Τι καταγγέλλει στον «Ελληνα Αγρότη» ο πρόεδρος της Νέας Ομοσπονδίας των χοιροτρόφων Γιάννης Μπούρας
«Οργιο» ελληνοποιήσεων στο χοιρινό κρέας καταγγέλλουν στον «Ελληνα Αγρότη» τόσο ο πρόεδρος της Νέας Ομοσπονδίας Χοιροτροφικών Συλλόγων Ελλάδας Γιάννης Μπούρας όσο και ο κτηνίατρος – ερευνητής και πρώην πρόεδρος του Παραρτήματος Κρήτης του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας Αλέκος Στεφανάκης.
- Του Χριστόφορου Παπαδάκη
Κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου εν όψει Χριστουγέννων και τονίζουν την ανάγκη ενεργοποίησης των ελεγκτικών μηχανισμών. Ελληνοποιήσεις όμως καταγγέλλουν και στα αμνοερίφια, κάτι που παρατηρείται πολύ πιο έντονα από το Πάσχα και μετά.
«Εκεί κι αν γίνονται ελληνοποιήσεις! Μια ζωή το φωνάζουμε» λέει ο Γιάννης Μπούρας. Σύμφωνα με όσα δηλώνει στην εφημερίδα μας, «είναι πάγιο αίτημά μας η λύση του προβλήματος. Φυσικά, δεν φτάνουν τα χοιρινά που παράγουμε, και εννοείται πως χρειάζονται εισαγωγές. Ομως, εμείς ζητάμε το αυτονόητο και το νόμιμο: να αναγράφεται η προέλευσή τους. Αυτό είναι το αίτημα το δικό μας, γιατί εδώ υπάρχει παραποίηση και εξαπάτηση των καταναλωτών. Δεν μπορώ να απαντήσω με σιγουριά ότι γίνεται σε μεγαλύτερο βαθμό στο χοιρινό κρέας σε σχέση με τα άλλα είδη κρέατος. Ομως, στο χοιρινό είναι σίγουρο ότι γίνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό».
Ο Γιάννης Μπούρας λέει πως τα χοιρινά τα οποία ελληνοποιούνται έρχονται κυρίως από την Ολλανδία, τη Γερμανία, τη Γαλλία και περιστασιακά από άλλες χώρες, όπως η Ισπανία και η Ουγγαρία. Αλλά η κύρια χώρα είναι η Ολλανδία. Από πού όμως προέρχονται τα κέρδη και τα κίνητρα της ελληνοποίησης για το χοιρινό κρέας;
Ο πρόεδρος της Νέας Ομοσπονδίας Χοιροτροφικών Συλλόγων Ελλάδος είναι κατηγορηματικός: «Ο καταναλωτής έχει μια ιδιαίτερη ευαισθησία όχι μόνο για το χοιρινό κρέας, αλλά για όλα τα είδη κρέατος. Θεωρεί -και έχει δίκιο- ότι είναι καλύτερα τα ελληνικά προϊόντα. Κι αυτό διότι είναι πιο φρέσκα, εκτρέφονται με απλά δημητριακά, δεν χρησιμοποιούμε υποπροϊόντα των βιομηχανιών. Δεν έχουμε αναπτυγμένη βιομηχανία ζωοτροφών – κάθε εκμετάλλευση έχει τον δικό της μύλο, όπου χρησιμοποιεί αναγκαστικά μόνο δημητριακά (κριθάρι, σιτάρι, καλαμπόκι). Και όλα αυτά λειτουργούν ως πλεονέκτημα γευστικό, αλλά όχι μόνο. Στην Ευρώπη κατά καιρούς έχουμε βιομηχανικές κρίσεις με τη χρήση υποπροϊόντων βιομηχανίας. Από κει και πέρα, είναι και το φρέσκο. Το ελληνικό είναι πιο φρέσκο, γιατί στα εισαγόμενα έχουμε και τον χρόνο προκειμένου να μεταφερθεί εδώ». Οπως λέει ο Γιάννης Μπούρας, είναι δύσκολο για έναν πωλητή να πει στον καταναλωτή ότι «αυτό το χοιρινό είναι Βουλγαρίας».
