Σαράντα χρόνια μετά τη βάρβαρη εισβολή και κατοχή της Κύπρου, που έγινε με τις ευλογίες, την παρότρυνση και την ενεργό συμμετοχή των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας, οι δικαστές του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) επέβαλαν στην Τουρκία ποινή που την υποχρεώνει να καταβάλει στην Κυπριακή Δημοκρατία αποζημίωση ύψους 90.000.000 ευρώ για την εισβολή του 1974 και τη συνεχιζόμενη κατοχή του βόρειου τμήματος του νησιού. Το ποσό αυτό, που αποτελεί τη μεγαλύτερη ποινή που έχει επιβάλει ποτέ το ΕΔΑΔ στην Τουρκία, θα πρέπει να καταβάλει η Αγκυρα μέσα στο διάστημα των τριών μηνών. Σε περίπτωση που δεν ανταποκριθεί, η ποινή επιβαρύνεται με τόκο ίσο με το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ συν 300 μονάδες βάσης.
Η απόφαση του ΕΔΑΔ είναι ιστορική και έχει ειδική πολιτική και δικαϊκή σημασία και έρχεται σε μια στιγμή που είναι σε εξέλιξη οι συνομιλίες του νέου κύκλου που έχει αρχίσει πρόσφατα για την επίλυση του Κυπριακού και ενώ αναμένεται η επίσκεψη του αντιπροέδρου των ΗΠΑ στη Λευκωσία, κατά την οποία, εκτός των ενεργειακών και των λοιπών θεμάτων, θα συζητηθεί και το κομβικό ζήτημα του «ανοίγματος» της πόλης των Βαροσίων, που αναμένεται να επηρεάσει θετικά την ψυχολογία ανάμεσα στον θύτη και στο θύμα.
Πρέπει να σημειωθεί ότι με την απόφασή του το ΕΔΑΔ δικαιώνει τους αγνοουμένους της εισβολής και τους εγκλωβισμένους της Καρπασίας, αφού καλεί την Τουρκία να καταβάλει 30.000.000 ευρώ συν φόρους ως αποζημίωση για την ηθική βλάβη που υπέστησαν οι συγγενείς αγνοουμένων και 60.000.000 ευρώ συν φόρους για την ηθική βλάβη που υπέστησαν οι εγκλωβισμένοι Ελληνοκύπριοι της Καρπασίας.
Επίσης, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η απόφαση αναμένεται να επηρεάσει την πορεία επίλυσης του Κυπριακού, αφού για πρώτη φορά επιδικάζεται η καταβολή αποζημίωσης κράτους έναντι άλλου κράτους, ενώ δεν πρέπει να παραβλέπεται και η δυνατότητα που διανοίγεται με την εν λόγω απόφαση για νέες αγωγές της Κυπριακής Δημοκρατίας εναντίον της Τουρκίας, αφού δεν έχει παραγραφεί το δικαίωμα της Λευκωσίας να προσφύγει στο ΕΔΑΔ και για νέες αποζημιώσεις, για τον συνεχιζόμενο σφετερισμό των περιουσιών των Ελληνοκυπρίων από τις κατοχικές Αρχές, τους Τουρκοκυπρίους και τους εποίκους, ζήτημα το οποίο δεν κρίθηκε στην εν λόγω δίκη.
Επίσης, ενδεικτικός είναι και ο αριθμός των δικαστών που απέρριψαν τις τουρκικές αιτιάσεις και ψήφισαν υπέρ της απόφασης (15 υπέρ, 2 κατά), ενώ ιδιαίτερη αξία έχει και η κοινή δήλωση των εννέα δικαστών του ΕΔΑΔ, οι οποίοι επισημαίνουν την αξία που έχει για την Ευρώπη, όπως και η δήλωση των άλλων δύο δικαστών, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι το ΕΔΑΔ, με την απόφασή του αυτή, έστειλε το μήνυμα στα μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης ότι ο πόλεμος και οι συνέπειές του δεν θα είναι ανεκτά και δεν θα μένουν ατιμώρητα.
Αυτό που πρέπει να τύχει ιδιαίτερης ανάλυσης από ελληνικής πλευράς είναι η αντίδραση της Τουρκίας, η οποία, διά στόματος του υπουργού Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου, δήλωσε ότι «η Τουρκία δεν αναγνωρίζει την απόφαση αυτή και δεν πρόκειται να καταβάλει οποιαδήποτε αποζημίωση στην Κύπρο, αφού πρόκειται για κράτος που δεν το αναγνωρίζει η Αγκυρα».
Ομως, ακόμα μεγαλύτερη σημασία έχουν όσα είδαμε να γράφονται και ακούσαμε να λέγονται από στόματα της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης αλλά και σχεδόν από το σύνολο των αρθρογράφων και των αναλυτών στην Τουρκία, ενδεικτικό της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί στις ελίτ, στη διανόηση αλλά και στα πλατιά λαϊκά στρώματα στην Τουρκία γύρω από το Κυπριακό. Το τουρκικό κράτος, επιβάλλοντας επί δεκαετίες την προπαγάνδα η οποία παρουσίαζε την τουρκοκυπριακή και την τουρκική πλευρά ως θύμα, που λυτρώθηκε με την «Επιχείρηση Ειρήνης», όπως προσπάθησε να λανσάρει η Αγκυρα την επιχείρηση εισβολής και παράνομης κατοχής του 40% του νησιού, βρίσκεται τώρα αντιμέτωπο με μια κοινή γνώμη που ούτε λίγο ούτε πολύ παρουσιάζει την τουρκική πλευρά ως θύμα των χριστιανών δικαστών της Δύσης, που θέλουν να επιβάλουν το δικό τους δίκιο στους πάντα αδικημένους μουσουλμάνους.
Σάββας Καλεντερίδης


