Πώς η «επίθεση» που σχεδίασε η κυβέρνηση Σημίτη (με αρμόδιο υπουργό τον Βενιζέλο), υλοποιιήθηκε από τον Σαμαρά και συνεχίζεται ακόμα και σήμερα προκαλεί τον πολιτισμικό αφανισμό της σύγχρονης Ελλάδας και οδηγεί τους εκδοτικούς οίκους σε αφανισμό
Από τη
Δήμητρα Αθανασοπούλου
Ενα έγκλημα με πολιτική υπογραφή και θύμα το βιβλίο συντελείται τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, δίχως να αποδίδονται ευθύνες στους «θύτες με ή χωρίς γραβάτα» -οι οποίοι μέσω της υπουργικής αδράνειάς τους ή της λήψης φονικών πολιτικών αποφάσεων προκαλούν τον πολιτισμικό αφανισμό της σύγχρονης Ελλάδας. Αυτό καταγγέλλουν οι γνώστες της «βιβλιοπραγματικότητας».
Αν η θέση της ελληνικής λογοτεχνίας στα ράφια των βιβλιοθηκών του κόσμου αντανακλά τη θέση της ελληνικής κουλτούρας στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, η πολιτισμική ύπαρξη της χώρας μας στη διεθνή σκηνή συρρικνώνεται όσο μεγαλώνει η κρίση και όσο συνεχίζεται η ανυπαρξία μίας ενιαίας πολιτιστικής στρατηγικής, με τη θέση του βιβλίου να συνδέεται άμεσα με την πολιτική των τελευταίων κυβερνήσεων που υπονομεύουν τους φορείς πολιτισμού -δηλαδή τους χώρους που στεγάζουν και παράγουν βιβλία-, με αποτέλεσμα «στο τέλος να μας απορροφήσουν άλλοι πολιτισμοί και να χαθούμε», όπως δηλώνει στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ο Στέφανος Πατάκης, ο οποίος κάνει λόγο για «εγκληματική πράξη κατά του βιβλίου» αναφερόμενος στην κατάργηση της ενιαίας τιμής.
Τον συναντήσαμε στο γραφείο του στην Παναγή Τσαλδάρη, με τη μυρωδιά του τυπωμένου χαρτιού να κατακλύζει το κτίριο και να δρα παρηγορητικά στη σκέψη των «έξι χαμένων χρόνων του βιβλίου», όπως αποκαλούν την περίοδο μετά το 2010 οι περισσότεροι εκδότες.
Ο Πρωτεργάτης
«Πρωτεργάτης του εγκλήματος ήταν η κυβέρνηση Σαμαρά. Αυτό το έγκλημα βαραίνει και τον πρωθυπουργό, ο οποίος, όταν ήταν αξιωματική αντιπολίτευση, είχε υποσχεθεί να επαναφέρει την ενιαία τιμή του βιβλίου. Τίποτα δεν έκανε. Και ο Μπαλτάς είναι αδιάφορος και ο Σταθάκης. Η κατάργηση της ενιαίας τιμής τέθηκε επί ΠΑΣΟΚ –τότε άρχισαν όλα με την κυβέρνηση Σημίτη και με υπουργό Πολιτισμού τον Βενιζέλο. Ο Σαμαράς υλοποίησε την κατάργηση. Ο Τσίπρας όμως αρνήθηκε να την επαναφέρει όπως είχε υποσχεθεί» υποστηρίζει ο Στέφανος Πατάκης.
Η αδιαφορία της Πολιτείας για τα θέματα πολιτισμού θίγεται από όλους τους επαγγελματίες του βιβλίου. «Το ζήτημα της προώθησης του βιβλίου δεν ήταν ποτέ μέσα στις προτεραιότητες της Πολιτείας, με αποτέλεσμα να λειτουργούν πολιτικά και κομματικά παραμάγαζα για την προώθηση των δικών τους βιβλίων. Θεωρώ ότι μεγάλα βιβλιοπωλεία λειτούργησαν σαν σούπερ μάρκετ και όχι σαν αγκαλιά και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τον αναγνώστη που αγαπά το βιβλίο» μας λέει ο Ιωάννης Χρ. Γιαννάκενας από τις εκδόσεις Πελασγός, ο οποίος κάνει λόγο για «ηθική κρίση», υπογραμμίζοντας ότι «οι Νεοέλληνες δεν έχουν κάνει αποδοχή της εθνικής τους κληρονομιάς».
