Η ιστορική αλήθεια ότι μας ενώνει η ουσία του χριστιανισμού και ότι απαιτείται ειρήνη μέσα σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον υψηλών πιέσεων επιβεβαιώθηκε και στη χθεσινή συνάντηση Βαρθολομαίου – Πάπα με πρόθεση για κοινό Πάσχα, αλλά υπάρχουν ενστάσεις και… αστερίσκοι
- Από τον
Βασίλη Γαλούπη
Είναι πράγματι μια εποχή κατά την οποία ο χριστιανισμός έχει ανάγκη να είναι ενωμένος σε κοινό μέτωπο. Τελεί υπό διωγμόν σε διαφορετικά χειροπιαστά ή πνευματικά επίπεδα και σε πολλά μέρη του κόσμου. Αλλά η ιστορική συνάντηση του Πατριάρχη Βαρθολομαίου με τον Πάπα Λέοντα ΙΔ΄ στο Φανάρι προκάλεσε αντικρουόμενες αντιδράσεις.
Αλλοι ασκούν κριτική στον Βαρθολομαίο για την υποχωρητική στάση του. Αλλοι θεωρούν ότι ζητούμενο είναι πάνω απ’ όλα μια σύγκλιση και ειρήνη μεταξύ των δύο δογμάτων, άρα συμφωνούν εκ των προτέρων με οποιοδήποτε μελλοντικό βήμα, φτάνει να εντάσσεται στο προοδευτικό, θετικό κλίμα εξομοίωσης μεταξύ των δύο μεγάλων κομματιών του χριστιανισμού.
Στις δηλώσεις των δύο, Βαρθολομαίου και Πάπα, το κεντρικό μήνυμα ήταν η προσέγγιση των δύο Εκκλησιών.
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, που υποδέχτηκε τον Πάπα «ως αδελφό», τόνισε ότι το ζήτημα της ενότητας «είναι πιο σημαντικό από ποτέ» και κάλεσε «να διατηρήσουμε το πνεύμα και την ενότητα της ειρήνης» μεταξύ των δύο Εκκλησιών.
Ο Πάπας Λέων ΙΔ΄, που πραγματοποιούσε το πρώτο του αποστολικό ταξίδι μετά την εκλογή του, μίλησε κι αυτός «για τη σημασία της ένωσης και της ενότητας των Εκκλησιών».
Οι δυο τους υπέγραψαν κοινή διακήρυξη, όπου απορρίπτουν κάθε χρήση της θρησκείας σαν δικαιολογία για βία και δηλώνουν πως «πιστεύουμε ότι ο αυθεντικός διαθρησκειακός διάλογος, μακράν του να αποτελεί αιτία συγκρητισμού και σύγχυσης, είναι ουσιώδης για τη συνύπαρξη λαών με διαφορετικές παραδόσεις και πολιτισμούς».
Βαρθολομαίος και Πάπας δήλωσαν τη χαρά τους «επειδή φέτος οι χριστιανοί όλου του κόσμου εόρτασαν το Πάσχα την ίδια ημέρα». Και ανακοίνωσαν πως, αντίθετα με ό,τι γινόταν ως σήμερα, θέλουν να θεσπιστεί μία μόνιμη κοινή ημερομηνία για τον εορτασμό της Ανάστασης κάθε χρόνο.
Το κοινό Πάσχα τέθηκε ως ο τελικός προορισμός του διαλόγου μεταξύ των Εκκλησιών. Και το μήνυμα που περνάει στον κόσμο από τη συνάντηση είναι ότι οι διαφορές πρέπει να παραμεριστούν με συνοπτικές διαδικασίες στο όνομα της προόδου, του μέλλοντος και της αγάπης.
Οπως σχολίασε χθες ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας στην ΕΡΤ για τη συνάντηση των δύο προκαθήμενων, «οι ορθόδοξοι πρέπει να αφήσουμε και να ξεχάσουμε διαφορές και, με την καρδιά μας γεμάτη αγάπη, μαζί με τη Ρωμαιοκαθολική Αδελφή Εκκλησία, να δώσουμε ένα μήνυμα στον πονεμένο σύγχρονο άνθρωπο ότι η Εκκλησία δεν μένει στην ιστορία του παρελθόντος, αλλά αναλαμβάνει αγώνα να δώσει κουράγιο και δύναμη για το μέλλον».
Η σύγκλιση και κυρίως η αλληλοστήριξη μεταξύ ορθοδόξων και καθολικών είναι σημαντική, ειδικά σε καιρούς σαν αυτούς που διανύουμε, με τον χριστιανισμό να δέχεται τεράστιες επιθετικές πιέσεις σε όλα τα μέτωπα. Αλλά όχι σε βάρος της Ορθοδοξίας.
«Ενότητα» -η λέξη που επαναλάμβαναν και οι δύο στο Φανάρι- δεν σημαίνει απορρόφηση του ενός από τον άλλον. Και σίγουρα δεν σημαίνει συγχώνευση της Ορθοδοξίας στον Καθολικισμό.
Για πολλούς Ορθοδοξία και καθολικισμός είναι απλά σαν δυο διαφορετικές γεύσεις παγωτό. Και οι δύο είναι χριστιανοί, οπότε όποιες διαφορές τους αντιμετωπίζονται σαν μικρολεπτομέρειες άνευ σημασίας. Το «πώς διαφέρουν οι ορθόδοξοι χριστιανοί από τους καθολικούς;» είναι ένα ερώτημα που τίθεται αρκετά συχνά.
