Στην οδό Κοραή 4, στο κέντρο της Αθήνας, βρισκόταν η Κομαντατούρ, ο χώρος όπου βασανίστηκαν χιλιάδες Έλληνες αγωνιστές της Αντίστασης. Μπροστά από το κτίριο, το οποίο οι Αθηναίοι αποκαλούσαν χαρακτηριστικά «Κομμανταντούρα», στάθμευαν στρατιωτικά οχήματα, ενώ τα υπόγεια είχαν μετατραπεί σε χώρους κράτησης και ανάκρισης.
Η ιστορία του κτιρίου
Πριν από τον πόλεμο, στο νεόδμητο τότε κτίριο της οδού Κοραή είχε εγκατασταθεί η Εθνική Ασφαλιστική, η οποία ετοιμαζόταν να εορτάσει τα 50 χρόνια από την ίδρυσή της, το 1941. Ωστόσο, τα πολεμικά σύννεφα είχαν ήδη πυκνώσει πάνω από την Ευρώπη.
Λίγο μετά την κήρυξη του πολέμου, τα Υπουργεία Εσωτερικών και Τύπου και Τουρισμού προχώρησαν σε αναγκαστική μίσθωση μεγάλου μέρους του νέου κτιρίου. Στις 27 Απριλίου 1941 τα γερμανικά στρατεύματα εισήλθαν στην Αθήνα και, λίγες ημέρες αργότερα, στις 6 Μαΐου, προχώρησαν στην επίταξη του κτιρίου της οδού Κοραή, μαζί με όλη την επίπλωσή του. Για την εκτέλεση της διαταγής δόθηκε προθεσμία μόλις μίας ημέρας.
Η αγωνία της Διοίκησης αποτυπώνεται στα πρακτικά του Διοικητικού Συμβουλίου: «Παρά των Γερμανικών αρχών της κατοχής επετάχθησαν διάφορα διαμερίσματα του Μεγάρου της Εταιρείας, εν οις ήτο εγκατεστημένον το καταργηθέν Υπουργείον Τύπου και Τουρισμού. Από της χθες ειδοποιήθημεν ότι η επίταξις θέλει εκταθεί επί ολοκλήρου του προς την οδόν Κοραή τμήματος των Γραφείων της Εταιρείας μετά του μεγίστου μέρους της επιπλώσεως, ταχθείσης προθεσμίας μέχρι της σήμερον εσπέρας προς αποχώρησιν ημών εκ του κατασχεθέντος διαμερίσματος, όπερ αποτελεί τα ¾ περίπου του όλου χώρου των Γραφείων μας».

Ο χώρος της κράτησης
Στους χώρους αυτούς κρατήθηκαν πολλοί Έλληνες πατριώτες, αλλά και Γερμανοί και Ιταλοί που είχαν αντιταχθεί στους ναζί. Από τα υπόγεια της Κομαντατούρ «πέρασαν» πολίτες κάθε ηλικίας – ακόμη και παιδιά δεκατεσσάρων ετών – για ασήμαντα παραπτώματα. Το κτίριο στέγαζε διάφορες υπηρεσίες των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής και φυσικά το Φρουραρχείο (Kommandantur). Στην κορυφή του κυμάτιζε η σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό, ενώ τα υπόγεια αντιαεροπορικά καταφύγια μετατράπηκαν σε φυλακές και κέντρα ανάκρισης.

Τα υπόγεια της οδού Κοραή
Τα δύο υπόγεια – έξι μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης – είχαν κατασκευαστεί από τους μηχανικούς Ε. Κριεζή και Α. Μεταξά ως τα πλέον σύγχρονα αντιαεροπορικά καταφύγια της εποχής. Διέθεταν μεταλλικές, αεροστεγείς πόρτες γερμανικής προέλευσης και εσωτερικό κλιμακοστάσιο που συνέδεε τους δύο ορόφους, γεγονός που αργότερα διευκόλυνε τον κατακτητή στη χρήση του χώρου.

Τα κρατητήρια λειτουργούσαν κυρίως ως κέντρα μεταγωγών. Οι κρατούμενοι μεταφέρονταν συνήθως στις φυλακές Αβέρωφ, στα γερμανικά στρατοδικεία, σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, σε καταναγκαστικά έργα ή σε τόπους εκτελέσεων.

Τα ίχνη των κρατουμένων
Στους τοίχους του δευτέρου, και σε μικρότερο βαθμό του πρώτου υπογείου, οι κρατούμενοι χάραζαν ή έγραφαν, με όποιο αιχμηρό αντικείμενο διέθεταν, μηνύματα, ονόματα, χρονολογίες και σχέδια: ανθρώπινες φιγούρες, καράβια, τραμ, αυτοκίνητα. Έτσι, κληροδότησαν στις επόμενες γενιές ανεξίτηλα ίχνη ιστορικής μνήμης.

Οι Γερμανοί επιχειρούσαν επανειλημμένα να σβήσουν τα σημάδια, βάφοντας τους τοίχους, όμως κάθε φορά οι κρατούμενοι ξαναχάραζαν πάνω στο φρέσκο χρώμα τα δικά τους μηνύματα αντίστασης και ελπίδας.


