Ο Μεγαλέξανδρος Παπαδιαμάντης και η Γοργόνα

Αυτός ξέρει να σου γεμίσει το τραπέζι με καθετί καλό. Με το καλό της γιορτής! Τον Καλό Λόγο, εννοείται!Από τον
Στέλιο Κούκο*

Ο Παπαδιαμάντης είναι ο πασχαλινός φίλος, ο χριστουγεννιάτικος, του Αϊ-Βασίλη, των Φώτων… Είναι αυτός που θέλεις να έχεις ολόχρονα δίπλα, υπόμνηση. Και ασφαλώς σε κάθε συμπόσιο! Αυτός ξέρει να σου γεμίσει το τραπέζι με καθετί καλό. Με το καλό της γιορτής! Τον Καλό Λόγο, εννοείται! Και έτσι, γιορτάρες μέρες, μέρες κάθε ευωχίας, περνάς καλά! Είναι ο κολλητός που αρχίζεις και τελειώνεις. Εχει τον πρώτο και τον στερνό λόγο. Μαζί του νιώθεις σαν σε καράβι που τριγυρνά τις θάλασσες, τα νησιά, τις ιστορίες τους! Που ακόμη και αν δεν τις λέει, νιώθεις πως τις μηρυκάζει. 

Και αυτός, το επίκεντρο πάντα της παρέας. Χωρίς να το επιδιώκει, αφού τις περισσότερες ώρες είναι αμίλητος. Αλλά είναι ο χαρακτήρας, η υπόμνηση. Είναι η κεφαλή της γωνίας και ο λίθος που απεδοκίμασαν οι οικοδομούντες. Μαζί! Γίνεται! Είναι η σύγκραση και ο κρίκος που ενώνει. Η απουσία του βαραίνει το κλίμα. Η αδημονία της προσέλευσής του γεννά αγωνία.
-Μα πού είναι ο Αλέξανδρος;
-Δεν θα έλθει ο Αλέξανδρος;
-Πολύ άργησε, βρε παιδί μου!
-Γιατί το κάνει αυτό;
Και κει που η Γοργόνα σκάει το πρώτο της δάκρυ παίρνω τα «Απαντα»! Εκδόσεις Δόμος του κ. Μαυρόπουλου. Κριτική έκδοση Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος. Χάριτες! Δεν καθυστερώ να πάρω τους τόμους στα χέρια για να δω εκείνα τα όμορφα δάκρυά της να κυλάνε στα μάγουλά της, αλλά μοιάζει και αυτό να ανήκει στο τελετουργικό του συμποσίου, της ευωχίας. Είναι πολύ συγκινητικό αυτό το αντάμωμα.
-«Και από πού ν’ αρχίσω;» της λέω. «Θα τα διαβάσουμε όλα, όλα;» την πειράζω…
-«Οχι και όλα! Ξέρεις εσύ! Ολα τα διαβάσαμε την πρώτη φορά! Αυτά για την περίσταση σήμερα, τη γιορτή».
-«Καλά, σκούπισε τα δάκρυά σου!»
Ετσι, θα γεμίσουμε τώρα το τραπέζι! Θα έρθουμε όλοι αντάμα. «Ολα τ’ αγαπημένα» που λέει το τραγούδι. Σαν πρώτα. Αλλά δεν μιλάω για γραφικότητες. Δεν τις συμπαθώ και το ξέρει καλά! Τις βυθίζω, τις κάνω σμπαράλια. Και ας τσακιστώ και εγώ! Καταλαβαίνει τη σκέψη μου, και γελά! Κάπως σαν τα πλοία που βυθίζει η ίδια στο άκουσμα ότι ο «βασιλιάς Αλέξανδρος πέθανε». Εδώ υπάρχουν μόνο εγκάρδια μεράκια, πάθη και πάθια, θανατικά και αναστάσιμα. Αναστενάρικα, πήγα να πω. Και να, που μιας πυροβασίας χορός είναι ο κόσμος, οι λέξεις, οι ρυθμοί, οι καημοί του!
-Αχ, τι θ’ απογίνω;
