Την Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου θα αρχίσει η καταβολή στις τράπεζες. Ποιοι θα δουν αύξηση 2,4% και ποιοι 1,2%
Την προσεχή Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου καταβάλλονται από τον ΕΦΚΑ οι συντάξεις Ιανουαρίου. Αυτές θα έχουν δύο σημαντικές αλλαγές: α) θα είναι αυξημένες κατά 2,4% και β) πρώτη φορά αυξημένες κατά 1,2% για όσους έχουν μεγάλη προσωπική διαφορά.
- Από τον Σπύρο Γεράρδη
Αντίθετα, όσοι έχουν μικρή προσωπική διαφορά θα λάβουν ολόκληρη την αύξηση, όπως θα συμβεί για το σύνολο των συνταξιούχων από το 2027 και στο εξής.
Πριν από τα Χριστούγεννα, ως είθισται, συγκεκριμένα την Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2025, θα αρχίσει η καταβολή των συντάξεων Ιανουαρίου. Η απόφαση αυτή ελήφθη στα χρόνια των Μνημονίων, μετά και την κατάργηση της 13ης και 14ης σύνταξης.
Ετσι, ο ΕΦΚΑ αναμένεται να καταβάλλει τις συντάξεις ως εξής:
■ Την Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου του 2025 θα δοθούν οι κύριες συντάξεις για τα τέως ταμεία μη μισθωτών ΟΑΕΕ, ΟΓΑ και ΕΤΑΑ. Επίσης την ίδια ημέρα προβλέπεται να δοθούν οι κύριες συντάξεις που απονεμήθηκαν από τη σύσταση του ΕΦΚΑ και μετά, με τον ν. 4387/2016, μέσω του ΟΠΣ-ΕΦΚΑ (συντάξεις μισθωτών & μη μισθωτών από 1.1.2017 και έπειτα) αλλά και όλες οι επικουρικές συντάξεις του ιδιωτικού τομέα (μη μισθωτών και μισθωτών).
■ Την Τρίτη 23 Δεκεμβρίου του 2025 οι κύριες συντάξεις στα τέως ταμεία μισθωτών (ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, τραπεζών, ΟΤΕ, ΔΕΗ, ΛΟΙΠΩΝ ΕΝΤΑΣΣΟΜΕΝΩΝ [ΤΣΕΑΠΓΣΟ, ΤΣΠ-ΗΣΑΠ], ΝΑΤ, ΕΤΑΤ και ΕΤΑΠ-ΜΜΕ). Την ίδια ημερομηνία θα πληρωθούν και οι κύριες και επικουρικές συντάξεις του Δημοσίου. Ο νόμος 4387 του 2016, γνωστός και ως νόμος Κατρούγκαλου, άλλαξε άρδην τον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων. Συγκεκριμένα, χώρισε την Κύρια σύνταξη σε Εθνική και Ανταποδοτική, με το δεύτερο σκέλος να υπολογίζεται με βάση τον μέσο όρο των ασφαλιστέων αποδοχών από το 2002 έως σήμερα, σε αντίθεση με όσα ίσχυαν πριν από την ίδρυση του ΕΦΚΑ στα διάφορα ταμεία (ΙΚΑ, ΟΑΕΕ κλπ.), όπου κατά κανόνα λαμβάνονταν υπόψη τα 5 ή 10 καλύτερα έτη).
Ο νόμος Κατρούγκαλου
Με στόχο να μη μειωθούν τότε και άλλο οι συντάξεις, θεσπίστηκε παράλληλα ο μηχανισμός της Προσωπικής Διαφοράς για τους παλαιούς συνταξιούχους, δηλαδή ο λογιστικός διαχωρισμός του υπερβάλλοντος ποσού μεταξύ του παλιού και νέου υπολογισμού των συντάξεων. Ετσι, ναι μεν δεν μειώθηκαν οι συντάξεις, ωστόσο αποφασίστηκε ότι οι παλαιοί συνταξιούχοι δεν θα λάμβαναν τις μελλοντικές αυξήσεις μέχρι να μηδενιστεί η Προσωπική Διαφορά.
Απώτερος σκοπός ήταν να ισοσκελιστούν οι αποδοχές παλαιών και νέων συνταξιούχων, καθώς οι μεταξύ τους διαφορές μπορεί και να έφταναν, σύμφωνα με τους τότε υπολογισμούς, ακόμη και το 30%. Παρά το γεγονός ότι κατάργηση του νόμου Κατρούγκαλου και άρα της Προσωπικής Διαφοράς ήταν από τις βασικές δεσμεύσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη από τη θέση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η Ν.Δ. δεν «τόλμησε» να αλλάξει το πλαίσιο. Ετσι, αφενός μεν προχώρησε σε διαδοχικές αυξήσεις των συντάξεων με βάση τον νόμο του ΣΥΡΙΖΑ, αφετέρου δε έδωσε ως μερικό αντιστάθμισμα το Επίδομα Προσωπικής Διαφοράς για όσους δεν λάμβαναν αύξηση.
