«Σβήνει» για πρώτη φορά τόσο εμφανώς η παραδοσιακή καλλιέργεια της κρητικής μπανάνας -με την Αρβη να θεωρείται η μεγαλύτερη παραγωγική περιοχή-, κάτι που ήδη έχει γίνει αισθητό, αφού οι ελλείψεις στην αγορά της Κρήτης είναι τεράστιες.
- Του Χριστόφορου Παπαδάκη
Οι παραγωγοί στις λαϊκές αγορές λένε στον «Ελληνα Αγρότη» ότι πλέον δεν μπορούν να καλύψουν τους πελάτες τους, ενώ σε όλα τα σούπερ μάρκετ ελάχιστες φορές βρίσκει ο καταναλωτής την αγνή μπανάνα Κρήτης, την ώρα που οι ξενόφερτες και γεμάτες χημικά «κοσμούν» κατά μεγάλες ποσότητες τα μανάβικά τους καθημερινά!
Στον «Ελληνα Αγρότη» μίλησε ο γεωπόνος της πάλαι ποτέ Διεύθυνσης Γεωργίας της Νομαρχίας Ηρακλείου Μανόλης Γελασάκης, ο οποίος καλλιεργεί μπανάνες εδώ και πολλά χρόνια σε περιοχές του Δήμου Βιάννου, ξεκαθαρίζοντας πως δεν φαίνεται να υπάρχει σωτηρία, εκτός αν το κράτος στηρίξει ουσιαστικά τους παραγωγούς.
«Πάντα υπήρχε έλλειψη στην κρητική μπανάνα. Ακόμα κι όταν μεσουρανούσε η καλλιέργεια στην περιοχή μας, κάλυπτε μόλις το 2% με 2,5% της κατανάλωσης. Το υπόλοιπο ήταν όλο εισαγόμενη μπανάνα. Τώρα, βέβαια, πάει σε επιλεγμένα σημεία. Υπάρχει έλλειψη μεγάλη τώρα τελευταία. Εχουμε αρκετά τηλέφωνα από ανθρώπους που ενδιαφέρονται για μπανάνες, αλλά η καλλιέργεια φθίνει, διότι έχει ισχυρούς ανταγωνιστές τα πρώιμα κηπευτικά. Και, δυστυχώς, ο πληθυσμός που ασχολείται με την καλλιέργεια της μπανάνας έχει γεράσει. Εργάτες δεν υπάρχουν, κι αυτοί που υπάρχουν δουλεύουν στα κηπευτικά, οπότε υπάρχει πρόβλημα».
Στο ερώτημα για το ποσοστό μείωσης της παραγωγής σε σχέση με πέρυσι, ο Μανόλης Γελασάκης μάς είπε: «Σε σχέση με πέρυσι έχει μειωθεί 30% και μειώνεται από χρόνο σε χρόνο, διότι οι εισροές είναι μεγάλες και ακριβές, και η τιμή της μπανάνας είναι σταθερή. Ολα τα φρούτα έχουν ανέβει στα ύψη – η μπανάνα έχει μείνει σταθερή εδώ και 5 με 6 χρόνια. Δεν καθορίζεται από τους παραγωγούς. Δυστυχώς, ο συνεταιρισμός των μπανανοπαραγωγών που υπήρχε στην Αρβη μάλλον έχει κλείσει – κι αν δεν έχει κλείσει, ψυχορραγεί. Οπότε, καταλαβαίνετε πως οι τιμές διαμορφώνονται από τους εμπόρους».
Η συμβατική κρητική μπανάνα διατίθεται στο 1 με 1,10 ευρώ το κιλό στον παραγωγό και οι βιολογικές από 2 έως 2,20 ευρώ το κιλό. Οι ξένες μπανάνες είναι φτηνότερες, αλλά προφανώς δεν έχουν καμία σχέση με την μπανάνα της Κρήτης, που είναι απαλλαγμένη από πολλά χημικά. «Οι ντόπιες μπανάνες πωλούνται ακριβότερα. Ο κόσμος τις έχει μάθει, τις εμπιστεύεται, είναι πιο νόστιμες και πιο υγιεινές. Ο κόσμος τις έχει αγαπήσει. Απλώς, δεν υπάρχει παραγωγή», σύμφωνα με τον γεωπόνο και μπανανοπαραγωγό.
«Θα μπορούσε η παραγωγή της μπανάνας να δεκαπλασιαστεί στην περιοχή μας. Περιοριστικός παράγοντας, όπως συμβαίνει ειδικά τα δύο τελευταία χρόνια, είναι το νερό. Η μπανάνα έχει τις περισσότερες ανάγκες σε νερό, διότι καλλιεργείται όλο τον χρόνο. Και στα θερμοκήπια ποτίζεται 12 μήνες και απαιτεί και μεγάλες ποσότητες νερού, τουλάχιστον το διπλάσιο νερό απ’ ό,τι τα κηπευτικά».
Στροφή των νέων σε ντομάτα, αγγούρι, κολοκύθι, πιπεριά
Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μια στροφή των νέων, στα θερμοκήπια, σε άλλες καλλιέργειες κηπευτικών, όπως η ντομάτα, το αγγούρι, το κολοκύθι, η πιπεριά κ.λπ. «Η μπανάνα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τα κηπευτικά. Ολα αφήνουν περισσότερο εισόδημα στον παραγωγό απ’ ό,τι η μπανάνα. Είναι βασικός λόγος και αυτός. Οσοι είναι ερωτευμένοι με την μπανάνα καλλιεργούν, δηλαδή οι παλαιότεροι.
Και όταν φύγουν και αυτοί, έχω την αίσθηση ότι η μπανάνα θα σβήσει και από την αγορά… Μπορεί να μη σβήσει από τις οικογενειακές εκμεταλλεύσεις, διότι πάντα είναι ένα φρούτο για μικρούς και μεγάλους, αλλά μόνο για οικογενειακή χρήση. Πιστεύω ότι από το εμπόριο σιγά σιγά θα εξαφανιστεί» λέει ο Μανόλης Γελασάκης και καταλήγει: «Παλιά, όταν ήμουν εγώ στην υπηρεσία που δίναμε επιδοτήσεις, δηλαδή το 2010-2015, η παραγωγή ήταν γύρω στους 3.00 με 3.500 τόνους. Τώρα πιστεύω ότι έχει πέσει κάτω από τους 2.000 τόνους, και βάζω την περιοχή μας και τα Μάλια. Η Σητεία, που είχε παλιά, σήμερα τις έχει εγκαταλείψει τελείως».