Ο Γεραπετρίτης έδωσε από το βήμα του συνεδρίου του «Βήματος» στρεβλή ερμηνεία στην πολιτική υποχώρησης που ακολουθεί η κυβέρνηση απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό
Με ακόμα μία έκθεση ιδεών και μια «ωραιοποιημένη» αποτύπωση της εικόνας των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης επιχείρησε στο συνέδριο του «Βήματος» να αποθεώσει τις κυβερνητικές επιλογές στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής και να παρουσιάσει μια διπλωματική πρόοδο, ενώ στην πράξη συνεχίζει να αφήνει την τουρκική προκλητικότητα στο απυρόβλητο και τα κρίσιμα ζητήματα των εθνικών μας συμφερόντων να λιμνάζουν επικίνδυνα.
Ο υπουργός εμφανίστηκε ακόμα μία φορά να δίνει ερμηνείες κατά το δοκούν στις γεωπολιτικές εξελίξεις, επιμένοντας ότι η Αθήνα ακολουθεί «πολιτική αρχών και σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου με εμπέδωση της περιφερειακής σταθερότητας και ηρεμίας, εδραίωση των εθνικών μας θέσεων και κεφαλαιοποίηση της αναβαθμισμένης διπλωματικής μας θέσης». Ολα αυτά βέβαια θα ήταν εξαιρετικά, αν ήταν και πραγματικά, καθώς οι αλλεπάλληλες διπλωματικές αποτυχίες μόνο «λεκέδες» αφήνουν στο διεθνές κύρος της Ελλάδας.
«Η ελληνική εξωτερική πολιτική παραμένει πολιτική αρχών με σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο» υπογράμμισε ο κ. Γεραπετρίτης, αποκρύπτοντας τη μονότονη… σιωπή της ελληνικής πλευράς απέναντι στη συστηματική αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας από την Αγκυρα. Με επικοινωνιακές κατασκευές και πλήρη αντιστροφή της πραγματικότητας ο κ. Γεραπετρίτης διέγνωσε ότι στα χρόνια της κυβέρνησης Μητσοτάκη «χωρίς την παραμικρή υποχώρηση από τα εθνικά μας συμφέροντα, κάναμε ένα νέο βήμα στη σχέση μας με την Τουρκία, μέσω της Διακήρυξης των Αθηνών τον Δεκέμβριο του 2023».
Παράλληλα, από τη λειψή… φαρέτρα των επιχειρημάτων του υπουργού Εξωτερικών δεν έλειψαν οι αναφορές στην «ελαχιστοποίηση των παραβιάσεων» και τη «μεγάλη μείωση των μεταναστευτικών ροών», την ενίσχυση της οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας, καθώς και την αναβάθμιση του τουρισμού από την Τουρκία προς τα ελληνικά νησιά. Την ίδια ώρα βέβαια η Αγκυρα, εκμεταλλευόμενη την αδράνεια της Αθήνας, ξεδιπλώνει με αμείωτη ένταση τις ανυπόστατες αξιώσεις περί «γκρίζων ζωνών», τορπιλίζοντας κάθε αφήγημα αμοιβαίας και ουσιαστικής συνεννόησης, όπως διατυμπανίζει το Μέγαρο Μαξίμου.
Αν μη τι άλλο προκλητική ήταν και η απέλπιδα προσπάθεια του κ. Γεραπετρίτη να υποβαθμίσει τις δυσμενείς εξελίξεις και για το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Παρότι παραδέχθηκε ότι αποτελεί «αγκάθι», προκειμένου να αποκρύψει την ανικανότητα των διπλωματικών χειρισμών έσπευσε να τονίσει ότι η Ελλάδα «είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που διατηρεί ανοιχτούς διαύλους με τις δύο λιβυκές πλευρές».
Δηλαδή, την ώρα που η Τουρκία επιχειρεί να παγιώσει τις παράνομες θαλάσσιες αξιώσεις της μέσω της Τρίπολης, η Αθήνα πανηγυρίζει για… διαύλους επικοινωνίας που δεν προσδίδουν καμία νότα ρεαλιστικής αισιοδοξίας. Καμία αναφορά σε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, καμία στρατηγική για την ακύρωση του μνημονίου, καμία πίεση σε διεθνές επίπεδο. Μόνο εφησυχασμός και γενικόλογες διαβεβαιώσεις. «Δεν εθελοτυφλούμε», είπε ο κ. Γεραπετρίτης σε μια αποστροφή του λόγου του, όμως το περιεχόμενο της δήλωσής του δείχνει ακριβώς το αντίθετο.
Μια εμμονική προσήλωση στην επικίνδυνη πολιτική των «ήρεμων νερών» που καταλήγει σε στασιμότητα και υποχωρήσεις, την οποία η κυβέρνηση παρουσιάζει ως επιτυχία, υποτιμώντας τη νοημοσύνη των πολιτών. Σε μια περιοχή που «τόσο έχει υποφέρει από συγκρούσεις», όπως ορθά σημείωσε για το Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο, η Ελλάδα πράγματι χρειάζεται ψυχραιμία και στρατηγική. Οχι όμως σιωπηρή αποδοχή των τουρκικών τετελεσμένων, ούτε την ανακύκλωση μιας διπλωματικής φαντασίωσης ότι «όλα πάνε καλά».