Σχεδόν έναν μήνα μετά την κινηματογραφική κλοπή των τριών ανεκτίμητων έργων τέχνης από την Εθνική Πινακοθήκη, άγνωστοι φιλότεχνοι διαρρήκτες τρύπωσαν και στα άδυτα της Πινακοθήκης του Δήμου Αθηναίων, χωρίς ωστόσο να έχει γίνει γνωστό εάν και πόσα έργα έχουν κλαπεί, καθώς δεν έχει ολοκληρωθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες η καταμέτρηση της σπουδαίας συλλογής Ελλήνων και ξένων ζωγράφων.
Η διάρρηξη σημειώθηκε τα ξημερώματα της Τρίτης και προκάλεσε νέα κινητοποίηση της Αστυνομίας, η οποία ενεργοποίησε όλο τον μηχανισμό της για να εντοπίσει τους δράστες που εισέβαλαν στο κτίριο, το οποίο βρίσκεται στη συμβολή των οδών Λεωνιδίου και Μυλλέρου, στο Μεταξουργείο. Οι διαρρήκτες, σύμφωνα με έγκυρες αστυνομικές πηγές, παραβίασαν ένα από τα παράθυρα του κτιρίου και εισήλθαν στην αίθουσα συντήρησης των έργων τέχνης, και όχι σε εκθεσιακό χώρο της Πινακοθήκης.
Οταν μπήκαν μέσα, χτύπησε ο συναγερμός και ο φύλακας του κτιρίου κινήθηκε προς τον χώρο συντήρησης, όπου διαπίστωσε την παραβίαση του παραθύρου. Οι διαρρήκτες είχαν τοποθετήσει πίνακες ζωγραφικής με τα κάδρα τους σε δύο μεγάλες μαύρες σακούλες σκουπιδιών, τους οποίους, όπως εκτιμά η Αστυνομία, εγκατέλειψαν, γιατί ήταν μεγάλων διαστάσεων και δεν μπορούσαν να τους περάσουν από το μικρό παράθυρο που είχαν «ανοίξει».
Αξιωματικοί του τμήματος Διαρρηκτών της Ασφάλειας Αττικής, όπως και στη μεγάλη κλοπή στην Εθνική Πινακοθήκη, βρέθηκαν στο κτίριο του δήμου και έκαναν αυτοψία του χώρου, ενώ κλιμάκιο της Σήμανσης εντόπισε αρκετά δακτυλικά αποτυπώματα. Οπως διαπιστώθηκε, οι δράστες είχαν ξηλώσει τα κάγκελα και στη συνέχεια παραβίασαν το παράθυρο στο ισόγειο του κτιρίου.
Ο συντηρητής των έργων τέχνης του δήμου, σε συνεργασία με τους υπευθύνους της Πινακοθήκης, κάνει αγώνα δρόμου για να καταμετρήσει τους πίνακες ζωγραφικής και να ενημερώσει την Αστυνομία για πιθανές απώλειες και το εύρος της ιστορικής και εμπορικής αξίας των κλοπιμαίων. Οπως εκτιμούν έμπειροι αξιωματικοί της Αστυνομίας, οι δράστες δεν φαίνεται να έχουν καμία σχέση με τους κλέφτες των τριών ζωγραφικών έργων από την Εθνική Πινακοθήκη.
Γιώργος Μεστός