Μελαγχολική η Αθήνα, με κατοίκους φοβισμένους

Πετώντας πάνω από την Ελλάδα, βλέπεις για άλλη μία φορά πόσο όμορφος είναι αυτός ο τόπος, πόσο ευλογημένος από τον Θεό. Φτάνοντας πάνω από την Αθήνα, βλέπεις μια τσιμεντούπολη να απλώνεται χαοτικά προς κάθε κατεύθυνση, δίχως δάση, δίχως πάρκα, δίχως να μπορεί το μάτι κάπου να ακουμπήσει και να ξεκουραστεί.

Φτάνοντας στο κέντρο της πόλης, επιβεβαιώνεις απόλυτα αυτή τη δυσάρεστη άνωθεν αίσθηση. Το κέντρο μυρίζει ανθρώπινο φόβο και απελπισία, είναι ίσως από τα πλέον βρόμικα αστικά κέντρα της Ευρώπης, είναι ίσως η μοναδική ευρωπαϊκή πρωτεύουσα με τόσο πολλά στέκια τοξικομανών σε κομβικά σημεία της πόλης, ενώ τα γκράφιτι και τα συνθήματα, που βρίσκονται πλέον παντού, αποτυπώνουν τα σύγχρονα αδιέξοδά μας. Ποιος ευθύνεται γι’ αυτή την κατάσταση; Ενώ η γεωγραφική θέση της Αθήνας είναι προνομιακή, σήμερα έχει καταντήσει μια βρόμικη και μη φιλική μητρόπολη σε ανθρώπους με κινητικά προβλήματα, με προβλήματα όρασης, ηλικιωμένους ή γονείς με καρότσια. Μια πόλη που και μόνο η επίσκεψη στο κέντρο σού δημιουργεί ενδόμυχη άρνηση.

Επιδιώκουμε να πείσουμε τον εαυτό μας ότι ο τουρισμός μας είναι η βαριά βιομηχανία μας. Πώς είναι δυνατόν να πετύχουμε έναν τέτοιο στόχο όταν η Αθήνα όχι μόνο δεν καλωσορίζει τους επισκέπτες, αλλά δεν έχει τις κατάλληλες αστικές υποδομές, ώστε να διευρύνει τον χώρο παραμονής τους στην πόλη; Ο σημερινός επισκέπτης επισκέπτεται σε χρόνους «αστραπή» τον Παρθενώνα, το Μουσείο Ακροπόλεως και ίσως και τον Λυκαβηττό, και φεύγει από την πόλη των Αθηνών, με προορισμό τον Πειραιά και, στη συνέχεια, το Σούνιο, στην καλύτερη αγοράζοντας ένα μπουκάλι νερό ή έστω ένα τσολιαδάκι, μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης της δεκαετίας του ’60. Για ποια βαριά τουριστική βιομηχανία συζητούμε, όταν η πρωτεύουσα του κράτους «συγκρατεί» τους τουρίστες μόνο για λίγες ώρες; Οταν το σύγχρονο μοντέλο τουριστικών μητροπόλεων, όπως η Ρώμη, η Βαρκελόνη, η Νέα Υόρκη, το Λονδίνο και το Παρίσι, έχουν αναπτύξει έναν σχεδιασμό ώστε να κρατούν τους τουρίστες για τουλάχιστον μία εβδομάδα, αυξάνοντας σημαντικά την υπεραξία του τουριστικού συναλλάγματος.

Αλλά το συγκαιρινό χάλι της Αθήνας, μιας πόλης τόσο ερωτεύσιμης και τόσο όμορφης, που όμως δεκαετίες αστοχιών συσσώρευσαν στο πρόσωπό της βαθιές παραμορφώσεις, επιδρά με τον πλέον αρνητικό τρόπο και στην ψυχοσύνθεση των ανθρώπων της. Οταν είσαι αναγκασμένος να ζεις και να εργάζεσαι σε ένα τόσο επιβαρυμένο περιβάλλον από δομική έλλειψη αστικής καλαισθησίας, καθαριότητας και τάξης, τότε το άθροισμα του αρνητισμού αυτού επιδρά εξίσου αρνητικά στην ψυχοσύνθεση, την παραγωγικότητα, αλλά και την ικανότητα καθενός να αποδέχεται τους συντεταγμένους κανόνες που κρατούν την πόλη καθαρή, με σεβασμό στον πολίτη, στην οργάνωση και στην τάξη. Είναι κάτι περισσότερο από δεδομένο ότι ένα από τα σημαντικότερα αίτια του γιατί ο Αθηναίος δεν αγαπά την πόλη του -κι αυτό φαίνεται από το αναμμένο τσιγάρο που θα πετάξει με περισσή αδιαφορία στον δρόμο ή από το ότι η Αθήνα αποτελεί μία από τις τελευταίες πρωτεύουσες σε ζητήματα ανακύκλωσης- είναι γιατί η πόλη τού προκαλεί θλίψη και παθητικότητα. Συναισθήματα που αρκεί μια βόλτα στο κέντρο της, από το Πανεπιστήμιο και κάτω, τοποθετώντας σχεδόν το σύνολο του ιστορικού κέντρου των Αθηνών σε non-go area.

To παράδοξο όμως των Αθηνών υπάρχει στην ακόλουθη εικόνα. Το μήνυμα αισιοδοξίας έρχεται από τα έγκατα της αττικής γης. Η Αθήνα διαθέτει ένα από τα πλέον καθαρά και ωραία μετρό που υπάρχουν σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο. Και το όμορφο είναι ότι οι πολίτες όχι μόνο το χαίρονται, αλλά και βοηθούν στη διατήρησή του σε μια εξαιρετική κατάσταση. Η Αθήνα μπορεί να γίνει μια σύγχρονη πρωτεύουσα. Απόρριψη των εμμονών χρειάζεται και πίστη στην τήρηση των νόμων της συντεταγμένης πολιτείας. Αλήθεια, πότε ήταν η τελευταία φορά που ακούσατε ότι κόπηκε κλήση σε οδηγό επειδή πάρκαρε σε πεζοδρόμιο ή έκλεινε τη ράμπα πρόσβασης;

Σπύρος Λίτσας

{{-PCOUNT-}}8{{-PCOUNT-}}

Κορυφαίες Ειδήσεις