«Εκτέλεσαν εν ψυχρώ τον γιο μου, να φύγουν από το χωριό», λέει η μάνα του Φανούρη
Πεδίο έντασης και φόβοι έχουν γίνει τα Βορίζια τα τελευταία 24ωρα, με την ατμόσφαιρα στο χωριό να παραμένει ηλεκτρισμένη. Οι δρόμοι μυρίζουν καπνό από μπαλωθιές, οι συζητήσεις σιγοβράζουν και οι μαρτυρίες για ενέδρες και πυροβολισμούς κυριαρχούν. Πάνοπλες αστυνομικές δυνάμεις περιπολούν την περιοχή, ενώ οι κάτοικοι κινούνται προσεκτικά, φοβούμενοι ότι η εχθρότητα ανάμεσα σε δύο οικογένειες μπορεί να μετατραπεί σε νέο κύμα βίας οποιαδήποτε στιγμή.
Οι αρχές συνεχίζουν τις έρευνες για τον εντοπισμό των τριών ανδρών που, σύμφωνα με την αστυνομία, σχετίζονται με το αιματηρό επεισόδιο και αναζητούνται για να δώσουν εξηγήσεις. Η παρουσία της ΕΛ.ΑΣ. είναι πυκνή, αλλά ταυτόχρονα οι πληροφορίες που συλλέγονται είναι ατελείς: κάμερες, μαρτυρίες και ίχνη στην περιοχή δουλεύονται μεθοδικά, ώρες και μέρες μετά το περιστατικό, χωρίς όμως μέχρι στιγμής να υπάρχει πλήρης εικόνα για το ποιοι πυροβόλησαν και υπό ποιες συνθήκες.
Οι συγγενείς των τριών ανδρών που αναζητούνται εμφανίζονται με σταθερό αφήγημα: τα παιδιά τους «δεν έχουν φύγει στα βουνά» αλλά παραμένουν στο χωριό και «θα εμφανιστούν» όταν χρειαστεί. Όπως εξηγούν, τα άτομα για τα οποία έχει σχηματιστεί δικογραφία «σκοπεύουν να παρουσιαστούν και να δηλώσουν ξεκάθαρα πως ήταν παρόντες στο περιστατικό αλλά ούτε πυροβόλησαν, ούτε σκότωσαν κανέναν». Η φράση τους είναι σαφής και μετρημένη, και σε αυτήν περιλαμβάνεται το ακριβές απόσπασμα που διατυπώνουν: «Είναι εδώ. Δεν πήγαν στα βουνά. Δεν έφυγαν να σωθούν. Είναι στο χωριό μαζί μας κι όταν έρθει η ώρα θα εμφανιστούν και θα πουν “ήμασταν εκεί, ναι, αλλά δεν πυροβολήσαμε, δεν σκοτώσαμε”».
Ωστόσο, αυτή η στάση των συγγενών ρίχνει λάδι στη φωτιά της τοπικής πόλωσης: από τη μία, οικογένειες που απαιτούν αποκατάσταση της τιμής και εκφράζουν φόβο για τυχόν διώξεις· από την άλλη, κάτοικοι που έχουν δει τα σπίτια τους να περικυκλώνονται από μπαλωθιές και ζητούν άμεση απονομή δικαιοσύνης και ασφάλεια. Οι ίδιοι συγγενείς υπενθυμίζουν το πολιτισμικό υπόβαθρο της Κρήτης, όπου «η τιμή είναι βαριά λέξη – κι όταν μπλέκεται με αίμα γίνεται σταυρός που δεν σηκώνεται εύκολα», ένα σχόλιο που προσδιορίζει το πλαίσιο και τα βαθιά ριζωμένα πάθη που τροφοδοτούν τη σύγκρουση.
Οι μέρες που θα ακολουθήσουν -αν, όπως λένε οι συγγενείς, τα αναζητούμενα πρόσωπα εμφανιστούν- θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό την κατεύθυνση των εξελίξεων: αν θα υπάρξει αποκλιμάκωση με νομική διαδικασία, ή αν η ένταση θα οδηγήσει σε αντιποίνους. Το χωριό είναι διχοτομημένο· ορισμένοι ζητούν «δικαιοσύνη», άλλοι «ησυχία», ενώ ο φόβος για βεντέτα παραμένει στην κορυφή των ανησυχιών.
«Είναι εν ψυχρώ εκτέλεση» – Ξεσπά η μάνα του 39χρονου
Στο επίκεντρο του πόνου βρίσκεται η μητέρα του 39χρονου Φανούρη Καργάκη, που μίλησε με οργή και απεγνωσμένη λύπη, μια φωνή γεμάτη πόνο που αντανακλά το μέγεθος της τραγωδίας. Σε τηλεοπτική συνέντευξη στο Action 24, λίγες ώρες μετά την κηδεία, κατήγγειλε πως πρόκειται για «εν ψυχρώ εκτέλεση» του γιου της και απαίτησε την απομάκρυνση της άλλης οικογένειας από το χωριό: «απαιτώ να φύγουν αυτοί (σ.σ η οικογένεια Φραγκιαδάκη) από το χωριό».
Η μητέρα επαναλάμβανε εικόνες τρόμου: όπως είπε, «ξεκίνησαν μπαλωθιές από πάνω, κάλεσε η κόρη την αστυνομία. Εκεί ήταν η αστυνομία, φωνάζαν “πουταναριά”, της φώναζαν ότι θα την κρεμάσουνε». Περιέγραψε επίσης ότι «μετά πήγαν στην εκκλησία, φέρανε τα καλάνσικοφ, ο γιος πέρασε από εκεί, του είχαν ενέδρα και τον σκότωσαν εν ψυχρώ. Αν δείτε το αυτοκίνητο θα καταλάβετε. 15 άτομα παίζανε (σ.σ. η λέξη που χρησιμοποιούν στην Κρήτη για όσους πυροβολούν)».
Η φωνή της μητέρας δεν κρύβει την οργή και την αίσθηση του αδικημένου: «Εγώ κατέχω πως έχασα το παλικαράκι μου, παιδί μου, αντράκι μου» είπε και πρόσθεσε ότι θεωρεί ότι ο γιος της ήταν αθώος των κατηγοριών περί πρόκλησης. Σε άλλη φράση που επανέλαβε με σφοδρότητα και παλμό, τόνισε: «αυτοί θα φύγουν από το χωριό, αν θέλουν να κάτσουν εδώ, ας κάτσουν. Εγώ απαιτώ να φύγουν αυτοί από το χωριό. Δεν ξέρω αν θα σταματήσει εδώ, δεν ξέρω. Εγώ απαιτώ να φύγουν από εδώ. Και το 1955 που γίνηκε η άλλη ιστορία ο παππούς τους το έκανε».
Η επόμενη μέρα και το ερώτημα της αποκλιμάκωσης
Η υπόθεση στα Βορίζια δεν είναι μόνο ένα αστυνομικό γεγονός. Είναι ένα εγχειρίδιο εθνικών και τοπικών τραυμάτων: τιμή, αντίποινα, σιωπή και φόβος.
Αν οι τρεις που αναζητούνται εμφανιστούν και δοθεί διαδικασία, ίσως ο δρόμος της δικαιοσύνης να προσφέρει ένα στοιχείο επούλωσης. Αν όχι, ο κίνδυνος νέων αιμάτων θα παραμείνει άμεσος. Μέχρι τότε, το χωριό αναπνέει με δυσκολία και η μάνα του Φανούρη συνεχίζει να ζητά απαντήσεις — και δικαίωση.