Την εβδομάδα που μας πέρασε δημοσιεύτηκε στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως» η απόφαση για την αύξηση των συντάξεων για το 2026, που επιβεβαιώνεται στο 2,4%. Το ποσοστό αυτό προκύπτει με βάση το άθροισμα του πληθωρισμού και του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας, διαιρούμενο διά δύο, συνεπώς είναι σαφώς μικρότερο από την ετήσια αύξηση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή. Για να το πούμε πιο απλά, για άλλη μία χρονιά οι συνταξιούχοι όχι μόνο δεν θα αυξήσουν το εισόδημά τους, αλλά αντιθέτως θα γίνουν φτωχότεροι.
Διευκρινίζεται, παράλληλα, ότι μετά τις οριστικές ανακοινώσεις από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. θα γίνει, εφόσον απαιτείται, συμψηφισμός με τις αυξήσεις της επόμενης χρονιάς. Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Τυχόν διαφορές που θα προκύψουν μεταξύ των στοιχείων της Εισηγητικής Εκθεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού έτους 2026 και των αντίστοιχων στοιχείων που θα δημοσιεύσει η Ελληνική Στατιστική Αρχή το 2026, όσον αφορά (α) το ετήσιο ποσοστό μεταβολής του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος και (β) το ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό του συντελεστή αύξησης των συντάξεων στην απόφαση που αφορά το αμέσως επόμενο έτος και αποδίδονται».
Η σταδιακή κατάργηση της Προσωπικής Διαφοράς που άργησε οκτώ χρόνια
Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε την υλοποίηση της προεκλογικής δέσμευσης του… 2017 με οκτώ χρόνια καθυστέρηση κι έτσι η κυβέρνηση προχωρά στην κατάργηση (ή καλύτερα ενσωμάτωση) της Προσωπικής Διαφοράς από το νέο έτος, σε δύο φάσεις.
Συγκεκριμένα, η διάταξη που ψηφίστηκε από τη Βουλή προβλέπει «για το έτος 2026 συμψηφισμό ποσοστού 50% του ποσού της αύξησης των κύριων συντάξεων, που προκύπτει σύμφωνα με τον συντελεστή αύξησης των συντάξεων του έτους 2026, με το ποσό της Προσωπικής Διαφοράς που διατηρούν οι συνταξιούχοι και χορήγηση ολόκληρου του εναπομείναντος ποσού της αύξησης ανάλογα με το ύψος της Προσωπικής Διαφοράς.
Σημειώνεται ότι οι συνταξιούχοι με μηδενική προσωπική διαφορά στις 31.12.2025 λαμβάνουν όλο το ποσοστό της χορηγούμενης αύξησης για το έτος 2026. Οι συνταξιούχοι με διαμορφωθείσα κατά τις 31.12.2025 Προσωπική Διαφορά μικρότερη σε ποσό του 50% του ποσού της αύξησης των κύριων συντάξεων του έτους 2026 λαμβάνουν, μετά τον συμψηφισμό της προσωπικής διαφοράς με το ποσό της αύξησης, το ποσό της αύξησης που εναπομένει, ανάλογα με το ύψος της προσωπικής διαφοράς, με κατώτατο ποσό αύξησης το 50% της συνολικής αύξησης.
Οι συνταξιούχοι με διαμορφωθείσα κατά τις 31.12.2025 Προσωπική Διαφορά μεγαλύτερη σε ποσό του 50% του ποσού της αύξησης των κύριων συντάξεων του έτους 2026, λαμβάνουν μετά τον συμψηφισμό της Προσωπικής Διαφοράς με το 50% του ποσού της αύξησης, το υπολειπόμενο 50% του ποσού της αύξησης. Από το έτος 2027 και στο εξής χορηγείται πλήρης αύξηση στο ποσό των κύριων συντάξεων, όπως έχει διαμορφωθεί την 31η Δεκεμβρίου 2026, χωρίς συμψηφισμό του εναπομείναντος υπερβάλλοντος ποσού λόγω Προσωπικής Διαφοράς.
Επομένως, η Προσωπική Διαφορά που έχει διαμορφωθεί στις 31.12.2026 διατηρείται από 1ης.1.2027 και εφεξής χωρίς να συμψηφίζεται με τις χορηγούμενες αυξήσεις των συντάξεων. Το ποσό αυτό δεν αναπροσαρμόζεται κατά την αύξηση των συντάξεων. Επίσης, δεν υπόκειται σε ασφαλιστικές κρατήσεις, πλην των περιπτώσεων που μέχρι σήμερα διενεργούνται κρατήσεις. Με απλά λόγια, όσοι δεν έχουν καθόλου προσωπική διαφορά θα λάβουν το 100% της αύξησης. Οσοι έχουν προσωπική διαφορά που ξεπερνά το 50% της αύξησης η οποία θα δοθεί το 2026, θα πάρουν τη μισή αύξηση, δηλαδή 1,2%.
Οσοι, τέλος, έχουν προσωπική διαφορά που δεν ξεπερνά το 50% της αύξησης που θα δοθεί, θα πάρουν αύξηση από 50% έως 99%. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας, προσωπική διαφορά διατηρούν σήμερα 671.586 συνταξιούχοι. Εξ αυτών, περίπου 300.000 θα δουν άμεσα αυξήσεις το 2026, ενώ οι υπόλοιποι (περίπου 370.000) θα δουν τη διαφορά να μειώνεται, με την πλήρη κατάργηση να ολοκληρώνεται το 2027.


