Η Κεντροδεξιά του Καραμανλή και η οικειότητα με το κέντρο του Κ. Μητσοτάκη
Οι ημερομηνίες-σταθμοί που χαρακτηρίζουν τη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας της μεταπολιτευτικής ελληνικής Κεντροδεξιάς είναι δύο. Η πρώτη είναι η μέρα που αναρριχήθηκε στην ηγεσία του Ελληνικού Συναγερμού ο Βορειοελλαδίτης Κωνσταντίνος Καραμανλής: η 5η Οκτωβρίου 1955. Πατώντας πάνω στην κληρονομιά του ήρωα αρχιστράτηγου Παπάγου ο νεαρός ηγέτης μεταμόρφωσε σταδιακά την παράταξη της οποίας ηγούνταν, από Δεξιά των ανακτόρων, του παρακράτους και των ξένων δυνάμεων σε παράταξη του λαού, της ρήξης και της Ευρώπης. Φυσιογνωμία που επιβεβαίωσε αμέσως μετά την επιστροφή του το 1974: Πολιτειακό, ρήξη με τον βασιλιά, εκδίωξη τζακιών, κρατικοποιήσεις, ένταξη στην ΕΟΚ, κοινωνική δικαιοσύνη.
Στην πραγματικότητα ο Καραμανλής, το πρώτο μεγάλο τζάκι που προήλθε απευθείας από τον λαό, μετακίνησε την έδρα της ελληνικής Δεξιάς -με ό,τι αυτό σημαίνει- από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη, από την Κηφισιά στο Κιούπκοϊ. Η δεύτερη μέρα σταθμός για τη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας της ελληνικής Κεντροδεξιάς είναι η 15η Ιουλίου 1965, η αποστασία Μητσοτάκη. Εκείνη την ημέρα εκτός από την πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου οριστικοποιείται κάτι ακόμη: Ποτέ ξανά στο μέλλον δεν θα συνυπάρξουν κάτω από την ίδια στέγη κεντρώοι παπανδρεϊκοί με κεντρώους αντιπαπανδρεϊκούς. Τούτων δοθέντων οι επιλογές φιλελεύθερων πολιτικών, όπως ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, μεταπολιτευτικά είναι περιορισμένες· ή θα ενταχθούν στη Ν.Δ. του Καραμανλή ή θα αφανιστούν. Συνέβη το πρώτο, για να σχηματοποιηθεί η Ν.Δ. σε άθροισμα παραδοσιακών δυνάμεων της λαϊκής Δεξιάς και φιλελεύθερων αντιπαπανδρεϊκών δυνάμεων.
Η ιστορία μας κατέγραψε όμως το εξής παράδοξο: Οσες φορές οι φιλελεύθερες δυνάμεις ήταν δυναμική μειοψηφία μέσα στην παράταξη, προσέθεταν, διεύρυναν, ήταν πλούτος. Οσες φορές έγιναν πλειοψηφία διαίρεσαν, δεν επέδειξαν αντοχή στον χρόνο. Δύο ήταν οι λόγοι της αποτυχίας. Ο πρώτος; Ηταν φορείς κληρονομιάς αντίθετης με την καραμανλική: προδικτατορικά το Κέντρο φλέρταρε με το Παλάτι, το κατεστημένο, τους Αμερικανούς. Ο δεύτερος ήταν ότι για να επιβληθούν σε ένα κόμμα στο οποίο δεν ένιωθαν οικεία προσέφευγαν στη μέθοδο της επιβολής έναντι της πλειοψηφίας: Ή υποτάσσεσαι ή εξοστρακίζεσαι. Ποτέ αυτός ο χώρος δεν λειτούργησε σαν μεγάλη αγκαλιά. Και ποτέ ο ίδιος δεν ένιωσε οικεία μέσα στη Δεξιά. Πάντοτε κολακευόταν από τη συναναστροφή με τον χώρο από τον οποίον εκδιώχθηκε: Το Κέντρο. Γι’ αυτό και όταν κατόρθωσε να γίνει πρόσκαιρα πλειοψηφικός στη βάση μιας συγκυρίας -κάθαρση- δεν επέδειξε αντοχή. Και έπεσε.
Το μυστικό της μακροβιότητας των φιλελευθέρων στην ηγεσία αυτής της παράταξης λοιπόν είναι ο ουσιαστικός συμβιβασμός της με την καραμανλική κληρονομιά της, όχι η υιοθέτηση μιας ξένης. Παρατηρώ όμως ότι ο Κυριάκος νιώθει πιο οικεία με τον Σημίτη, τον Βενιζέλο, την Αννα, που προέρχονται από την κεντρώα ιδεολογική μήτρα του πατρός, παρά με τον Καραμανλή, τον Σαμαρά, τους οννεδίτες, που απέκλεισε από το συνέδριο επειδή δεν του παραδόθηκαν. Πιο οικεία νιώθει στα διεθνή ναι παρά στα ελληνικά όχι. Γνωστή η διαδρομή, γνωστή και η κατάληξη!
Μανώλης Κοττάκης