Στις μέρες γύρω από την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου ακούγονται και γράφονται πολλά. Ως ανάλυση των αιτίων, της εξέλιξης και των αποτελεσμάτων της Επανάστασης, ως προς την αλήθεια και την ακρίβεια γεγονότων, ως κριτική για τις προσωπικότητές τους και τα πεπραγμένα των ηρώων του ’21, ως προς την αξία της για την εθνική μας μνήμη στο διηνεκές.
Τα τελευταία χρόνια κυριαρχεί μια ατμόσφαιρα που επιθυμεί να υποβαθμίσει το γεγονός, να αμφισβητήσει πρόσωπα και καταστάσεις, να οδηγήσει λίγο πολύ σ’ ένα συμπέρασμα κάπου μεταξύ του «δεν έγινε και τίποτα» ή «έγιναν άλλα από αυτά που μας έμαθαν» και τέλος πάντων «ό,τι κι αν έγινε δεν είναι για να του δίνουμε και τόση σημασία».
Ολα στον αντίποδα της ατμόσφαιρας που προηγήθηκε από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους και εντεύθεν. Τότε που η ανάγκη για τη δημιουργία του νέου εθνικού μας μύθου αποσιώπησε ή προσπάθησε να εξαφανίσει γεγονότα, ωραιοποίησε χαρακτήρες και συμπεριφορές, προσπαθώντας να τα υποτάξει όλα και όλους στην εξυπηρέτηση του εθνικού συμφέροντος, όπως το εννοούσαν οι εκάστοτε κρατούντες και τα δικά τους συμφέροντα.
Μία μεγάλη κατάκτηση του παγκόσμιου πολιτισμού είναι η ανοχή στη διαφορετική άποψη. Προσφορά του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, μιας περιόδου με καταλυτική σημασία στην προετοιμασία και της δικής μας Εθνεγερσίας. Υπό αυτήν την έννοια, κάθε άποψη έχει την αξία της, αρκεί να στηρίζεται σε λογικά επιχειρήματα που προκύπτουν από πραγματικά γεγονότα. Υπό την ίδια έννοια, κοινοί τόποι που συναντάμε και στις δύο τάσεις αναφοράς στην Επανάσταση αποκλείονται είτε γιατί θέτουν την Ιστορία στην υπηρεσία της προπαγάνδας είτε διότι η ιδεοληψία τους οδηγεί σε απαράδεκτες στρεβλώσεις.
Πέρα από αυτά, η αλήθεια προβάλλει καθαρή για όποιον θέλει να τη δει και να τη συναντήσει. Επίτηδες προσθέτω το ρήμα συναντώ μετά το βλέπω. Γιατί αυτές οι αλήθειες έχουν κι έναν βιωματικό χαρακτήρα. Αποτελούν όχι μόνο συστατικά της εθνικής, αλλά της ταυτότητας του καθενός και της καθεμιάς μας. Τα γεγονότα μάς είναι τόσο κοντινά, που ο αχός και η ανάσα τους ξεφυσούν στις μέρες μας και στις ζωές μας. Μιλούν για μας, τους συγγενείς μας, τις πράξεις, τις επιλογές και τη στάση μας, όχι μόνο στο παρελθόν. Συνεπώς, εκτός από το να τα βλέπεις, θα πρέπει και να θέλεις να τα ακουμπάς και να σ’ ακουμπάνε. Να μην τα φοβάσαι, να μην προσπαθείς να τα αποδιώξεις λες και αφορούν κάποιους άλλους και όχι εσένα και τη ζωή σου.
Τότε δεν διστάζεις να παραδεχθείς πως μαζί με το μεγαλείο και τις άφθαστες στιγμές ηρωισμού συνυπάρχουν η απίστευτη χυδαιότητα και οι πιο φρικαλέες συμπεριφορές. Το πιο τρομερό, μα συνάμα συνώνυμο της ανθρώπινης ύπαρξης, είναι ότι όλα αυτά μπλέκονται συχνά σε μία απίθανη σειρά, στην οποία το χειρότερο γίνεται από τον καλύτερο και αντιστρόφως. Η ζωή των εθνών όμως δεν είναι… βίοι αγίων!
Ασε που η επιβίωσή τους περνά αποδεδειγμένα από την αμαρτία. Αμαρτωλοί… Αρματολοί και Κλέφτες! Κι επειδή το ξέρουμε αναθέσαμε τη σωτηρία μας και στην πίστη μας! Για να μπορούμε να είμαστε ελεύθεροι. Δηλαδή κατά κυριολεξία και ετυμολογικά, να πηγαίνουμε όπου θέλουμε. Και αυτό είναι το κρίσιμο και κορυφαίο ζήτημα επί του οποίου η εθνική μας επέτειος μας υπενθυμίζει ότι πρέπει να παίρνουμε διαρκώς θέση στη ζωή μας: Η ελευθερία μας. Η απόκρουση ή ο μετριασμός του κόστους που έχει αυτό μετράται με «προσεγγίσεις ιστορικής ακρίβειας και καθαρότητος».