Η γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ δήλωσε ότι μπορεί να συστήσει στο γερμανικό Κοινοβούλιο «με πλήρη πεποίθηση» το άνοιγμα των διαπραγματεύσεων για τη διάσωση της Ελλάδας. «Είχαμε πει ότι η συμφωνία θα πρέπει να είναι τέτοια», ανέφερε η Α. Μέρκελ, ώστε «τα πλεονεκτήματα να υπερβαίνουν τα μειονεκτήματα κι ότι η αλληλεγγύη θα πρέπει να συνοδεύεται από την ευθύνη του κράτους που πρέπει να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις».
Δε θα τεθεί ερώτημα εμπιστοσύνης στη γερμανική βουλή, ακόμα και με δεδομένες τις σφοδρές αντιδράσεις από το κόμμα της σε ένα νέο πακέτο, δήλωσε απαντώντας σε σχετικό ερώτημα. Η καγκελάριος πρόσθεσε επίσης, ότι πρέπει να προχωρήσουμε βήμα-βήμα, και πως η εφαρμογή της συμφωνίας είναι το πρώτο που πρέπει να γίνει για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη.
Η ελληνική βουλή πρέπει να εγκρίνει όλους τους όρους προτού συνεδριάσει το γερμανικό κοινοβούλιο για το θέμα, είπε, συμπληρώνοντας πως το Eurogroup είναι έτοιμο, αν χρειαστεί, να χορηγήσει πιο μακρά περίοδο χάριτος και πιο μακρές λήξεις στα δάνεια μετά την πρώτη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος.
Ερωτηθείσα αν το Plan B (Grexit) είναι ακόμα στο τραπέζι, η Α. Μέρκελ είπε ότι το Plan A, η παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη, έχει ήδη συμφωνηθεί και ότι στο Plan B προϋπέθετε να συμφωνήσει και η Ελλάδα, πράγμα που δεν έγινε.
Όσον αφορά στο τι δόθηκε στην Ελλάδα, η κ. Μέρκελ ανέφερε ότι τα €12,5 δισ. από τα 50 των αποκρατικοποιήσεων προορίζονται για επενδύσεις, ενώ εξακολουθούν να ισχύουν τα €35 δισ. του πακέτου Γιούνκερ. Τέλος, επανέλαβε την επιμήκυνση της περιόδου χάριτος στην αποπληρωμή των ελληνικών δανείων.
Στο θέμα της σχέσης με τη Γαλλία και σε ερώτηση αναφορικά με τη συνεργασία της με τον Φ. Ολάντ, η κ. Μέρκελ ουσιαστικά απέφυγε να απαντήσει, καταφεύγοντας απλώς σε καταμέτρηση συναντήσεων που είχε με τον Α. Τσίπρα και τον Φ. Ολάντ. Τόνισε πως ό,τι συμφωνήθηκε, συμφωνήθηκε εν τέλει και από τους υπόλοιπους εταίρους.


