣΟΚ – Ελιά, που προβλέπεται να φθάσει αυτή τη φορά στα όρια του αφανισμού, όσο όμως και για τη Ν.Δ., που δεν δείχνει ότι μπορεί να εγγυηθεί τελεσίδικα και με απολύτως σαφή τρόπο το τέλος της εξάρτησης από τις επιλογές του Βερολίνου και της τρόικας. Η αρνητική ψήφος στις κάλπες της οργής, απ’ όπου κυρίαρχα θα εξαχθούν και πολιτικά συμπεράσματα ή, καλύτερα, θα διαμορφωθούν οι συνθήκες της επόμενης μέρας, μπορεί όμως να φθάσει σε τέτοιο όγκο, που να επηρεαστεί η σταθερότητα της διακυβέρνησης.
Η αντίφαση στη βούληση των πολιτών, που έχει καταγραφεί σε δεκάδες δημοσκοπήσεις και έχει συζητηθεί χωρίς να αμφισβητείται στα επιτελεία των κομμάτων τόσο της Κεντροδεξιάς όσο και της Κεντροαριστεράς, είναι ότι σε συντριπτικό ποσοστό δεν επιζητούν πρόωρες εκλογές. Πρώτα και κύρια γιατί δεν εμπιστεύονται τον ΣΥΡΙΖΑ , κυρίαρχο πόλο σε όποιο σενάριο αριστερής διακυβέρνησης και δικαιολογημένα. Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου έκαναν ό,τι μπορούσαν για να αποδείξουν ότι δεν δύνανται να κυβερνήσουν και ότι το κόμμα τους μόνον στη θεωρία δεν αποτελεί πλέον σύνολο συνιστωσών, ενώ στην πράξη δεν μπορούν οι πόλοι του εσωκομματικού τοπίου του να συμφωνήσουν ούτε στα βασικά. Με τον τρόπο αυτόν το αίτημα για σταθερότητα που προβάλουν ως μονόδρομο τα κόμματα της συγκυβέρνησης, οι τράπεζες, οι επιχειρηματίες, οι ξένοι επενδυτές αλλά και η ευρεία μεσαία τάξη στην Ελλάδα, που δεν θέλει μια επιστροφή στα δεδομένα του 2011 και στο χάος, αποκτά περιεχόμενο.
Ουσιαστικά δηλαδή, από τη μία, θα καταψηφισθούν τα κόμματα της κυβέρνησης συνασπισμού αλλά, από την άλλη, η κυβέρνηση θα πρέπει να συνεχίσει το έργο της, διαπραγματευόμενη μάλιστα σκληρά τόσο στην Ευρώπη όσο και στις αγορές υπέρ του ελληνικού success story και ενάντια σε επιπλέον πίεση δημοσιονομικής προσαρμογής στους καταστροφικούς στόχους που σε ένα γραφείο του υπουργείου Οικονομικών συμφώνησαν σε πλήρη επιπολαιότητα και ανευθυνότητα ο τότε υπουργός Γ. Παπακωσταντίνου και ο κ. Τόμσεν από το ΔΝΤ, τον Απρίλιο του 2010.
Πώς μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο; Οι ευρωεκλογές θα έχουν το μήνυμα «μέχρι εδώ» και την επόμενη μέρα οι ηγετικές προσωπικότητες του πολιτικού συστήματος και τα επιτελεία στρατηγικής των κύριων κομμάτων θα πρέπει να κατευθυνθούν με περισσότερη δημοκρατία και στη βάση εθνικού μετώπου και όχι μεγάλου συνασπισμού, που ούτε θα σχηματισθεί ούτε θα μπορούσε να λειτουργήσει, να επιδιώξουν τη σταθερότητα έως το 2016 . Εθνικές εκλογές με την οικονομική καταστροφή πίσω. Τότε και όχι τώρα…
Μενέλαος Τασιόπουλος