Τι θα μπορούσε να γίνει για τη διάσωση του βιβλίου; Ο Ηλίας Λιβάνης, εκδότης των ομώνυμων εκδόσεων, επισημαίνει στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ότι «το υπουργείο Πολιτισμού σε συνεργασία με το υπουργείο Παιδείας θα έπρεπε να οργανώνει παρουσιάσεις συγγραφέων, να κάνει σεμινάρια σε σχολεία, να υπάρχει ένας συντονισμός τέτοιος έτσι ώστε το παιδί να μαθαίνει ότι το βιβλίο είναι κάτι πολύτιμο και χρήσιμο σε όλη του τη ζωή. Κι αυτό δεν γίνεται. Υπάρχει τεράστιο έλλειμμα. Η Πολιτεία έχει βοηθήσει πολύ το θέατρο, τον ελληνικό κινηματογράφο, αλλά όχι το βιβλίο. Υπάρχει απάθεια».
Οι περισσότεροι εκδότες αποδίδουν το λουκέτο του Παπασωτηρίου στην κατάργηση της ενιαίας τιμής, ενώ θεωρούν πιο σύνθετη -επιχειρηματική- την περίπτωση Ελευθερουδάκη.
«Η πολιτική των κυβερνήσεων απέναντι στο βιβλίο ανέκαθεν ήταν αδιάφορη και αρκετές φορές αρνητική. Τα τελευταία δε χρόνια με τη χωρίς λόγο κατάργηση του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ) και της Ενιαίας Τιμής Βιβλίου, αλλά και την αύξηση του ΦΠΑ στις υπηρεσίες για την παραγωγή του, οι συνθήκες λειτουργίας των εκδοτικών οίκων και των βιβλιοπωλείων επιβαρύνθηκαν. (…) Αναμφίβολα η αγορά του βιβλίου έχει υποστεί ισχυρό πλήγμα, όπως και άλλοι κλάδοι του επιχειρείν, εξαιρουμένων κάποιων εξαγωγικών επιχειρήσεων, λόγω της οικονομικής ύφεσης που διέρχεται η χώρα μας. Ομως η επίκληση της οικονομικής κρίσης δεν είναι αρκετή για να δικαιολογήσει αυτή την επίθεση που δέχθηκε τα τελευταία χρόνια το βιβλίο, που, αν μη τι άλλο, θα έπρεπε να προστατευτεί ως διαχρονικό πολιτιστικό αγαθό» λέει στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ο Θάνος Ψυχογιός, εκδότης των ομώνυμων εκδόσεων.
Ο εκδότης του Μεταίχμιου Νώντας Παπαγεωργίου εκφράζει ανάλογη άποψη, τονίζοντας: «Η ευθύνη πρωτίστως βαραίνει την Πολιτεία, η οποία οφείλει, εάν ποντάρει σε σκεπτόμενους και ανήσυχους μελλοντικούς πολίτες, να κάνει την ανάγνωση καθημερινή συνήθεια. Η Πολιτεία μπορεί και οφείλει να κάνει πολλά για το βιβλίο. Μία συνεπής και συγκροτημένη πολιτική είναι απαραίτητη για τη στήριξη της φιλαναγνωσίας και την αύξηση του αριθμού των αναγνωστών».
Επιστολές
Αντί όμως για την οργάνωση δράσεων φιλαγνωσίας και τη δημιουργία σύγχρονων και ενημερωμένων βιβλιοθηκών στα σχολεία αλλά και στους δήμους, όπως θα έπρεπε στην Ελλάδα του 2016 , τα ράφια των σχολικών βιβλιοθηκών γεμίζουν μόνο χάρη σε δωρεές των εκδοτικών οίκων. Οι εκδότες μάς λένε ότι καθημερινά λαμβάνουν γράμματα από σχολεία που τους ζητούν να στείλουν όσα βιβλία περισσεύουν… αλλά δεν μπορούν να ανταποκριθούν πάντα στις εκκλήσεις διδασκόντων και γονέων.
Το σύγχρονο δημόσιο ελληνικό σχολείο ζητά την «ελεημοσύνη» των εκδοτών και αυτό είναι τουλάχιστον λυπηρό.
