Η Γερμανία γίνεται διαλλακτική υπό την ισχυρή πίεση που ασκήθηκε από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Τι σημαίνουν για την Ελλάδα περίοδος χάριτος, η επιμήκυνση και πώς αλλάζουν τα δεδομένα τα χαμηλά επιτόκια του ESM
Ενα σκληρό μπρα ντε φερ ανάμεσα στη συμμαχία ΗΠΑ – ΔΝΤ – Γαλλίας, από τη μία πλευρά, και στο μέτωπο της Γερμανίας και των χωρών «δορυφόρων» της στην ευρωζώνη, από την άλλη πλευρά, βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη τις τελευταίες εβδομάδες και θα κρίνει την τελική έκβαση του κομβικού ζητήματος του ελληνικού χρέους.
Μετά την υποβολή του ελληνικού αιτήματος για τριετές δάνειο ύψους περίπου 85 δισ. ευρώ από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), οι συζητήσεις για το θέμα του χρέους άνοιξαν για τα καλά. «Το χρέος περιλαμβάνεται πια στην ατζέντα των συζητήσεων, αλλά δεν θα γίνει “κούρεμα”» δήλωσε προχθές ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόφσκις, ενώ στα μέσα της περασμένης εβδομάδας ακόμα και ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών Μάρτιν Γέγκερ απέρριψε μεν ένα «κούρεμα», όμως άνοιξε «παράθυρο» για έμμεση ελάφρυνση. «Μια επιλογή θα μπορούσε να είναι η επέκταση της ωρίμανσης των ελληνικών δανείων» ανέφερε.
Η γερμανική κυβέρνηση άρχισε να γίνεται πιο διαλλακτική υπό την ισχυρή πίεση που ασκήθηκε από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ και ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Τζακ Λιου έκαναν την περασμένη εβδομάδα ηχηρές δημόσιες παρεμβάσεις υπέρ της ανάγκης να περιοριστεί δραστικά το βάρος του ελληνικού χρέους.
Ο Μάριο Ντράγκι
Στην προσπάθεια να κάμψει τις ενστάσεις των «σκληρών» της ευρωζώνης, ο κ. Λιου συναντήθηκε με τον Γερμανό και τον Γάλλο ομόλογό του, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και Μισέλ Σαπέν αντίστοιχα, καθώς και με τον πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι.
Από την πλευρά της, η κ. Λαγκάρντ ξεκαθάρισε ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του χρέους, ώστε να μπορέσει το ΔΝΤ να συμμετάσχει στο νέο ελληνικό πρόγραμμα, όπως επιθυμούν η Γερμανία και άλλες χώρες. Εξάλλου, το Ταμείο δημοσιοποίησε επικαιροποιημένη έκθεση που αποδεικνύει ότι το χρέος όχι μόνο δεν είναι βιώσιμο, αλλά «θα απαιτηθεί πολύ μεγαλύτερη ελάφρυνση από αυτή που είναι προετοιμασμένοι να εξετάσουν οι Ευρωπαίοι εταίροι της Ελλάδας». Σύμφωνα με την έκθεση, το χρέος θα εκτοξευτεί την επόμενη διετία στο 200% του ΑΕΠ και το 2022 θα διαμορφωθεί στο 170% του ΑΕΠ έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για 142% πριν από δύο εβδομάδες και ενώ ο στόχος του δεύτερου Μνημονίου ήταν 110%.
Το 2022 αποτελεί ορόσημο για το χρέος μας, διότι τα τοκοχρεολύσια που καλείται να πληρώσει τη συγκεκριμένη χρονιά η Ελλάδα είναι σχεδόν διπλάσια από τα ετήσια τοκοχρεολύσια της περιόδου 2016-2021. Αυτό συμβαίνει επειδή στο τέλος του 2021 λήγει η περίοδος χάριτος για την καταβολή τόκων επί των δανείων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF). Ειδικότερα, το 2022 τα τοκοχρεολύσια ανέρχονται στα 33,36 δισ. ευρώ έναντι 18,13 δισ. ευρώ το 2021. Δύσκολη από χρηματοδοτικής πλευράς είναι και η διετία 2023-2024, με τοκοχρεολύσια ύψους 28,74 δισ. ευρώ και 28,74 δισ. ευρώ αντιστοίχως. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η ελληνική κυβέρνηση δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην εξομάλυνση της καμπύλης των χρηματοδοτικών υποχρεώσεων που πρέπει να καλύψει η χώρα μας, αφού ληφθεί υπόψη και το πρόσθετο βάρος του νέου δανείου των 85 δισ. ευρώ.
Εφόσον το άμεσο «κούρεμα» έχει αποκλειστεί, η καμπύλη μπορεί να εξομαλυνθεί και το χρέος να ελαφρυνθεί με τρεις τρόπους, όπως έχει προτείνει το ΔΝΤ:
Γενναία παράταση της περιόδου χάριτος, κατά τη διάρκεια της οποίας δεν καταβάλλονται τόκοι. Η παράταση αυτή, κατά το ΔΝΤ, πρέπει να είναι της τάξεως των 30 ετών τουλάχιστον και να αφορά το σύνολο του ελληνικού χρέους προς την ευρωζώνη, δηλαδή να περιλαμβάνει και το επικείμενο δάνειο των 85 δισ. ευρώ από τον ESM.
Μεγάλη επιμήκυνση των λήξεων του χρέους, ώστε η αποπληρωμή του να εκτείνεται σε βάθος ακόμα και 80 ετών, δηλαδή έως το 2095, αντί 40 ετών, που ισχύει σήμερα.
- Περαιτέρω μείωση επιτοκίων στο ελάχιστο δυνατό επίπεδο. Η Ελλάδα δανείζεται σήμερα από την ευρωζώνη με επιτόκιο 1,35% και στο επίπεδο αυτό αναμένεται να κινηθεί και το νέο δάνειο του ESM, άρα το κόστος δανεισμού της θα είναι πολύ χαμηλότερο απ’ ό,τι θα ήταν αν οι πολιτικοοικονομικές συνθήκες επέτρεπαν την επιστροφή της στις αγορές. Ωστόσο το ΔΝΤ δανείζει τη χώρα μας με επιτόκιο 3,6% και η προσδοκία της κυβέρνησης να προκύψει ελάφρυνση μέσω εξαγοράς των δανείων του ΔΝΤ από τον ESM δεν ευοδώθηκε.
Μάριος Ροζάκος


