Ενα ηλιόλουστο πρωινό του 1976 οι επιστήμονες στο τμήμα λοιμωδών του πανεπιστημιακού νοσοκομείου της Αντβέρπ έλαβαν δείγματα από μια ασθενή ιεραπόστολο στο Ζαΐρ. Το δείγμα προερχόταν από το χωριό Γιαμπούκου της επαρχίας Μονγκάλα στη βόρεια δημοκρατία του τότε Ζαΐρ. Το μόνο ιδιαίτερο γνώρισμα της περιοχή ήταν ένας ποταμός μήκους 250 χιλιομέτρων, γνωστός ως Εμπολα, ο οποίος έδωσε και το όνομά του σε έναν από τους πλέον επικίνδυνους ιούς που έχουν απασχολήσει έως σήμερα την ανθρωπότητα.
Από το 1976 μέχρι και σήμερα ο θανατηφόρος ιός έχει εμφανιστεί 20 φορές. Κάθε φορά, όπως σημειώνει ο έγκυρος «Economist», περιοριζόταν σε απομονωμένα χωριά της κεντρικής Αφρικής, οδηγώντας στον θάνατο γύρω στους 300 συνανθρώπους μας. Αυτήν τη φορά, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Κι αυτό γιατί ξέφυγε της προσοχής του δυτικού κόσμου και πλέον δεν είναι ante portas, αλλά βρίσκεται στο εσωτερικό των πόλεων μας.
Ο πυρήνας της επιδημίας τη φορά αυτή είχε τρία μέτωπα αφετηρίας. Τη Γουινέα, τη Λιβερία και τη Σιέρα Λεόνε. Μια δεξαμενή, δηλαδή, 20.000.000 ανθρώπων. Το περίεργο γεγονός είναι ότι ποτέ έως σήμερα δεν είχε εμφανιστεί κρούσμα Εμπολα σε αυτά τα κράτη, αλλά αυτό μπορεί να δικαιολογηθεί εξαιτίας του ότι τα τελευταία χρόνια οι συνθήκες υγιεινής ειδικότερα και το βιοτικό επίπεδο των πολιτών σε αυτά τα κράτη γενικότερα ολοένα και υποβαθμίζονται. Μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές ο ιός έχει «δώσει» 4.500 θανάτους, ενώ ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας υπολογίζει ότι τα κρούσματα θα έχουν φτάσει στα 10.000 μέχρι την τελευταία εβδομάδα του Νοεμβρίου, με το 70% εξ αυτών να είναι θανατηφόρα. Η ανθρωπότητα βρίσκεται εμπρός σε μια κομβική καμπή που η κρίση μπορεί να ξεφύγει συνολικά του ελέγχου και τότε θα μπορεί να καταφύγει μόνο στα δύο διαχρονικά στηρίγματά της,·στην επιστήμη και στον Θεό.
Ηδη οι ΗΠΑ, η Βρετανία και άλλα κράτη του δυτικού κόσμου έχουν δεσμεύσει στρατό αλλά και επιστημονικό προσωπικό που ετοιμάζεται να σταλεί στις περιοχές της κεντρικής Αφρικής, για να αντιμετωπίσουν τον ιό και να φροντίσουν παράλληλα τους ασθενείς που αφήνονται να πεθαίνουν κυριολεκτικά στη μέση του δρόμου. Το πιθανότερο είναι, όπως όλοι ευχόμαστε, οι προσπάθειες να στεφθούν με επιτυχία. Το πρόβλημα, όμως, της Αφρικής δεν αντιμετωπίζεται στο «και πέντε». Η ήπειρος αυτή πρέπει να στηριχθεί ανοιχτά, ώστε να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του παρόντος. Πώς; Με την οικοδόμηση νέων αστικών δομών ανάπτυξης, τη δημιουργία μιας νέας ομάδας πολιτικών που θα καταφέρει να ξεφύγει από τον αποχαυνωτικό υλισμό της σημερινής καθεστηκυίας τάξης, την ανάπτυξη νορμών νεωτερικότητας που θα οδηγήσει την ήπειρο μακριά από την πολυδιάσπαση των φυλετικών υποομάδων που παράγουν και δημιουργούν υψηλές τριβές και εμφύλιες συγκρούσεις. Παράλληλα, η οικονομική βοήθεια προς τα κράτη της Αφρικής θα πρέπει να σταματήσει να έχει τη σημερινή μορφή των χρηματικών πακέτων, που τις περισσότερες φορές καταλήγουν στις τσέπες διεφθαρμένων αξιωματούχων, και αντί αυτού να μετατραπεί σε σύγχρονα γεωργικά εργαλεία ή σε κατασκευαστικές εφαρμογές γεωργικών και αστικών υποδομών που θα βοηθήσει τις κοινωνίες να αρχίσουν να παράγουν πρωτογενή πλούτο.
Για πολλές δεκαετίες η Αφρική ήταν ο σκουπιδότοπος του πλανήτη. Ομως, όπως γίνεται πάντα, ο σκουπιδότοπος που θα αφεθεί στην τύχη του θα γεμίσει αρουραίους και θειώδη αέρια που θα πλήξουν όλες τις γειτονιές, ακόμα και τις πλέον μακρινές. Ο Εμπολα είναι το αποτέλεσμα μιας τέτοιας κατάστασης, η οποία έρχεται να μας θυμίσει ότι ο πλανήτης επικοινωνεί με τον έναν τρόπο ή τον άλλο. Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο το Νόμπελ Ειρήνης της επόμενης χρονιάς πρέπει να δοθεί σε όλους αυτούς τους γιατρούς, τους νοσοκόμους / νοσοκόμες και τα μέλη των ενόπλων δυνάμεων του δυτικού κόσμου που αυτήν τη στιγμή πολεμούν απέναντι στον θάνατο για να μπορέσει να επιβιώσει η ανθρωπότητα.
Σπύρος Ν. Λίτσας


