Οι κοινωνίες αρέσκονται στην κατασκευή μύθων για να δικαιολογήσουν συμπεριφορές, καταστάσεις, παθογένειες και λοιπές αδυναμίες τους. Τους μύθους αυτούς τους καλλιεργούν και τους αναπαράγουν με επιμέλεια όσοι επωφελούνται, βασίζοντας πάνω τους την πολιτική, κοινωνική και επαγγελματική ύπαρξη και παρουσία τους.
Ενας τέτοιος μύθος στον καιρό των Μνημονίων, αλλά και νωρίτερα, είναι αυτός που έχει να κάνει με τις δουλειές που τάχα μου οι οικονομικοί μετανάστες έπαιρναν και παίρνουν από εμάς.
Τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. είναι αποκαλυπτικά. Μέσα σε έναν μόλις χρόνο οι υπήκοοι χωρών εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης που ζουν στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 164.959 άτομα. Συμφώνως με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, ήταν 817.860 το 2011 και περιορίστηκαν σε 650.825 άτομα το 2012. Το κύμα φυγής εκτιμάται ότι συνεχίστηκε και το 2013, χωρίς να υπάρχουν νεότερα διαθέσιμα στοιχεία.
Τη βεβαιότητα αυτή ενισχύουν οι αναλυτικές περιοδικές δηλώσεις του ΙΚΑ, κατά τις οποίες οι αλλοδαποί που εμφανίζονται σ’ αυτές περιορίστηκαν τον Δεκέμβριο του 2013 σε 159.676 άτομα (99.826 άνδρες και 59.850 γυναίκες). Ενώ τον Δεκέμβριο του 2009 ήταν 237.470 άτομα (160.901 άνδρες και 76.569 γυναίκες). Δηλαδή, μέσα στην τετραετία χάθηκαν 77.794 θέσεις μισθωτής εργασίας που κατείχαν αλλοδαποί.
Ας δούμε τώρα τη συμπεριφορά των ιθαγενών. Τη διετία 2011-2012 προσφέρθηκαν αντίστοιχες δουλειές σε 50.000 Ελληνες ανέργους και δεν τις δέχθηκαν. Η στάση αυτή των γηγενών ανέργων, συμφώνως πάντα με τα στοιχεία του ΙΚΑ και της ΕΛ.ΣΤΑΤ., συνεχίστηκε και κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του 2014, κατά το οποίο το 4% των ανέργων απέρριψε κάποια επαγγελματική πρόταση. Το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε 53.680 άτομα, εκ των οποίων οι 14.869 αρνήθηκαν να εργαστούν γιατί είτε δεν εξυπηρετούσε ο τόπος της εργασίας που τους προσφέρθηκε (27,7%) είτε δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (25,6%) ή γιατί δεν τους εξυπηρετούσε το ωράριο (23,4%).
Κοντολογίς , οι δουλειές αυτών που έφυγαν, ενώ μένουν κενές εδώ και πάνω από δύο χρόνια, δεν συμπληρώνονται από τους ανέργους της χώρας μας. Προκύπτει έτσι ένα τεράστιο κενό εργασίας σε σημαντικούς τομείς, όπως οι οικοδομικές εργασίες και οι αγροτικές καλλιέργειες, σε μια χώρα με βεβαιωμένους 1.500.000 ανέργους.
Ενα κενό εργασίας που αναπόφευκτα δημιουργεί τρομερά ερωτήματα, στα οποία καλούμαστε να απαντήσουμε ως έθνος και ως κοινωνία. Δίχως να κρυβόμαστε πίσω από μύθους και εικονικές πραγματικότητες. Πρώτα από όλα για τη νοοτροπία, τις ιεραρχήσεις και τις προτεραιότητές μας και δευτερευόντως για τα οικονομικά μας. Εκτός κι αν το «Ανάγκα και θεοί πείθονται» το ‘γραψε ο Πλάτων σε άλλη γλώσσα και για άλλους ανθρώπους από την πάρτη μας.
Πολλά μπορούμε να πούμε για τους οικονομικούς μετανάστες, νόμιμους και παράνομους. Για τα υπέρ και τα κατά από την παρουσία και τα πεπραγμένα τους. Περισσότερα για την ευθύνη και την ευθύτητα με τις οποίες οφείλουμε κάποια στιγμή να τους αντιμετωπίσουμε συντεταγμένα ως κράτος δικαίου. Οπως επιβάλλει ο πολιτισμός, η παράδοση κι ο θεός μας. Χωρίς να αφήνουμε να μας αποπροσανατολίζουν ή να μας σκοτίζουν υστερίες εκ του πονηρού. Είτε ξενοφοβικές εναντίον τους είτε καθαγιαστικές υπέρ τους. Δεν είναι όμως αυτό το θέμα μας σήμερα.
Το θέμα μας σήμερα είναι πώς θα κλείσουμε το χάσμα που απειλεί να καταπιεί την κοινωνία μας. Χάσμα ανάμεσα στην κληρονομιά τού «ενός τίμιου μεροκάματου» και του «καμία δουλειά δεν είναι ντροπή» από τη μία, και της φαντασιακής διαδικτυακής «πραγματικότητας» από την οποία η εργασία απουσιάζει όχι μόνο ως «θέση» αλλά κυρίως ως «ήθος» από την άλλη.
Γιώργος Κ. Στράτος