Ο πρόεδρος των χοιροτρόφων εφιστά την προσοχή των ελεγκτικών μηχανισμών εν όψει της χριστουγεννιάτικης αγοράς. Σύμφωνα με την καταγγελία του, είναι λογικό ότι τα Χριστούγεννα θα είναι ακριβότερο το ελληνικό χοιρινό, και αυτό προσθέτει κίνητρα κερδοσκοπίας. «Θα διπλασιαστούν οι ποσότητες που θα διακινηθούν, οπότε θα διπλασιαστούν και οι απάτες», σύμφωνα με όσα λέει στην εφημερίδα μας ο κ. Μπούρας. Πάντως, ξεκαθαρίζει ότι ελληνοποιήσεις στα χοιρινά γίνονται όλη τη διάρκεια του χρόνου, και αυτό είναι μόνιμη «κατάρα» για τη χώρα μας.
Σταθερή η παραγωγή στην Ελλάδα, καλύπτεται ένα 30%
Αναφορικά με την παραγωγή των χοιρινών στη χώρα μας, ο πρόεδρος της Νέας Ομοσπονδίας Χοιροτροφικών Συλλόγων Ελλάδας Γιάννης Μπούρας κάνει λόγο για σταθερότητα χρόνων – καλύπτεται δηλαδή στην Ελλάδα ένα 30%, και το υπόλοιπο 70% από τα εισαγόμενα χοιρινά. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο έχουμε τόσο μεγάλες εισαγωγές και τους 12 μήνες του χρόνου!

Σήμερα, οι τιμές των παραγωγών χοιρινού κρέατος στην Ελλάδα διατηρούνται σε λίγο χαμηλότερα επίπεδα, όπως επισημαίνει. «Η τιμή του χοιροτρόφου παραγωγού είναι από 1,70 έως 1,80 ευρώ το κιλό στο ζωντανό ζώο. Στην αγορά δεν θέλω να σχολιάσω τι γίνεται. Υπάρχουν οι προσφορές που βγάζουν τα καταστήματα από 4,5 έως 5 ευρώ το κιλό το κρέας. Και, από κει και πέρα, μπορεί στο κάθε συνοικιακό κατάστημα κάθε κρεοπώλης να έχει την τιμή που ο ίδιος κρίνει».
Πού γίνονται τα περιβόητα «βαφτίσια» κρέατος;
Πού όμως γίνονται τα «βαφτίσια» του χοιρινού κρέατος, όπου απαιτείται να παρεμβαίνουν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους, ώστε να εντοπίζουν τις παρανομίες και να προστατεύουν τους καταναλωτές, αλλά και τους Ελληνες παραγωγούς; Στο ερώτημα αυτό, ο κτηνίατρος – ερευνητής Αλέκος Στεφανάκης είναι κατηγορηματικός, επικαλούμενος και την επαγγελματική του ενασχόληση με τους ελέγχους στις επιχειρήσεις, δηλώνοντας κατηγορηματικά ότι τα «βαφτίσια» γίνονται στα σημεία λιανικής πώλησης.
Συγκεκριμένα, λέει πως «τα χοιρινά, έρχονται στα ψυγεία από το εξωτερικό με τη σωστή σήμανση. Από κει και πέρα, κανείς δεν μπορεί να ξέρει, τι γίνεται από την ώρα που αυτά τα χοιρινά φτάσουν στο ράφι των καταστημάτων». Σύμφωνα με τον ίδιο, έχει σημαντική ευθύνη τόσο ο κρεοπώλης να ενημερώνει για τη σωστή προέλευση του χοιρινού όσο και ο ίδιος ο καταναλωτής να ρωτάει με την αναγκαία επιμονή από πού είναι το κρέας το οποίο του παρουσιάζει ο κρεοπώλης.