-Τι θα απογίνεις;
-Χωρίς αυτές τις λέξεις; Και τον ρυθμό, καλά το σκέφτηκες…
-Κατάλαβα…
-Να βολοδέρνω μες στις θάλασσες. Και πού καιρός πια; Να περιμένω τον Αλεξαντρή για τις γιορτές. Αυτόν και μόνο. Με γεμίζει! Μ’ ανασταίνει! Με πνίγει! Με σκοτώνει! Με σώζει! Είναι όμορφο το πέλαγος. Αλλά και η ομορφιά σε κουράζει αν δεν υπάρχει ενότητα. Ποιο το νόημα; Τι θ’ απογίνω;
-Τι θ’ απογίνεις;
-Αν δεν μου διαβάζεις!
-Να σου διαβάζω! Και μένα μ’ αρέσει! Δεν σου κάνω χατίρι!
-Μ’ αρέσει αυτό! Αλλά θα ’θελα!
-Αφού ξέρεις… Μ’ αυτόν θα γεμίσουμε το τραπέζι μας τις μέρες αυτές! Δεν θέλει πολλά!
-Πώς δεν θέλει! Πώς δεν θέλει! Βάλε κι άλλο! Κι άλλο!
-Τι άλλο;
-Πιάτο στο τραπέζι! Διήγημα! Διήγημα! Διήγημα! Και μετά; Και μετά;
………………………………………………………………………………
-Α! Οπως και πέρυσι! Πόσο μου αρέσει που δεν αλλάζει ποτέ τίποτε. Τίποτε, σου λέω! Αλλά γιατί είναι νέο; Είναι ποιητής;
-Ετσι λένε;
-Αυτό θα είναι! Γιατί μπαίνει μέσα σου. Στα φυλλοκάρδια σου! Είναι μια κάθαρση που μου ’λεγε ο άλλος Αλέξανδρος.
-Ποιος άλλος;
-Αφού ξέρεις. Του Αριστοτέλη ο μαθητής. Ο Μακεδών! Ο Μέγας! Που βασιλεύει! Βασιλεύει! Βασιλεύει! Νυν και αεί! Σαν τον Αλέξανδρό μας ένα πράμα, αλλά αυτός με τη σάρισά του! Ο δικός μας, με το πληκτρολόγιο. Τι λέω; Την πένα και τα χαρτιά του! Ζωγραφίζει! Ζωγραφίζει! Βασιλεύει! Βασιλεύει! Βασιλεύει! Κι αυτός!
-Ποιος, ο Μεγαλέξανδρος;
-Και αυτός! Και αυτός! Και ο Σκιαθίτης! Μέγας! Μέγας! Ετσι δεν γνωριστήκαμε;
-Για θύμησέ μου!
-Ξέχασες που έγραψες για τον Παπαδιαμάντη πως είναι ο «Μεγαλέξανδρος του νεοελληνικού μας βίου»; Ε, δεν ήλθα και σου γύρεψα τον λόγο;
-Ναι, κάτι θυμάμαι! Και τι σου είπα;
-Ολα! Ολα! Ολα, τα διάβασες! Ολα! Κι ας μην ήθελες! Που ήθελες! Ξέρω εγώ! Θα σ’ έπνιγα, κακομοίρη μου, αν άρχιζες τα λόγια και τις εξηγήσεις. Με συνεπήρε! Μέγας! Μέγας! Μέγας! Καλή Ανάσταση! «Χριστός Ανέστη! Αληθινός ο Κύριος! Ζει και βασιλεύει εις πάντας τους αιώνας»! Ετσι δεν λέει στην «Εξοχική Λαμπρή»! Βασιλεύει! Βασιλεύει! Βασιλεύει: Ο Χριστός που ανέστη!
-Και συ πού τα ξέρεις όλα αυτά; «Βαφτισμένη είσαι»; τη ρώτησα για να την πειράξω.
-Ναι! Κάθε χρόνο!
-Τι κάθε χρόνο;
-Τα Φώτα! Τα Φώτα! Τα Φώτα! Ολόφωτα! Που ευλογούνται τα νερά και οι θάλασσες! «Κ’στό – μπρε – Κ’στός ανέστη / εκ νεκρών θανάτων, / θάνατον μπατήσας…»!

*Συγγραφέας

{{-PCOUNT-}}8{{-PCOUNT-}}

Η εφημερίδα δημοκρατία δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Κορυφαίες Ειδήσεις

Προτεινόμενα