Η ιλαρά και η ερυθρά, δύο ασθένειες που στο παρελθόν προκάλεσαν σοβαρές επιδημίες, εξακολουθούν να αποτελούν πρόκληση για τη δημόσια υγεία στην Ευρώπη, παρά την εντυπωσιακή πρόοδο των τελευταίων δεκαετιών. Χάρη στα προγράμματα εμβολιασμού, εκατομμύρια ζωές έχουν προστατευθεί, όμως η επιτυχία αυτή δεν είναι δεδομένη: η παραμικρή χαλάρωση μπορεί να ανατρέψει χρόνια προσπαθειών.
Η ιλαρά, μια εξαιρετικά μεταδοτική ιογενής λοίμωξη, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές όπως πνευμονία ή εγκεφαλίτιδα, και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και σε θάνατο. Η ερυθρά, αν και συνήθως ήπια στους περισσότερους ενήλικες και παιδιά, είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για τις εγκύους, καθώς μπορεί να προκαλέσει συγγενές σύνδρομο ερυθράς (CRS) στο έμβρυο, με μη αναστρέψιμες βλάβες.
Και οι δύο νόσοι προλαμβάνονται αποτελεσματικά μέσω του εμβολίου MMR (ιλαράς–παρωτίτιδας–ερυθράς), ωστόσο, για να διασφαλιστεί η εξάλειψή τους, απαιτείται κάλυψη πάνω από 95% με δύο δόσεις. Δυστυχώς, αρκετές χώρες της ΕΕ/ΕΟΧ εξακολουθούν να υπολείπονται αυτού του ορίου.
Η εικόνα στην Ελλάδα
Η Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ECDC (Σεπτέμβριος 2025), παρουσιάζει χαμηλή κυκλοφορία ιλαράς. Κατά το διάστημα Οκτώβριος 2024 – Σεπτέμβριος 2025, αναφέρθηκαν 7 περιστατικά, δηλαδή 0,7 ανά εκατομμύριο πληθυσμού – ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη.
Όσον αφορά την ερυθρά, η εικόνα είναι ακόμη πιο ενθαρρυντική: μόνο ένα περιστατικό καταγράφηκε, τον Αύγουστο του 2025, επιβεβαιώνοντας τη σταθερά χαμηλή κυκλοφορία του ιού στη χώρα.
Παρά το ευνοϊκό αυτό προφίλ, οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την ανεπαρκή εμβολιαστική κάλυψη. Η πρώτη δόση του MMR καλύπτει περίπου 91% του πληθυσμού (στοιχεία 2024), ενώ η δεύτερη δόση μόλις 71% -ποσοστά που απέχουν σημαντικά από το όριο ασφαλείας του 95%.
Το ECDC επισημαίνει ότι η χαμηλή εμφάνιση κρουσμάτων δεν σημαίνει εξάλειψη. Ακόμη και μεμονωμένα εισαγόμενα περιστατικά μπορούν να προκαλέσουν τοπικές εξάρσεις, ειδικά σε περιοχές με χαμηλότερη εμβολιαστική κάλυψη ή σε κοινότητες που αντιμετωπίζουν εμπόδια πρόσβασης στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.

Η κατάσταση στην Ευρώπη
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, παρατηρείται μείωση των κρουσμάτων ιλαράς τον Σεπτέμβριο 2025 σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες, χωρίς όμως να έχει εξαλειφθεί πλήρως ο κίνδυνος.
Από τις 28 χώρες που απέστειλαν στοιχεία στο ECDC, οι 11 κατέγραψαν 90 περιστατικά, ενώ οι υπόλοιπες 17 δήλωσαν μηδενική επίπτωση. Οι υψηλότεροι αριθμοί σημειώθηκαν:
- στην Ιταλία (27 κρούσματα),
- στην Ολλανδία (18),
- στη Γερμανία (14),
- στο Βέλγιο (9) και
- στη Ρουμανία (7).
Σε ετήσια βάση (Οκτώβριος 2024 – Σεπτέμβριος 2025), στην ΕΕ/ΕΟΧ καταγράφηκαν 10.195 περιστατικά ιλαράς. Η Ρουμανία συγκεντρώνει τα 2/3 των κρουσμάτων (6.562), ακολουθούμενη από τη Γαλλία (882), την Ιταλία (601), την Ολλανδία (556) και την Ισπανία (395).

Από τα περιστατικά με γνωστό εμβολιαστικό ιστορικό, πάνω από 80% ήταν ανεμβολίαστα, ενώ καταγράφηκαν 8 θάνατοι (σε Ρουμανία, Γαλλία και Ολλανδία).
Η νόσος πλήττει κυρίως βρέφη κάτω του ενός έτους (336,4 περιστατικά ανά εκατ.) και παιδιά 1–4 ετών (174,6 ανά εκατ.), ομάδες που δεν έχουν ολοκληρώσει τον εμβολιασμό τους.
Η ερυθρά παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα: μόλις 105 περιστατικά καταγράφηκαν στην Ευρώπη το ίδιο διάστημα, τα περισσότερα στην Πολωνία (84). Είκοσι μία χώρες δεν ανέφεραν κανένα περιστατικό, ενώ κανένας θάνατος δεν σημειώθηκε.
Οι επικαιροποιημένες συστάσεις του ECDC
Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων απευθύνει σαφείς οδηγίες προς τα κράτη μέλη:
- Διατήρηση εμβολιαστικής κάλυψης άνω του 95% με δύο δόσεις MMR.
- Ενίσχυση επιτήρησης και ταχείας ανταπόκρισης σε ύποπτα περιστατικά.
- Ενεργή ανεύρεση ανεμβολίαστων ενηλίκων και εφαρμογή catch-up προγραμμάτων.
- Ενημέρωση ιατρών και επαγγελματιών υγείας για ελέγχους εμβολιασμού, ιδιαίτερα πριν από ταξίδια.
- Αναβάθμιση της επικοινωνίας με στοχευμένες δράσεις ενημέρωσης, ώστε να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη στα εμβόλια και να καταπολεμηθεί η παραπληροφόρηση.


