Αναντίρρητα η χώρα διέρχεται κρίσιμες στιγμές κι΄ από τις αποφάσεις που θα ληφθούν μέσα στον Ιούνιο του 2015 θα κριθεί το μέλλον της. Μελετώντας κάποιος την πορεία της χώρας μας τα τελευταία χρόνια δικαιολογημένα μπορεί να πει ότι έχει εφαρμογή η λαϊκή παροιμία «κάθε πέρσι και καλύτερα» γιατί όλα χειροτερεύουν. ΄Εχει επέλθει πλήρης αποβιομηχάνιση(ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα) και η ύφεση έχει παγιωθεί. Υποτίθεται ότι κύριος στόχος της πολιτικής που ακολουθήθηκε με πίεση των δανειστών ήταν να περιοριστούν τα ελλείμματα που δημιουργεί ο υπερτροφικός δημόσιος τομέας αλλά στην πράξη το πολιτικό σύστημα εξειδικεύοντας τα μέτρα έθιξε κυρίως τον ιδιωτικό τομέα όπου οι εργαζόμενοι (με αποδοχές σχεδόν των εργαζομένων της Βουλγαρίας) ζουν καθημερινά με το φόβο ανεργίας και όπου δυστυχώς η εξοντωτική φορολογία λειτουργεί ως αντικίνητρο και δεν επιτρέπει την δημιουργία αναπτυξιακού κλίματος για τη χώρα.
Οι πολίτες απελπισμένοι και άφωνοι παρακολουθούν τα τεκταινόμενα, ζώντας με την αγωνία τι θα φέρει η επόμενη μέρα, αισθανόμενοι κάθε μέρα περισσότερο ανασφαλείς γιατί βλέπουν το πολιτικό προσωπικό στην πλειοψηφία του να αποδεικνύεται κατώτερο των περιστάσεων ασχολούμενο μόνο με την επιβολή φόρων χωρίς το θάρρος για υλοποίηση πραγματικών μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η χώρα,χωρίς κανένα εμφανή σχεδιασμό για δημιουργία προϋποθέσεων ανάπτυξης για τη χώρα.
Την άνοιξη του 2010 οδηγηθήκαμε στο πρώτο μνημόνιο που υποτίθεται ότι σε 1-2 χρόνια θα μας έβγαζε στις αγορές και θα δημιουργούσε προϋποθέσεις ανάπτυξης αλλά τελικά μας οδήγησε σε επόμενο μνημόνιο και σε ακόμα βαθύτερη ύφεση με μείωση του ΑΕΠ και στην ανάγκη λήψης συνεχώς οδυνηρών μέτρων. Οι ηγεσίες των περισσοτέρων κομμάτων αντί να ασχοληθούν με την δημιουργία προϋποθέσεων ανάπτυξης για τη χώρα ασχολούνταν πρωτίστως με τις προνομιούχες τάξεις εργαζομένων στο δημόσιο και τα «ειδικά μισθολόγια» χωρίς να πολυσκοτίζονται για το γεγονός ότι αλλάζοντας συνεχώς το φορολογικό σύστημα ναρκοθετούν κάθε πιθανότητα ανάπτυξης η οποία κυρίως από τον ιδιωτικό τομέα μπορεί να έλθει.
Η λύση του προβλήματος της χώρας προϋποθέτει ουσιαστική λειτουργία των θεσμών, υλοποίηση πραγματικών μεταρρυθμίσεων για ανάπτυξη με δημιουργία θέσεων εργασίας και αύξηση του Α.Ε.Π. Για να γίνουν αυτά θα έπρεπε τουλάχιστον,παράλληλα με την αναγκαία περιστολή δαπανών στον δημόσιο τομέα, να έχει εκπονηθεί και υλοποιηθεί σχέδιο αξιοποίησης των συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων, δηλαδή σχέδιο προβολής και αξιοποίησης της ιστορίας, του πολιτισμού, των μνημείων, του κλίματος και της φυσικής ομορφιάς της χώρας κι΄ έτσι να έχουμε π.χ. 30 εκατομμύρια τουρίστες υψηλού εισοδηματικού επιπέδου ετησίως. Να μελετηθεί πως τα 14 περίπου δισ. Ευρώ που φέρνει κάθε χρόνο η εμπορική ναυτιλία θα γίνουν 20-25, πως με αναδιάρθρωση αγροτικών καλλιεργειών θα έχουμε πραγματική παραγωγή και εξαγωγικό χαρακτήρα, πως θα προσελκύσουμε καινοτόμες επενδύσεις υψηλής τεχνολογίας και πως θα αξιοποιηθούν οι άλλες πλουτοπαραγωγικές πηγές….
