Είναι πολύ δύσκολο να εξηγήσει κανείς πώς από το κλίμα μετά τη σύνοδο κορυφής το βράδυ της Δευτέρας βρεθήκαμε στην εμπλοκή της Τετάρτης. Οι στήλες αυτές δεν έκρυψαν ποτέ τη θέση τους για την αναγκαιότητα της παραμονής μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση πάση θυσία, γι’ αυτό ελπίζουν και εύχονται τη στιγμή που τις διαβάζετε οι εξελίξεις για την επίτευξη συμφωνίας να είναι οριστικά και αμετάκλητα θετικές.
Για ποιους λόγους όμως οι εταίροι μας διάλεξαν να απαντήσουν στη δυσβάστακτη πρόταση της κυβέρνησής μας, μ’ έναν τρόπο που διακινδύνευσε να τα τινάξει όλα στον αέρα; Οι απαντήσεις στο ερώτημα δεν αφορούν κυρίως ούτε τη θλίψη ούτε την οργή μας. Αφορούν την ακριβέστερη χαρτογράφηση του περιβάλλοντος και των συσχετισμών εντός των οποίων κινούμαστε και θα κινηθούμε.
Οι θεωρίες συνωμοσίας και οι υπεραπλουστεύσεις ελάχιστα συμβάλλουν στον σχηματισμό πλήρους αντίληψης. Αμφότερες άλλωστε ερωτοτροπούν με τον λαϊκισμό. Τότε ακριβώς τα πράγματα συσκοτίζονται πλήρως, πάντα εις βάρος των συμφερόντων του λαού και της αλήθειας. Προσωπικές συμπάθειες και αντιπάθειες, χαρακτήρες και συμπεριφορές παίζουν τον ρόλο τους, δεν συνιστούν όμως καθοριστικούς παράγοντες τόσο για τη διαπραγμάτευση όσο και για την τελική έκβαση σε αυτά τα επίπεδα.
Τρεις αναφορές φωτίζουν κάπως περισσότερο το τοπίο. Η πρώτη από τον πρωθυπουργό: «Είτε δεν θέλουν συμφωνία είτε εξυπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα στην Ελλάδα». Είναι αποφασιστικής σημασίας, όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες, να γίνει απολύτως συγκεκριμένος επ’ αυτού. Ποια συμφέροντα στην πατρίδα μας συνδιαλέγονται με τους δανειστές και μάλιστα κατά τρόπο που η δική τους εξυπηρέτηση να απαιτεί τον εξανδραποδισμό ολόκληρης της χώρας και την εξαθλίωση των συμπολιτών τους;
Η δεύτερη από τον Ιταλό πρωθυπουργό: «Οι Ελληνες πρέπει να γνωρίζουν, και το λέμε με φιλική στοργή και την εγγύτητα όσων γνωρίζουν τις δυσκολίες του ελληνικού λαού, ότι υπάρχει και μια ισχυρότατη πίεση για να χρησιμοποιηθεί αυτό το παράθυρο που ανοίγεται ώστε να κλείσουν οριστικά οι λογαριασμοί με την Ελλάδα και να αποκλεισθεί από την ευρωζώνη». Ευθέως δε ανέφερε ότι η στάση αυτή υιοθετείται κυρίως από χώρες που εισήλθαν πρόσφατα στην Ευρωπαϊκή Ενωση και «θεωρούν αναγκαίο να δοθούν απαντήσεις». Επιβεβλημένο είναι να τους δοθούν. Κυρίως όσον αφορά τον τρόπο που η καπιταλιστική Δύση κατακτούσε για τους πολίτες της το «ευρωπαϊκό κεκτημένο» τα χρόνια που εκείνες, δυστυχώς, «απολάμβαναν» υπαρκτούς σοβιετικούς «παραδείσους».
Η τρίτη αφορά το ΔΝΤ, αλλά αυτή δεν χρειάζεται καμία εξήγηση.
Επιχειρεί να συγκαλύψει το λάθος για την εγκληματική συνταγή που μας προσέφερε, καθ’ ομολογίαν του, με την εμμονή του σ’ αυτό που αποτελεί και την καρδιά του προβλήματός μας: το μέγεθος του κράτους μας και το κόστος για τη συντήρησή του. Απ’ αυτό κυρίως χρεοκοπήσαμε και χωρίς να το μικρύνουμε δεν πρόκειται να δούμε χαΐρι και προκοπή. Γνωρίζει ότι αυτό αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα όλου του πολιτικού μας συστήματος και στρίβει το μαχαίρι στην πληγή για να το ταπεινώσει. Σκοπός, η επικράτηση της ανάλγητης νεοφιλελεύθερης λογικής του, σύμφωνα με την οποία «τα προβλήματα έχουν πάντα και παντού μόνο τεχνοκρατικές – οικονομικές λύσεις και όχι πολιτικές – κοινωνικές».
Οσο θα αρνιόμαστε να αντιμετωπίσουμε αυτό το τελευταίο, οι προσπάθειές μας θα είναι σισύφειες. Κι όσο κι αν σηκώνουμε τα χέρια ψηλά, παραδιδόμενοι σε ό,τι και όποτε μας το ζητάνε, δεν πρόκειται να βρούμε κανένα κλαράκι να πιαστούμε στον γκρεμό που βρισκόμαστε.
Γιώργος Κ. Στράτος