Πρέπει να αποσαφηνίσω κάποια πράγματα προτού μπω στην ουσία του σημερινού σημειώματος. Θεωρώ το ποδόσφαιρο τον βασιλιά όλων των αθλημάτων. Εχω δει την ομάδα μου -την πλέον λαοφιλή και λαοπρόβλητη στη Μακεδονία και από τις πλέον δημοφιλείς και ιστορικές σε όλη την Ελλάδα-, τον Αρη Θεσσαλονίκης, στις τέσσερις γωνιές της χώρας αλλά και στο εξωτερικό. Οπως και την Εθνική Ελλάδος. Γιατί το λέω αυτό; Διότι έχει διαφορά αυτός που έχει παρακολουθήσει μπάλα μόνο από τον καναπέ του σπιτιού του από αυτόν που το έχει κάνει από το «τσιμέντο», κάτω από βροχή ή στο καταμεσήμερο, που έχει νιώσει το μεθύσι της νίκης και το «άδειασμα» της ήττας με το γύρισμα της στιγμής. Εχω γράψει άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά στο εξωτερικό αλλά έχω κάνει και ανακοινώσεις σε διεθνή συνέδρια γύρω από τα όρια της νίκης και τις συνέπειες της ήττας σε διεθνοπολιτικό επίπεδο. Το σημείωμα αυτό γράφεται μία ημέρα μετά τη μεγάλη νίκη της Εθνικής μας επί της Ακτής Ελεφαντοστού. Δεν θα το έγραφα ποτέ αν η Εθνική είχε ηττηθεί και οι πάντες τής έκαναν επίθεση.
Πάμε, λοιπόν, παρακάτω. Από τη μεταπολεμική εποχή, εξαιτίας μιας αδικαιολόγητης ηττοπάθειας που είναι απότοκο της Μικρασιατικής Καταστροφής, της συρρίκνωσης του Ελληνισμού της Πόλης και της εξαφάνισης από την Αλεξάνδρεια, έχουμε εμποτιστεί με το παρελκυστικό δόγμα «σημασία έχει η συμμετοχή». Λάθος, γιατί μόνο η νίκη μετράει!
Πολλά γράφτηκαν για την Εθνική μας ομάδα αμέσως μετά την ήττα από την Κολομβία και την ισοπαλία με την Ιαπωνία. Μου έκανε εντύπωση το ότι «μέσω κύκλων» (sic) οι παίκτες της Εθνικής δεν απάντησαν αυτό που θα ήταν απολύτως λογικό, ότι «μπάλα είναι, συνεπώς κάποιος χάνει και κάποιος κερδίζει», αλλά θύμιζαν σε όλους ότι συμμετέχουν στο Παγκόσμιο Κύπελλο και ότι, εμμέσως πλην σαφώς, θα πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι με τη συμμετοχή. Μα, αν ήταν έτσι τα πράγματα στην κανονική ζωή, δεν θα υφίστατο ως σημειολογία η διάσταση της Απτέρου Νίκης, αλλά αυτή της Χωλής Συμμετοχής.
Συμμετέχουμε στην ευρωζώνη, συμμετέχουμε στο ΝΑΤΟ, συμμετέχουμε στο Παγκόσμιο Κύπελλο, κι αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό. Οχι γιατί η συμμετοχή είναι αρκετή από μόνη της, αλλά διότι μέσω αυτής μας δίνεται η δυνατότητα να κερδίσουμε. Τι; Κύρος, γόητρο, ισχύ, καλύτερες εμπορικές συμφωνίες, νέες συμμαχίες, καλύτερους όρους συμμαχικής σχέσης με τους υφιστάμενους συμμάχους μας και -γιατί όχι;- ένα Παγκόσμιο Κύπελλο. Σημασία δεν έχει η συμμετοχή αλλά, μέσω αυτής, να «παίρνουμε το αποτέλεσμα», να κερδίζουμε. Γιατί όπως στον αθλητισμό, έτσι και στη διεθνή πολιτική ο νικητής θέτει όρους και προϋποθέσεις, και ο ηττημένος -ή, ακόμα χειρότερα, αυτός που ικανοποιείται με τη συμμετοχή και δεν την αντιμετωπίζει ως ευκαιρία επίτευξης του αποτελέσματος- αναγκάζεται να υποχωρεί υπακούοντας στο διαχρονικό θουκυδίδειο κέλευσμα.
Είναι σημαντικό να συμμετέχουμε, αλλά όχι για τη συμμετοχή. Είναι σημαντικό να συμμετέχουμε διότι έτσι μπορούμε να νικήσουμε, να επιτύχουμε τους στόχους μας. Είναι αναγκαίο στη συλλογική μας κουλτούρα, πολιτική και αθλητική, να αναπτύξουμε το σύνδρομο του νικητή. Προσοχή, όμως! Νικητής είναι αυτός που έχει αντοχή και διάρκεια. Που δεν απογοητεύεται από την πρόσκαιρη ήττα αλλά σφίγγει τα δόντια, σηκώνεται και λέει από μέσα του ότι αυτή είναι η τελευταία φορά που βρίσκεται με την πλάτη στο χώμα. Για να επιστρέψω στα της Εθνικής μας, η πρόκριση στους «16» είναι ακόμα πιο σημαντική γιατί προέρχεται από μια πορεία η οποία ξεκίνησε με μεγάλη ήττα. Μια ήττα που πείσμωσε αντί να αποσυντονίσει τους παίκτες μας. Είναι μεγάλη επιτυχία το ότι περάσαμε στους «16»; Ασφαλώς. Διότι τώρα μπορούμε να περάσουμε στους «8»!
Σπύρος Ν. Λίτσας