Το πολιτικό σύστημα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι η ανάπτυξη μπορεί να έλθει κυρίως από τον ιδιωτικό τομέα κι΄ επειδή το πρόβλημα της χώρας δεν είναι μόνο οικονομικό προαπαιτούμενο είναι να λειτουργούν ουσιαστικά οι θεσμοί. Πρέπει πέρα από το σχέδιο οικονομικής ανασυγκρότησης της χώρας, με την ευρύτερη δυνατόν συναίνεση, να προχωρήσουν σε τολμηρή συνταγματική αναθεώρηση που θα τονίσει περισσότερο την διάκριση εξουσιών, που θα αναβαθμίζει το κοινοβούλιο με την θέσπιση ασυμβίβαστου μεταξύ θέσης Βουλευτού και υπουργού(λειτουργεί επιτυχώς στην Κύπρο),θα παύσει την μέσω σύντομης παραγραφής ατιμωρησία των επίορκων πολιτικών, θα επιβάλλει κανόνες διαφάνειας στην πολιτική ζωή, θα ενισχύσει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και με καθιέρωση δημοψηφισμάτων θα κάνει πιο συμμετοχικό το πολίτευμά μας
Τα περιθώρια έχουν στενέψει και αν θέλουμε να υπάρχει μέλλον πρέπει με οδηγό το εθνικό συμφέρον να προχωρήσουμε σε υλοποίηση ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων. Ενδεικτικά μόνο αναφέρω ότι αν είχε εφαρμοσθεί ένας «Δικαστηριακός Καποδίστριας» με ανακατανομή των οργανικών θέσεων δικαστών και δικαστικών υπαλλήλων στα δικαστήρια της χώρας ανάλογα με τον πληθυσμό και τον όγκο των υποθέσεων(σήμερα υπάρχουν Πρωτοδικεία που ένας δικαστής εκδίδει 240 αποφάσεις το χρόνο αλλά σε άλλα μόνο 40-50) σε συνδυασμό με κάποια σμίκρυνση του χρόνου δικαστικών διακοπών θα είχαμε σίγουρα ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης…
Τέλος επισημαίνω ότι οι πολιτικοί μας πρέπει να ξεφύγουν από την «παροχολογία» της μεταπολίτευσης και να λειτουργούν με πρότυπο τον μεγαλύτερο ΄Ελληνα πολιτικό, τον Ελευθέριο Βενιζέλο ο οποίος μιλώντας στις 20-7-1928 στην Θεσσαλονίκη προεκλογικά(η ομιλία του δημοσιεύθηκε την επόμενη μέρα στο ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ) είπε επί λέξει: «πρώτιστη μέριμνα της κυβερνήσεώς μου, εάν τύχει της εμπιστοσύνης του Ελληνικού λαού, θα είναι η πραγματοποίησις όλων των δυνατών οικονομιών εις τας δαπάνας του προϋπολογισμού κυρίως με την μείωσιν της πληθώρας των δημοσίων υπαλλήλων». ΄Ηταν μεγάλος πολιτικός ο Ελ.Βενιζέλος όχι μόνο γιατί διπλασίασε την Ελλάδα αλλά και γιατί είχε το θάρρος προεκλογικά όχι μόνο να μην υπόσχεται παροχές αλλά και να υπόσχεται μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων. Τέτοιους πολιτικούς χρειαζόμαστε και σήμερα που θα έχουν το θάρρος να λένε την αλήθεια, το θάρρος να υλοποιούν ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις και να λειτουργούν ηγετικά «ως «λυχνία επί όρους κειμένη» συμμετέχοντας στις θυσίες που επιβάλλουν στους πολίτες…
Ο Δημήτρης Γαρούφας είναι δικηγόρος-πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης