Τα μεγάλα λάθη στις προτάσεις για τη συνταγματική αναθεώρηση
Πρώτα η γκρίνια: Επιλέγεις ορθώς τον χώρο του Κοινοβουλίου για να ανακοινώσεις τις προτάσεις σου για τη συνταγματική αναθεώρηση. Στήνεις το αναλόγιο στη νότια πλευρά, εκεί όπου έκοβε βόλτες κάποτε η βασίλισσα Αμαλία, βάζεις κόκκινη «πλάτη» και ξεκινάς για την… εθνική συναίνεση. Αν δεν έβαφες κόκκινο (!) το κτίριο των θεσμών και αν έβαζες λίγη ιστορία στην ομιλία σου -διάβολε, η πλατεία Συντάγματος ήταν στα δεξιά σου, τα παράθυρα από τα οποία ζήτησαν οι Ελληνες Σύνταγμα από τον Οθωνα στην άλλη πλευρά του κτιρίου-, ίσως ήσουν πειστικός. Αλλά αυτά είναι πολύ… δεξιά για σένα. Επί της ουσίας τώρα, συν πλην.
Το τολμηρό κομμάτι της αναθεώρησης είναι ότι «σπας» την κυριαρχία του Κοινοβουλίου και αλλάζεις το κέντρο βάρους των θεσμών. Πρόεδρος της Δημοκρατίας, που μπορεί να απευθύνεται στο Κοινοβούλιο (υπάρχει και σήμερα ρύθμιση για ομιλία στην αρχή κάθε κοινοβουλευτικής περιόδου, σε αχρησία όμως), που μπορεί να στέλνει προς μίνι συνταγματικό δικαστήριο νόμους με το ερώτημα της αντισυνταγματικότητας και που μπορεί να συγκαλεί Συμβούλιο Αρχηγών είναι πράγματι ρυθμιστής του πολιτεύματος: Είτε εκλεγεί από 200 βουλευτές είτε από τον λαό.
Το ίδιο ισχύει και για τα δημοψηφίσματα, είτε με πρωτοβουλία ενός εκατομμυρίου πολιτών για ψηφισμένο νόμο είτε 500.000 πολιτών για εθνικό θέμα ή για εκείνα που αφορούν διεθνείς συνθήκες. Αν και το Κοινοβούλιο τίθεται μεταξύ ρυθμιστή του πολιτεύματος και λαού, η ρύθμιση που προκρίνεις έχει ένα ισχυρό αντίβαρο: εγκαθιστά την πολιτική και τους αιρετούς στο κέντρο του συστήματος.
Τα παλιόπαιδα των διαδρόμων, οι τεχνοκράτες, μπορούν να μετέχουν στη νομή της εξουσίας μόνο αν βγουν από το σκότος στο ξέφωτο και τεθούν στη λαϊκή κρίση. Τα αρνητικά τώρα: δεν είναι δυνατό να επιζητείς τη συνταγματική κατοχύρωση της απλής αναλογικής, έστω και αν καλύπτεσαι από τον ρυθμιστή Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Αλλαγές που δεσμεύουν επόμενες γενιές με ρίσκο την αποσύνθεση του πολιτικού συστήματος είναι μεγάλο λάθος.
Μεγάλο λάθος και η κατάργηση του θρησκευτικού όρκου. Η Εκκλησία ορκίζει τους βουλευτές όπως όρκιζαν οι παπάδες τους Μακεδονομάχους του Παύλου Μελά και ο Παπα-Ανυπόμονος τους άνδρες του Βελουχιώτη στην Αντίσταση. Η Εκκλησία είναι μέρος της εθνικής μας ταυτότητας, δεν είναι ιδεολογικό το θέμα. Καταλαβαίνω βεβαίως ότι με τις προτάσεις για την αναλογική, την Εκκλησία, τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και τις εθνικοποιήσεις νερού – ενέργειας «στήνεις» νέα Κεντροαριστερά με έμφαση στο Κέντρο, αλλά οι υπόλοιποι τι φταίμε; Καταλήγω: Θα… φάμε τα μουστάκια μας μέχρι την προσεχή άνοιξη, αλλά τουλάχιστον θα αξίζει τον κόπο.
Μανώλης Κοττάκης