Η κυβέρνηση της Ν.Δ. δεν δημεύει κατοικίες με νόμο – το κάνει τεχνοκρατικά, με τρόπο που δεν προκαλεί κραυγή, αλλά κόπωση. Καταργεί την εκχώρηση μη εισπραχθέντων ενοικίων στην Εφορία για να μην επιβαρυνθούν οι εισβολείς
Η ελληνική πραγματικότητα δεν χρειάζεται ιδεολογικά φίλτρα, ούτε θεωρίες συνωμοσίας για να ερμηνευθεί. Αρκεί να τοποθετηθούν τα γεγονότα στη σωστή σειρά, επειδή αυτό που εξελίσσεται δεν είναι ούτε «κρίση» ούτε «αστοχία» – είναι σύστημα. Πρώτα ήρθαν οι ροές. Οχι τυχαία, ούτε σποραδικά. Μαζικά. Από τη Λιβύη δεν φτάνουν πια φουσκωτές βάρκες. Τώρα «διασώζουν» -έτσι μας λένε- τις «μπουλντόζες», που μεταφέρουν πεντακόσιους τη φορά. Η Ελλάδα του Μητσοτάκη έπαψε να είναι πέρασμα – έγινε προορισμός.
Ο αντινατιβιστής την έκανε χώρο εγκατάστασης. Η Ν.Δ. δεν αποτρέπει, δεν απωθεί, δεν φυλάσσει σύνορα. Το αντίθετο – διευκολύνει και ενθαρρύνει. Επενδύει σε μεγαλύτερα πλοία για αποτελεσματικότερη περισυλλογή και μεταφορά. Το μήνυμα είναι σαφές: «Ελάτε». Την ίδια ώρα, ο ευρωπαϊκός πυρήνας κλείνει. Στη Γερμανία, σύνορα κλειστά, επιστροφές. Οι ροές συσσωρεύονται εδώ. Δεν χρειάζεται να πέσουν βόμβες για να αλλάξει η χώρα. Δεν χρειάζεται πόλεμος. Αρκεί να αλλάξουν ιδιοκτήτες τα σπίτια. Η Ιστορία το έχει δείξει ξανά και ξανά: όταν θέλεις να μετακινήσεις πληθυσμούς χωρίς εξέγερση δεν χρησιμοποιείς σφαίρες. Τους εξαντλείς με χαρτιά και φόρους. Με προγράμματα που δεν τους αφορούν, αλλά πληρώνονται από τους ίδιους. Ετσι, τους κάνεις να φύγουν από μόνοι τους. Το 1942, στην Τουρκία, επιβλήθηκε ένας φόρος ίδιος με τον ΕΝΦΙΑ, ο «Varlık Vergisi».
Δεν ανακοινώθηκε ως δίωξη. Δεν γράφτηκε ως εκκαθάριση. Ηταν ένας «έκτακτος φόρος της ιδιοκτησίας Ελλήνων Εβραίων, Αρμενίων». Ηταν αδύνατον να πληρωθεί. Ο στόχος δεν ήταν τα έσοδα – ήταν ο διωγμός. Δεν χρειάστηκαν στρατιώτες στα κατώφλια. Δεν χρειάστηκαν ξιφολόγχης – αρκούσε ο λογαριασμός. Η περιουσία άλλαζε χέρια σιωπηλά. Και όταν η Ιστορία γύρισε πίσω, κατάλαβε ότι δεν επρόκειτο για φορολογία, αλλά για διωγμό και αντικατάσταση.
Σήμερα, ελάχιστοι γνωρίζουν εκείνον τον φόρο, παρότι ο μηχανισμός εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα πιο καθαρός, πιο ευρωπαϊκός, πιο αθόρυβος. Η Ν.Δ. δεν δηλώνει «θα σου πάρω το σπίτι». Σου ανακοινώνει ότι «υπάρχει ανάγκη στέγασης», ότι «είναι δίκαιο» και μετά σου στέλνει τον λογαριασμό, επειδή οι εισβολείς θα μείνουν.
Το βλέμμα της Ν.Δ. αλληθωρίζει προς τα σπίτια μας, αυτά που είναι «κλειστά», αυτά που κληρονομήθηκαν. Η πρόθεση δεν διατυπώνεται ποτέ ωμά – διατυπώνεται με φόρους. Με επικείμενο τριπλασιασμό δημοτικών τελών, με επιβαρύνσεις που συσσωρεύονται, με τη θεωρία ότι η ιδιοκτησία δεν ανήκει στους Ελληνες και συνεπώς πρέπει να μεταβιβαστεί σε άλλους. Η κυβέρνηση της Ν.Δ. δεν δημεύει σπίτια με νόμο – το κάνει αργά, σιωπηλά, τεχνοκρατικά, με τρόπο που δεν προκαλεί κραυγή, αλλά κόπωση.
Καταργεί την εκχώρηση μη εισπραχθέντων ενοικίων στην Εφορία για να μην επιβαρυνθούν οι εισβολείς. Αυτός που χάνει το σπίτι του δεν βγαίνει στους δρόμους. Δεν φωνάζει. Δεν καταγγέλλει. Μαζεύει σιωπηλά πράγματα σε κούτες. Ξεβιδώνει την κουζίνα που πλήρωσε με δόσεις. Κατεβάζει τις κουρτίνες που έραψε η μάνα του. Σβήνει τα φώτα και φεύγει, επειδή η Ν.Δ. σιωπηλά δήμευσε το σπίτι, για να το δώσει σε άλλους, που στεγάζονται μέσω προγραμμάτων και επιδοτήσεων τα οποία πληρώνει αυτός που έχασε το σπίτι. Ετσι λειτουργούσε και τότε. Στον «Varlık Vergisi» δεν υπήρχαν εξώσεις – υπήρχαν μόνο σπίτια που άδειαζαν και γέμιζαν ξανά με άλλους.
Η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται με τα ίδια πρόσωπα – επαναλαμβάνεται με τις ίδιες μεθόδους. Μια χώρα δεν χάνεται όταν έρχονται άλλοι. Χάνεται όταν φεύγουν αυτοί που ρίζωσαν – και αυτός που χάνει το σπίτι δεν χάνει μόνο τέσσερις τοίχους, αλλά και το τελευταίο επιχείρημα ότι αυτή η χώρα είναι δική του. Χάνει τη βεβαιότητα ότι, αν αντέξει, κάτι θα μείνει. Αναμφισβήτητα, η υστεροφημία των πρωταγωνιστών θα συνδεθεί με τον ελληνικό «Varlık Vergisi». Η Ιστορία επίσης θα θυμάται ότι οι Ελληνες έχασαν τη χώρα τους χωρίς να αντισταθούν. Μόνο «διέσωζαν».


