Ο Αντώνης Σαμαράς, στην ομιλία του σε ανθρώπους του πνεύματος στο Ιδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης», μεταξύ άλλων είπε: «Να αποκαταστήσουμε τις “απαγορευμένες” λέξεις, τις απαγορευμένες έννοιες, τις απαγορευμένες αξίες. Να λυτρώσουμε την ψυχή μας από τη λογοκρισία ή την αυτολογοκρισία που μας είχαν επιβάλει. Ή που είχαμε επιβάλει εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας. Η πατρίδα δεν είναι πια απαγορευμένη λέξη. […] Ο Θεός επίσης δεν είναι απαγορευμένη λέξη. Είναι βαθιά ριζωμένη μεταφυσική ανάγκη στον άνθρωπο. Είναι η αθέατη όψη της συνείδησής του. Είναι η επίγνωση του αγνώστου που ημερεύει την αλαζονεία του. Πέραν όλων των άλλων, είναι και στοιχείο της ανθρωπιάς μας».
Ετσι, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας σηματοδότησε το τέλος ενός «μεσοχωρίτικου», νεφελώδους ιδεολογήματος που ταλαιπώρησε επί σειράν ετών την Ελλάδα και την παράταξη. Αυτό το ιδεολόγημα, απότοκο του αφελληνισμού και της έλλειψης ουσιαστικής παιδείας «σοφών» της επικοινωνίας, ήθελε έναν πολιτικό λόγο δίχως αιχμές. Απαιτούσε επίσης την επ’ αόριστον «προφυλάκιση» των πηγαίων και διαχρονικών ιδεών που συνέχουν τον κοινωνικό βίο στα δεσμωτήρια ενός υποκριτικού καθωσπρεπισμού.
Η πατρίδα, ο Χριστός, η οικογένεια και η παράδοση είχαν κλειδαμπαρωθεί στα υποσυνείδητα ακριβώς εκείνων που έπρεπε να τα υπερασπίζονται, την ίδια ώρα που οι μεταπράτες του νεοταξικού μηδενισμού κάλπαζαν και προέλαυναν ανενόχλητοι.
Τελικά, και αυτός ο γελοίος «βασιλιάς» της ιδεολογικής αμηχανίας και του παγκοσμιοποιητικού πιθηκισμού αποδείχτηκε ότι ήταν γυμνός και οδηγούσε σε στρατηγικές ήττες ολόκληρη τη χώρα. Η λογική δείχνει ότι επιστρέφει σ’ αυτόν τον τόπο, αφού έχει γίνει αντιληπτό ότι η Ελλάδα θα επανακτήσει την ισχύ της, αν ακολουθήσει εκείνα τα βήματα που της έδωσαν μια ξεχωριστή θέση ανάμεσα στις πατρίδες του κόσμου.