Γιατί όμως καμία κυβέρνηση δεν προστάτεψε το βιβλίο μέσω ενιαίας πολιτικής στρατηγικής ή μέσω της ενίσχυσης της παρουσίας του ελληνικού βιβλίου στις άλλες χώρες;
«Ακόμα και σε περιόδους όπου κατ’ εξαίρεση το κράτος έστρεψε το βλέμμα του στον χώρο του βιβλίου το αποτέλεσμα ήταν υπερπαραγωγή γραφειοκρατικών δομών και όχι ουσιαστική ενίσχυση της φιλαναγνωσίας και στήριξη της ποιοτικής ελληνικής βιβλιοπαραγωγής. Οι λόγοι αναζητούνται φυσικά καταρχάς στην υποτίμηση της σημασίας του βιβλίου, στο γεγονός ότι στην Ελλάδα ο κλάδος του βιβλίου ακόμα και σήμερα είναι σχετικά αυτόνομος και αποτελείται από οικογενειακές και μικρές/μικρομεσαίες επιχειρήσεις με περιορισμένη δυνατότητα παρέμβασης στα τεκταινόμενα, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες όπου οι μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι ανήκουν σε πολυεθνικές πολυκλαδικές επιχειρήσεις με τεράστια δύναμη επιρροής. Πολύ περισσότερο όταν στην Ελλάδα, και για λόγους ιστορικούς, οι σημαντικότεροι εκδοτικοί οίκοι και η παραγωγή τους δεν ήταν φίλια με το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα. Τώρα γιατί η πρώτη “αριστερή” κυβέρνηση συντηρεί νόμους, όπως η κατάργηση της ενιαίας τιμής, που αποτελούν τροχοπέδη όχι τόσο για την ανάπτυξη, αλλά για την επιβίωση του κλάδου, είναι ακόμα ένα απορίας άξιον γεγονός» απαντά στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ο Βαγγέλης Γεωργακάκης των εκδόσεων Τόπος.
Τα παιδικά
Πώς κρατούνται οι εκδοτικοί οίκοι ζωντανοί εν μέσω κρίσης, λιτότητας και ψηφιακής εποχής; «Χάρη στα παιδικά βιβλία» διαβεβαιώνει ο εκδότης του Κέδρου Ευάγγελος Παπαθανασόπουλος, ενώ ο Αντώνης Μ. Σιδέρης των ομώνυμων εκδόσεων υποστηρίζει: «Οι εκδοτικοί οίκοι επιβιώνουν κάνοντας προσεκτικότερες επιλογές, επενδύοντας σε συγγραφείς γνωστά ονόματα που μπορούν να φέρουν πωλήσεις, και σε μεταφράσεις συγγραφέων που έχουν κάνει επιτυχία στη χώρα του ή έξω από τα σύνορα αυτής. Και σίγουρα έχουν συμπιέσει τα κόστη τους στην όλη διαδικασία της παραγωγής».
Για τον Θάνο Ψυχογιό «η επιλογή έκδοσης ενός βιβλίου εμπεριέχει μεγάλο ρίσκο και δεν διαφέρει σε τίποτα από την αγορά μιας μετοχής στο Χρηματιστήριο».
Τα μπεστ, τα λονγκ σέλερ και η κρίση στα σχολικά βοηθήματα
Ποια βιβλία έχει επηρεάσει η κρίση και τι θεωρείται σήμερα μπεστ σέλερ;
«Η κρίση δεν επηρέασε το μπεστ σέλερ, επηρέασε παραδόξως το σχολικό βοήθημα, γιατί αυτό είναι το είδος του βιβλίου που απευθύνεται στις λαϊκές και τις μεσαίες τάξεις που έχουν πληγεί από την κρίση. Οι πλούσιοι δεν είχαν ποτέ ανάγκη από σχολικά βοηθήματα, είχαν τα ιδιωτικά σχολεία» μας λέει ο Στέφανος Πατάκης. Στον εκδοτικό οίκο του -αν εξαιρέσουμε κάποια βιβλία-πυροτεχνήματα και μη αντιπροσωπευτικά, όπως το «Οι 50 αποχρώσεις του Γκρι» που πούλησε σχεδόν 300.000 αντίτυπα- ένα μπεστ σέλερ φτάνει το πολύ τα 20.000 αντίτυπα!
«Τι σημαίνει μπεστ σέλερ; Εξαρτάται από το είδος. Ενα καλό λογοτεχνικό ξένου σύγχρονου συγγραφέα που έχει πουλήσει 5.000 αντίτυπα θεωρείται σήμερα στην Ελλάδα μπεστ σέλερ. Αντίστοιχα, ένα βιβλίο που έχει πουλήσει 20.000 και 30.000 αντίτυπα και απευθύνεται σε πιο μαζικό κοινό» απαντά ο Νώντας Παπαγεωργίου από το Μεταίχμιο.
