Το θέαμα είναι ειλικρινά θλιβερό. Αν ξέρεις να παρακολουθείς σωστά τις συνεδριάσεις στις κρίσιμες επιτροπές της Βουλής, αν έχεις τη διάθεση να διαβάζεις τα άρθρα διακεκριμένων καθηγητών των πανεπιστημίων μας και αν γνωρίζεις να αποκωδικοποιείς πίσω από τις γραμμές -όλα «ένα» είναι-, στο τέλος γεμίζεις θλίψη για την ποιότητα των ανθρώπων που διαφέντευαν τον δημόσιο βίο για δεκαετίες ολόκληρες. Οσο ήταν στην ισχύ τους, όλα εύκολα. Στην αδυναμία τους όμως;
Η μέθοδος με την οποία διαχειρίζονται την ήττα τους προκαλεί σχεδόν θυμηδία. Κάντε τον κόπο, αγαπητοί φίλοι αναγνώστες, και αναζητήστε τα πρακτικά των συνεδριάσεων της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για τα δάνεια κομμάτων – ΜΜΕ αλλά και της Επιτροπής Θεσμών που συγκαλείται αυτές τις μέρες. Κάντε τον κόπο και προχωρήστε στην καταγραφή στατιστικών στοιχείων. Πόσες ερωτήσεις έκανε κάθε βουλευτής, ποίου κόμματος, σε ποιους καναλάρχες. Τόσοι εμφανίστηκαν! Ξέρετε τι θα καταλάβετε;
Πόσο δουλικό και ψοφοδεές είναι τμήμα του πολιτικού μας συστήματος απέναντι σε ορισμένους μιντιάρχες. Ερχόταν ο κύριος Α; Αφωνία! Εξεταζόταν ο κύριος Ψ; Γλωσσοδέτης. Παρουσιαζόταν ο κύριος Κ; Σιωπή! Ούτε μισή ερώτηση. Μόλις όμως εμφανίστηκε ο δαιμονοποιημένος υπουργός στην Επιτροπή Θεσμών, η οποία έχει αναχθεί σε δυνητικό τόπο πολιτικής εκτελέσεώς του, τότε -ω τι θαύμα!- ροδάνι η γλώσσα, όσες ερωτήσεις δεν έγιναν σε όλους τους καναλάρχες μαζί διατυπώθηκαν σε ένα πολιτικό πρόσωπο. Και μάλιστα πότε; Οταν οι ιεροεξεταστές πέρασαν κατά τη διάρκεια της εβδομάδος από τα στούντιο των θιγομένων – τα παρατηρώ όλα.
Λυπάμαι, αλλά αυτό είναι ντροπή για την κοινοβουλευτική δημοκρατία μας. Εστω για τα προσχήματα, για το θεαθήναι, κάποιοι θα έπρεπε να υποκρίνονται (έστω) ότι ελέγχουν τους μιντιάρχες. Αντί αυτού ανέλαβαν εργολαβικά τον ρόλο να εκπροσωπήσουν τους μιντιάρχες απέναντι στον υπουργό Επικρατείας και μάλιστα τελικά ανεπιτυχώς σε σύγκριση με τον θόρυβο που προκάλεσαν. Ούτε και τότε δέχθηκαν την ήττα τους έναντι πρόβλεψης νίκης μεγάλης και περηφανούς. Μαθημένοι να τους λιβανίζουν, απογοητευμένοι που ένα χθεσινό πολιτικό μειράκιο άντεξε το bullying, έτρεξαν και έστησαν ρεπορτάζ «προσωπικών θριάμβων».
Ντροπή για τη δημοκρατία μας είναι επίσης και οι συντονισμένες προσωπικές επιθέσεις καθηγητών που εξαπολύονται στο πρόσωπο του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας επειδή τόλμησε να υπαινιχθεί δημοσίως -κακώς που δεν το είπε καθαρά- ότι κάποιοι διάδικοι (όπως εγράφη) στέλνουν τους μπράβους τους στα σπίτια των δικαστών για να επηρεάσουν το φρόνημά τους. Γνωστός καθηγητής «πυροβόλησε» χθες τον κ. Σακελλαρίου με το επιχείρημα ότι είχε ψηφίσει στις διασκέψεις που έγιναν στο παρελθόν ότι το Μνημόνιο είναι αντισυνταγματικό, ότι η κατάργηση της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες είναι αντισυνταγματική, ότι ο νόμος Ραγκούση για την ιθαγένεια μεταναστών είναι αντισυνταγματικός. Αυτό ήταν το μέτρο της αξιολόγησής του: η δικαστική κρίση που δεν ταιριάζει στα γούστα κάθε φιλελεύθερης γκρούπας.
Το έχω γράψει παλαιότερα από αυτήν εδώ τη θέση: το θέμα μου δεν είναι ο υπουργός Επικρατείας. Αν και ιδεολογικός αντίπαλος, μπορώ να καταλάβω γιατί διεκδίκησε με τραγικά λανθασμένους χειρισμούς να αλλάξει τον συσχετισμό. Ομοίως ούτε το θέμα μου είναι ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας – με άλλους χειρισμούς θα είχε προστατέψει καλύτερα το κύρος του θεσμού. Το ζήτημά μου είναι μια γενιά πολιτικών, καθηγητών, διαμορφωτών, που αντιστέκονται σθεναρά σε οποιαδήποτε απόπειρα μεταβολής στην πατρίδα μας. Οι αλλαγές αυτές, ακόμη και αν αύριο το πρωί ο Τσίπρας ήταν παρελθόν, επιβάλλεται να γίνουν για έναν απλό λόγο: όση ζημιά έκανε αυτό το σύστημα κλεπτοκρατίας στην πατρίδα μας τα τελευταία 20 χρόνια δεν την έκαναν ούτε ο Βελουχιώτης και ο Σιάντος μαζί. Γι’ αυτό!
Μανώλης Κοττάκης