Ο προεκλογικός αγώνας στον οποίο εισερχόμαστε θα είναι, κατά την εκτίμηση των περισσοτέρων, ο αγριότερος που γνώρισε η χώρα μετά τη Μεταπολίτευση. Eνα μικρό δείγμα πήραμε από όσα διημείφθησαν κατά τη διαδικασία της προεδρική εκλογής. Δεν φιλοδοξούν να γίνουν… Κασσάνδρες όλοι όσοι προβλέπουν κάτι τέτοιο. Απλώς γνωρίζουν ότι η μάχη για τη διατήρηση ή την απόκτηση της εξουσίας απελευθερώνει όλη τη βαρβαρότητα και τη χυδαιότητα που μπορεί να χωρέσει στον άνθρωπο, επιτρέποντάς του να λειτουργεί χωρίς φραγμό ή αναστολές.
Δυστυχώς, τα πεδία στα οποία δείχνουν να επικεντρώνονται οι στρατηγικές των κομμάτων απέχουν από τις απαιτήσεις των καιρών. Φοβάμαι ότι θα βρεθούμε ανάμεσα σε σχιζοφρενή επιχειρήματα, διατυπωμένα με κωμικοτραγικό τρόπο. Από τη μία, η ακατάσχετη κινδυνολογία των έως χθες κυβερνητικών εταίρων που σε κάνει να αναρωτιέσαι: Αν τα πράγματα είναι εκτεθειμένα σε τόσο μεγάλη διακινδύνευση, τότε ποια -στ’ αλήθεια- είναι τα επιτεύγματά τους δύο χρόνια τώρα, για τα οποία ζητούν ξανά την ψήφο μας; Από την άλλη, ο λόγος του κόμματος που βρίσκεται επί θύραις εξουσίας, εξακολουθεί να μην είναι πειστικός ως προς τα βασικά ερωτήματα και την επίγνωση της θέσης της πατρίδας μας στο διεθνές και ευρωπαϊκό γίγνεσθαι: Με ποιον τρόπο θα αναγκάσουν τους δανειστές μας να γίνουν πιο υποχωρητικοί στις απαιτήσεις τους; Πώς θα εξασφαλίσουν την ισορροπία ανάμεσα στη σκληρή διαπραγμάτευση και την ανάγκη χρηματοδότησής μας σε ευρώ;
Υστερα από πέντε δραματικά χρόνια μέσα στα Μνημόνια, με μια χιονοστιβάδα συσσωρευμένων προβλημάτων έτοιμη να καταπλακώσει μια κοινωνία και μια οικονομία ρημαγμένες από τη μακροβιότερη ύφεση που γνώρισε κράτος σε καιρό ειρήνης, δικαιολογημένα οι πολίτες απαιτούμε άλλου τύπου προσεγγίσεις από όσους ζητούν την ψήφο μας.
Ανεξαρτήτως του εκλογικού αποτελέσματος, το 2015 προβλέπεται ακόμη πιο δύσκολο για την πατρίδα μας από όλες τις χρονιές που προηγήθηκαν μετά το Μνημόνιο. Ο λόγος είναι ότι εξακολουθούμε να μην έχουμε εθνικό σχέδιο για την έξοδο από την κρίση, πειστικό και προς τα μέσα και προς τα έξω. Αυτό θα ‘πρεπε να είναι και το ζητούμενο αυτής της εκλογικής αναμέτρησης. Με ποιον τρόπο, δηλαδή, θα βγούμε από τη δραματική κατάσταση που βιώνουμε.
Αντ’ αυτού, ζούμε την αναπαραγωγή ενός τεράστιου ψεύδους. Το ψεύδος συνίσταται στο ότι δεν μπορεί μια κοινωνία να είναι ασύγκριτα διεκδικητική εν σχέσει με το πόσο παραγωγική είναι. Η πολιτική και οικονομική ελίτ μας μας οδήγησαν στη χρεοκοπία, γιατί βάσισαν την ύπαρξή τους πάνω σε αυτό το ψέμα. Παγιδευμένες στα δεδομένα του τερατουργήματος που δημιούργησαν, αδυνατούν να σπάσουν τον κύκλο του ψέματος, γιατί ξέρουν ότι κάτι τέτοιο θα σημάνει και το τέλος τους.
Ούτε, βεβαίως, η επίκληση της επαναφοράς στην εικονική πραγματικότητα της «ευημερίας με δανεικά» συνιστά υπεύθυνο λόγο για την κατάκτηση της νίκης. Οποιος τα τάζει αυτά θα τα βρει μπροστά του γρηγορότερα απ’ ό,τι φαντάζεται. Τα ψέματα τέλειωσαν γιατί τέλειωσαν και τα λεφτά αυτών που χρηματοδότησαν το «ελληνικό πάρτι», στο οποίο δυστυχώς δεν είχαμε πρόσκληση οι περισσότεροι. Κι ας λένε ό,τι θέλουν οι… χοντροί που έπιασαν τη θέση μας σε αυτό για να τα φάνε μόνοι τους.
Συνεπώς όσο πιο ειλικρινή είναι τα κόμματα πηγαίνοντας προς την κάλπη, όσο πιο ψύχραιμα και ακριβή στη διατύπωση του προγράμματός τους για την αντιμετώπιση της κρίσης με ευαισθησία και δικαιοσύνη τόσο πιο πειστικά μπορούν να γίνουν. Σε αντίθετη περίπτωση, επειδή τα νεύρα μας είναι ήδη αρκετά τσιτωμένα, η οργή μας δεν μπορεί παρά να ξεχειλίσει μέσα σε αυτήν. Και ας θυμούνται ότι θα είναι πολύ πιο βαριά από τους «εκβιασμούς» και τα «ζοριλίκια» που θα έχουν στο μεταξύ εκστομιστεί «για το καλό μας».
Γιώργος Κ. Στράτος