«Οι αριθμοί που ορίζουν ένα μπεστ σέλερ διαφέρουν ανά κατηγορία βιβλίων. Για παράδειγμα, στη λογοτεχνία, και όσον αφορά τις εκδόσεις Ψυχογιός, κάποια μπεστ σέλερ μας έχουν ξεπεράσει τα 200.000 αντίτυπα, που είναι εξαιρετικά υψηλός αριθμός, δεδομένου του μικρού ποσοστού σταθερών αναγνωστών στη χώρα μας. Σε βιβλία γενικών γνώσεων οι πωλήσεις 10.000-15.000 αντιτύπων αρκούν για να θεωρηθεί το βιβλίο μπεστ σέλερ» λέει Θάνος Ψυχογιός.
Ο εκδοτικός οίκος Κέδρος υπογραμμίζει πως, εκτός από τα μπεστ σέλερ, πλέον υπάρχουν και τα λονγκ σέλερ βιβλία, που εδώ και πολλά χρόνια συνεχίζουν να πουλούν από 1.000 έως 2.000 αντίτυπα κάθε χρόνο».
Αλλα ζητούν εδώ και άλλα κάνουν στα κράτη τους οι δανειστές
Τι είναι η Ενιαία Τιμή Βιβλίου και ποιος ο ρόλος της; Θεωρείται απαραίτητη για την ανάδειξη μίας υγιούς κουλτούρας ανάγνωσης, όπως μας επισημαίνουν οι εκδότες. Και όχι μόνο. Ορίζει την επιβίωση των μικρών κοιτίδων πολιτισμού -δηλαδή των βιβλιοπωλείων- που δίνουν ανάσα σε κάθε γειτονιά.
Ο Νώντας Παπαγεωργίου μάς εξηγεί: «Η κατάργηση του νόμου της ενιαίας τιμής επιτρέπει στις αλυσίδες και στα μεγάλα βιβλιοπωλεία να κάνουν μεγάλες εκπτώσεις, τις οποίες δεν μπορούν να ακολουθήσουν μικρότερα βιβλιοπωλεία, με άμεση συνέπεια να χάνουν την πελατεία τους και το ένα μετά το άλλο να βάζουν λουκέτο».
Οι τροϊκανοί ζήτησαν την κατάργηση της ενιαίας τιμής τη στιγμή που στη Γερμανία ισχύει άλλος νόμος που προστατεύει τον κλάδο και τον πολιτισμό, μας ενημερώνει ο Στέφανος Πατάκης. Συγκεκριμένα, η Γερμανία τηρεί την ενιαία τιμή για 18 μήνες από την ημέρα κυκλοφορίας ενός βιβλίου. Επειτα οι εκδότες είναι ελεύθεροι να διαθέσουν όπως θέλουν το προϊόν τους.
Στη Γαλλία, όπου από τα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης «το γαλλικό κράτος θεωρεί ότι ο πολιτισμός δεν είναι ιδιωτική υπόθεση», απαγορεύεται μέσω του νόμου Λανγκ η διαφήμιση βιβλίων στις τηλεοράσεις, έτσι ώστε να μη διαφημίζονται μόνο τα εμπορικά βιβλία και οι αναγνώστες να επιλέγουν ανεπηρέαστοι. Αυτό συμβαίνει γιατί το γαλλικό κράτος κατατάσσει τα βιβλία στα δημόσια αγαθά, με αποτέλεσμα να «αντιμετωπίζονται ως πολιτιστικό και όχι ως εμπορικό προϊόν». Ακόμα και η Ιαπωνία, η οποία δεν έχει την ίδια ιστορική κληρονομιά με την Ευρώπη στο θέμα της ανάγνωσης, ορίζει τα βιβλία ως «βασικό παράγοντα της πολιτιστικής ευημερίας της χώρας».
Η νέα εποχή που δεν πρόκειται να σκεπάσει τη μυρωδιά του χαρτιού
Ενα βιβλίο διαβασμένο από χίλιους διαφορετικούς ανθρώπους -έλεγε ο Ταρκόφσκι- είναι χίλια διαφορετικά βιβλία. Δεν αναφερόταν στις συσκευές ανάγνωσης ηλεκτρονικών βιβλίων αλλά σε εκείνες τις εκδόσεις που επιστρατεύουν τις ανθρώπινες αισθήσεις. Σε εκείνα τα βιβλία που μυρίζουν χαρτί και στων οποίων τις σελίδες μπορείς να επιστρέψεις μέσω της αφής.
