Η ευημερία της μεσαίας τάξης στη μεταπολεμική εποχή για την Ευρώπη προέκυψε και προκρίθηκε από τις διεθνείς ελίτ του πλούτου και της ισχύος εξαιτίας του Ψυχρού Πολέμου και της ανάγκης συνοχής της Δύσης απέναντι στη Σοβιετική Ανατολή. Αυτή είναι μια κυρίαρχη προσέγγιση των χρόνων του τέλους του Ψυχρού Πολέμου, όταν το Τείχος του Βερολίνου γκρεμιζόταν, η Γερμανία ενωνόταν και η ΕΟΚ γινόταν η «χώρα του ευρω-μάρκου». Η προσέγγιση αυτή έμοιαζε από την αρχή ύποπτη ως προς τις προθέσεις και το δίκτυο διακίνησής της.
Γιατί δεν ανεδείχθη από προδομένους αρθρογράφους και διανοούμενους ή απολογητές του κουμμουνιστικού παραδείσου του «υπαρκτού σοσιαλισμού», αλλά από αναλυτές του έξαλλου επονομαζόμενου φιλελευθερισμού, της κατάργησης του κράτους και των εθνών, της διεθνοποίησης και της θεοποίησης των αγορών, «Ηρακλειδείς» της περίφημης σχολής του Σικάγου. Μιας σέχτας διανοουμένων που έγραψαν και μίλησαν αμειβόμενοι πλουσιοπάροχα από τις αμερικανικές πολυεθνικές που ήθελαν να επεκταθούν και να κυριαρχήσουν στον κόσμο χωρίς τους περιορισμούς των συνόρων, των διαφορετικών δασμών, νομοθεσιών, νομισμάτων και φορολογικών ελέγχων. Ο διεθνισμός αυτός των αγορών μαζί με τον διεθνισμό των Σοβιέτ αποτέλεσαν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος παγκόσμιας συγκρότησης που ήθελε το τέλος των εθνών και των διαφορετικών πολιτισμών και παραδόσεων.
Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου το δίπολο αυτό κατέρρευσε και έδωσε τη θέση του στις αρχές της δεκαετίας του 1990 σε μια πρώτη απόπειρα παγκοσμιοποίησης, χωρίς δίπολα και διαχωρισμούς του πολέμου, στη βάση της απελευθέρωσης των επικοινωνιών και των τεχνολογιών που μετέτρεπαν τον πλανήτη και σε αρχική φάση τη Δύση σε ένα «παγκόσμιο χωριό». Στόχος να υπάρξουν διεθνή συγκροτήματα εθνών, λαών και πολιτισμών που θα συσχετίζονταν μεταξύ τους στη βάση των G και ένα πλανητικό καρτέλ με πολιτικούς υπαλλήλους τις κυβερνήσεις, τα Κοινοβούλια, τα πανεπιστήμια και κυρίαρχες εταιρίες τεχνολογίας που θα διαχειριζόταν τον παγκόσμιο πλούτο και την εξουσία για λογαριασμό του.
Σε ένα τέτοιο σύστημα, όπως ήταν φυσικό η Δημοκρατία και ο Διαφωτισμός θα έπρεπε να αποτελέσουν παρελθόν, όπως και η έννοια των τάξεων, όχι μόνο στον μαρξιστικό ορισμό αλλά και σε εκείνον της Γαλλικής Επανάστασης, όπου ο αστός και ο πολίτης συνδέθηκαν με την εργασία και τη δημιουργία πλούτου απέναντι στη φεουδαρχία και την αριστοκρατία των προνομίων. Αντί για τον πολίτη είχαμε τη δημιουργία του καταναλωτή και αντί για την ανοχή στη διαφορετικότητα, τις «gay» κοινωνίες του μέσου όρου και της unisex αισθητικής ως αυτοσκοπό. Ο πλούτος συγκεντρώθηκε σε ελάχιστους και η φτώχεια απλώθηκε σε πολύ περισσότερους. Κορυφαία στιγμή της όλης προσέγγισης η μετατροπή της φιλελεύθερης Ευρώπης σε μια νέα φεουδαρχία με επίκεντρο την πιο εξαρτημένη αυτοκρατορία από το διεθνές σύστημα των ελίτ της ισχύος. Την πολλαπλώς χρεοκοπημένη Γερμανία. Το ευρω-μάρκο αποτέλεσε την εγγύηση αυτής της μετάβασης. Το πιστοποιητικό θανάτου του ευρωπαϊκού πολιτισμού της διαφορετικότητας. Την ίδια στιγμή 10 παγκόσμιες τράπεζες συνεχίζουν να ελέγχουν όχι μόνο τη διακίνηση και τη διαχείριση του παγκόσμιου πλούτου, αλλά και την ίδια τη συγκρότηση της παγκόσμιας οικονομίας.
Το τρομοκρατικό χτύπημα στο «Charlie Hebdo» ήταν ουσιαστικά μια κλοτσιά στα οπίσθια αυτής της παγκοσμιοποιημένης Ευρώπης, με τον βαρβαρισμό της Σαρία και της τζιχάντ να θυμίζει το ένοχο παρελθόν και το θολό παρόν της. Απέναντι σε αυτό θα άξιζε η μικρή Ελλάδα, το 2% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, με τον οικουμενικό πολιτισμό της -υπαρξιακή βάση της Δύσης-, να προσλάβει την επονομαζόμενη «τράπεζα του θεού» της παγκοσμιοποίησης, την Goldman Sachs, για την ανασυγκρότηση σε εθνική-κρατική βάση και απόκτηση ευημερίας με διάχυση πλούτου στη βάση της παραγωγής πλούτου και όχι δανεισμού, ξεκινώντας το επόμενο εγχείρημα παγκοσμιοποίησης. Προφανώς πιο ώριμου του ισχύοντος…
Μενέλαος Τασιόπουλος