Ο Αλέκος Στεφανάκης επιβεβαιώνει τις καταγγελίες του προέδρου της Νέας Ομοσπονδίας Χοιροτροφικών Συλλόγων Ελλάδας Γιάννη Μπούρα, λέγοντας ότι πράγματι είναι μια πολύ σοβαρή κατάσταση αυτή που αφορά την ελληνοποίηση του χοιρινού κρέατος, κάτι που ισχύει τόσο σε επίπεδο Κρήτης όσο και πανελλαδικά. «Ολο το πρόβλημα», σύμφωνα με τον γνωστό επιστήμονα, «ξεκινά από το γεγονός ότι η Ελλάδα καλύπτεται από την ντόπια παραγωγή σε χοιρινό κρέας σε ποσοστό μόλις 30%. Αυτό σημαίνει ότι η εξάρτησή μας από τα εισαγόμενα χοιρινά κρέατα είναι πάρα πολύ μεγάλη».
Να υπενθυμίσουμε ότι η Κρήτη μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του ’80 είχε πολύ υψηλή επάρκεια σε χοιρινό κρέας, που έφτανε το 80%! Ανάλογη επάρκεια είχε γενικά η χώρα μας. Ομως, από τη στιγμή που άνοιξαν τα σύνορα και μπήκαν στην ελληνική αγορά τα ολλανδικά και τα βελγικά χοιρινά, ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση για την κρητική και γενικά την ελληνική χοιροτροφία. Τα ξένα κρέατα έμπαιναν σε πολύ χαμηλότερες τιμές σε σχέση με αυτές του ντόπιου χοιρινού και, όπως λένε παλιοί χοιροτρόφοι που είχαν ζήσει τότε αυτά τα ζητήματα, στην αγορά του Ηρακλείου κατέβαινε μικτό κλιμάκιο ελέγχων.
Οπου υπήρχε κρεοπωλείο που είχε κρεμάσει στις βιτρίνες του «χοιρινό Κρήτης», δεχόταν πολύ αυστηρούς ελέγχους. Και πάντοτε όλο και κάτι «έβρισκαν» στον κρεοπώλη για να τον «γράψουν». Αλλά στα άλλα κρεοπωλεία, που μπορεί να ήταν και δίπλα, τα οποία ανέγραφαν στις ταμπέλες τους «Χοιρινό ΕΟΚ», το κλιμάκιο δεν έμπαινε καθόλου – απλά προσπερνούσε»!
Και στο αιγοπρόβειο το ίδιο γίνεται, μετά το Πάσχα και το καλοκαίρι
Την ίδια ώρα, ανάλογες ελληνοποιήσεις γίνονται και στο αιγοπρόβειο κρέας. Οπως εξηγεί ο Αλέκος Στεφανάκης, η κατάρα των ελληνοποιήσεων ισχύει και στο αιγοπρόβειο κρέας. «Σήμερα, τα προβατοστάσια της Κρήτης είναι γεμάτα από αρνιά. Και δεν είμαστε απλά αυτάρκεις, αλλά υπεραυτάρκεις. Φυσικά, θα τροφοδοτήσουμε και φέτος με τα αρνιά της Κρήτης την αγορά της Ελλάδας. Ομως, δεν φτάνουν τα αρνιά της Κρήτης, ούτε της υπόλοιπης Ελλάδας, προκειμένου να καλύψουμε τις ανάγκες της εγχώριας κατανάλωσης» καταλήγει χαρακτηριστικά ο Αλέκος Στεφανάκης. Σύμφωνα με το ίδιο, επειδή στις άλλες χώρες οι γέννες είναι πολύ πιο όψιμες σε σχέση με αυτές των αιγοπροβάτων της Κρήτης, οι ελληνοποιήσεις γίνονται συνήθως μετά το Πάσχα και ακόμα περισσότερο στην περίοδο του καλοκαιριού.
Πηγή: Εφημερίδα Έλληνας Αγρότης