Πώς διαμορφώνονται τα νέα εκδοτικά ήθη στην ψηφιακή εποχή εν μέσω κρίσης και ενώ γίνεται λόγος ήδη για μια χαμένη εξαετία του βιβλίου, καθώς ο κλάδος αυτός πλήττεται σε όλα τα πεδία;
Ο Ηλίας Λιβάνης επισημαίνει στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ότι ζούμε μία επανάσταση και ότι η μετάβαση στη νέα εποχή μπορεί να αργήσει, διασαφηνίζοντας ωστόσο ότι το e-book είναι ακόμα σε βρεφική εποχή όσον αφορά κυρίως το λογοτεχνικό βιβλίο.
«Το βιβλίο δεν είναι ένα αγαθό πολυτελείας. Οι άνθρωποι συνεχίζουν να θέλουν το χάρτινο βιβλίο. Ο φόβος πως θα εξαφανιστεί από το ηλεκτρονικό νομίζω πως έχει πια ξεπεραστεί» δηλώνει ο Ευάγγελος Παπαθανασόπουλος, ο εκδότης του Κέδρου, επικαλούμενος την Εκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης, όπου εξαλείφθηκαν και οι τελευταίες ανησυχίες των εκδοτών. Τον συναντήσαμε ανάμεσα σε «φυσικά βιβλία», όπως τα αποκαλεί, και μας είπε με άκρως καθησυχαστικό ύφος: «Είναι οξύμωρο να απολαύσει κάποιος λογοτεχνία ή ποίηση μέσα από μια οθόνη».
Το πρόβλημα στην Ελλάδα δεν είναι σίγουρα η ψηφιοποίηση, η μετατροπή δηλαδή των αναλογικών μέσων σε ψηφιακή μορφή.
Η τεχνολογία αντιμετωπίζεται ως σύμμαχος εξάλλου από τους περισσότερους εκδότες, που βγάζουν τα βιβλία τους και σε e-books και πιστεύουν πως δεν υπάρχουν στεγανά στην ανάγνωση.
Το πρόβλημα είναι πως οι Ελληνες διαβάζουν λιγότερο από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Τι φταίει; «Οι Ελληνες είναι πιο εξωστρεφείς από τους Βορειοευρωπαίους» μας λέει ο Ευάγγελος Παπαθανασόπουλος, προσθέτοντας: «Ο άνθρωπος καλλιεργείται όμως μέσω της ανάγνωσης, ακόμα κι αν αρχικά επιλέγει πιο εμπορικά βιβλία. Είναι μια αρχή καλύτερη από το τίποτα».
Αν η γένεση του μυθιστορήματος συνδέεται με την άνοδο της αστικής τάξης και την αντίστοιχη κοσμοθεωρία, τότε εξηγείται και με αυτόν τον τρόπο η μυθιστορηματική υστέρηση στη χώρα μας, η οποία είναι οργανωμένη με άλλες προνεωτερικές δομές… και όπου το υπουργείο Πολιτισμού έχει παραδοσιακά τον ρόλο ενός υποβαθμισμένου μηχανισμού.
Οσο για τη θέση της ελληνικής λογοτεχνίας στα ράφια του κόσμου, ο Ηλίας Λιβάνης υποστηρίζει: «Δεν έχουμε βοηθήσει ως χώρα στο να διαφημίσουμε το ελληνικό βιβλίο στις διεθνείς εκθέσεις».
Τι θα μπορούσε να κάνει το κράτος, αν είχε επικεφαλής πολιτικούς κατάλληλους στη διαχείριση ζητημάτων κουλτούρας έτσι ώστε να υποστηριχτεί το ελληνικό βιβλίο τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων, έτσι ώστε η σύγχρονη ελληνική κουλτούρα να μην υπονομεύεται από τους ίδιους τους Ελληνες πολιτικούς;
«Να διαθέσει οικονομικούς πόρους ώστε οι συγγραφείς να επισκέπτονται σχολεία, να προωθήσει τη συμμετοχή της χώρας μας σε διεθνείς εκθέσεις με πρόγραμμα και σχέδιο, να προωθήσει Ελληνες συγγραφείς και το έργο τους στο εξωτερικό, να επιδοτήσει μεταφράσεις από άλλες γλώσσες, να υπερασπιστεί τα πνευματικά δικαιώματα». Αυτά είναι μερικά από τα βασικά θέματα για τα οποία η Πολιτεία πρέπει να μεριμνήσει με σοβαρότητα και στα οποία συμφωνούν οι περισσότεροι Ελληνες εκδότες.