Στην πραγματικότητα, όμως, Ορθοδοξία και Παπισμός είναι δύο διαφορετικοί κόσμοι, και όχι στενά και μόνο σε επίπεδα δόγματος. Οι διαφορές τους είναι δομικές και ποτέ δεν περιορίζονταν αποκλειστικά γύρω από τη γνωστή διχογνωμία στο δόγμα.
Ηδη πριν από το Σχίσμα θέριευε ο ανταγωνισμός για τα πρωτεία μεταξύ Ρώμης και Βυζαντίου. Υπήρχαν γλωσσικές και πολιτισμικές διαφορές – τα ελληνικά ήταν στο Βυζάντιο, τα λατινικά στη Δύση. Αλλά η κύρια διαφορά, η οποία παραμένει εξίσου σημαντική και σήμερα, είναι ότι οι δύο Εκκλησίες, η μία στην Ανατολή κι η άλλη στη Δύση, αναπτύχθηκαν με τελείως «κόντρα» μορφή και διακυβέρνηση. Οι προσανατολισμοί τους δεν είχαν εξαρχής σημείο επαφής.
Η Εκκλησία της Δύσης έγινε πολύ πιο κοσμική. Και κατέληξε σε ένα ιδιόμορφο σύμπλεγμα της θρησκευτικότητας και της κοσμικότητας, με την οικονομική και διπλωματική δομή ενός αυτόνομου κράτους και με έναν πανίσχυρο τραπεζικό τομέα.
Η Αγία Εδρα αναγνωρίζεται ως κυρίαρχη νομική οντότητα βάσει του Διεθνούς Δικαίου, με επικεφαλής τον Πάπα. Περίπου 200 κράτη έχουν διπλωματικούς δεσμούς με την Αγία Εδρα, που θεωρείται κυρίαρχη κρατική οντότητα. Γεωπολιτικά, μπορεί να παίζει τεράστιο ρόλο στα διεθνή πράγματα είτε με «διακριτικούς» είτε με λιγότερο διακριτικούς τρόπους. Τα αδιαφανή οικονομικά του Βατικανού έχουν αμαυρωθεί από υποθέσεις διαφθοράς, υπεξαίρεσης κ.ά., με επίκεντρο την Τράπεζα του Βατικανού.
Κάποιοι καθολικοί έχουν χάσει την εμπιστοσύνη στην Εκκλησία τους, ακριβώς επειδή θεωρούν ότι το Βατικανό χρησιμοποιεί την κρατική του υπόσταση για οικονομικά και πολιτικά παιχνίδια. Από το να εκκολάπτει και να συγκαλύπτει σκάνδαλα, μέχρι να ανακατεύεται γεωπολιτικά υπέρ άλλων συμφερόντων ή να παρέχει καταφύγιο από το Δίκαιο χωρών, όπως π.χ. σε παιδόφιλους κληρικούς που καταζητούνται.
Ολα αυτά δεν αναιρούν την ιστορική αλήθεια ότι μας ενώνει η ουσία του χριστιανισμού.
Αλλά οι διαφορές που προέρχονται από το γεγονός πως ο Καθολικισμός είναι πρακτικά ένας οργανισμός με τη δομή κοσμικής εξουσίας πρέπει να προβληματίσουν πρωτίστως τη δική μας Εκκλησία. Θεωρούν ότι η Ορθοδοξία πρέπει να απορροφηθεί μέσα σε κάτι τέτοιο; Οι πιστοί της συμφωνούν;
Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος
Γεννήθηκε στην Ιμβρο το 1940. Φοίτησε στην Ιερά Θεολογική Σχολή Χάλκης, στο Ινστιτούτο Ανατολικών Σπουδών Ρώμης, στο Οικουμενικό Ινστιτούτο Bossey (Ελβετία) και το Πανεπιστήμιο του Μονάχου. Μιλάει επτά γλώσσες. Χειροτονήθηκε διάκονος το 1961, πρεσβύτερος το 1969 και μητροπολίτης Φιλαδελφείας το 1973. Το 1990 προήχθη σε μητροπολίτη Γέροντα Χαλκηδόνος. Μεταξύ 1972-1991 διετέλεσε διευθυντής του ιδ. γραφείου του αμέσου προκατόχου του, Πατριάρχου Δημητρίου. Εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης στις 22 Οκτωβρίου 1991. Του έχουν απονεμηθεί οι ανώτατες τιμητικές διακρίσεις πολλών κρατών, όπως και ο τίτλος του επίτιμου διδάκτορα από διάφορα πανεπιστήμια του κόσμου.
Πάπας Λέων ΙΔ΄
Είναι ο πρώτος Αμερικανός που εκλέχτηκε Πάπας. Γεννήθηκε στο Σικάγο το 1955 και σε νεαρή ηλικία εντάχθηκε στο Τάγμα του Αγίου Αυγουστίνου. Εκτέλεσε εκτεταμένο ιεραποστολικό έργο στο Περού ως αυγουστινιανός ιερέας μεταξύ 1985 και 1998. Από το 2001 έως το 2013 υπηρέτησε ως επικεφαλής του τάγματος των Αυγουστινιανών. Το 2023 χρίστηκε καρδινάλιος από τον Πάπα Φραγκίσκο. Εξελέγη Πάπας στις 8 Μαΐου 2025, διαδεχόμενος τον Πάπα Φραγκίσκο. Η εκλογή του Λέοντα ως του πρώτου Πάπα από τις ΗΠΑ έσπασε την παραδοσιακή πρακτική ότι ένας παπικός υποψήφιος δεν πρέπει να επιλέγεται από μια παγκόσμια υπερδύναμη.


