ΚΙ ΟΜΩΣ ΛΕΦΤΑ ΓΙΑ ΞΟΔΕΜΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ!

Τεράστια η εισπρακτική επιτυχία, αλλά τέτοιου είδους… επενδύσεις δεν υπακούν σε καμία επιχειρηματική λογική

Αμφιβάλλω αν ο Παπάς, ο Κρέτσος και οι υπόλοιποι που έστησαν αυτό το επικοινωνιακό πανηγύρι με τις τηλεοπτικές άδειες μπορούσαν να φανταστούν το ποσό που θα μάζευαν από τους απελπισμένους καναλάρχες· παλαιούς και επίδοξους.
Ο αριθμητικός περιορισμός των αδειών σε τέσσερις επικρίθηκε έντονα. Από κάποιους θεωρήθηκε αυθαίρετος και εισπρακτικά «αντιπαραγωγικός». Η διαδικασία «Μπεν Χουρ», από την άλλη πλευρά, ήταν ομολογουμένως πρωτότυπη, στο όριο του… διαστροφικού, όπως μου είπε κάποιος που είναι σε θέση να γνωρίζει το σκεπτικό. Διασκεδαστική για το πλατύ κοινό, εξευτελιστική για τους ολιγάρχες και ολίγον τιμωρητική για τους συμμετέχοντες. Οι οποίοι, βέβαια, πέραν της αδιάκοπης τηλεοπτικής γκρίνιας του Σκάι (που αδειοδοτήθηκε πρώτος πρώτος!), έσπευσαν να κλειστούν αδιαμαρτύρητα στα κλουβιά της Γενικής Γραμματείας, εγκαταλείποντας στο σπίτι τα κινητά και κάθε άλλο μέσο επικοινωνίας.

Δυστυχώς για τους επικριτές της όλης μεθοδολογίας το αποτέλεσμα ήταν πέραν πάσης προσδοκίας. Η κυβέρνηση είχε ξεκαθαρίσει με αρκετά κυνικό τρόπο ότι, αφού δεν μπορεί να κάνει face control στους νέους «αδειούχους», κοιτάζει να αρπάξει όσο πιο πολύ χρήμα γίνεται. Μετά σχεδόν τρία 24ωρα αλληλοσπαραγμού το κράτος βρέθηκε προικισμένο (στα βιβλία προς το παρόν) με το ιλιγγιώδες ποσό των 246.000.000 από τους… αναξιοπαθούντες, κατά τα άλλα, βαρόνους των media. Συγγνώμη, αλλά αυτό είναι μια μεγάλη εισπρακτική επιτυχία. Respect, που λέμε και στο χωριό μου, καθώς το ποσό από μόνο του σε κάνει να ξεχνάς αυτόματα τα καραγκιοζιλίκια με τα ράντσα, τα στρώματα και τα πολυτελή κέτεριγκ. Μόνον ένας ανεγκέφαλος φανατικός σαν τον Αδωνι μπορεί να υποστηρίζει σε αυτή τη χώρα ότι η δημοπρασία δεν έφερε τα επιθυμητά έσοδα. Αλλά αυτό είναι πρόβλημα της παραπαίουσας Νέας Δημοκρατίας.

Σε δεύτερη ανάγνωση, βέβαια, δεν είναι σίγουρο ότι ο πήχης ανέβηκε λόγω της συγκεκριμένης «εξτρίμ» διαδικασίας reality. Τα ποσά που προσφέρθηκαν και είναι πέραν κάθε επιχειρηματικής λογικής αποδεικνύουν ότι ορισμένοι εκ των διεκδικητών είχαν τόση ανάγκη «το κανάλι», που θα πουλούσαν ακόμη και το σπίτι τους για να το αποκτήσουν. «Αλλοι για να διατηρήσουν τα κεκτημένα και άλλοι για να σώσουν τον εαυτό τους…» όπως προσφυώς παρατήρησε ο «χαμένος» Ιβάν Σαββίδης.

Από δω και πέρα, αρχίζουν τα δύσκολα και τα… περίεργα στο νέο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο που αναδύεται, αν βέβαια δεν ανακοπεί η πορεία του εγχειρήματος από κάποια δικαστική βόμβα.
Σοβαροί παίκτες, όπως η οικογένεια Βαρδινογιάννη, αρνήθηκαν να μπουν στη κούρσα της ξέφρενης και πέραν κάθε επιχειρηματικής λογικής, επαναλαμβάνω, πλειοδοσίας. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι θα καθίσουν με σταυρωμένα χέρια και δεν θα προσπαθήσουν να διαφυλάξουν τα συμφέροντά τους.

Από την άλλη πλευρά, οι ήδη εγκατεστημένες στον χώρο της τηλεόρασης οικογένειες Αλαφούζου και Κυριακού ανανέωσαν για 10 χρόνια το εισιτήριο παραμονής τους, αλλά με τι χρηματοοικονομικά εχέγγυα; Οι επιχειρήσεις τους ήδη ζορίζονται, τα δάνεια τρέχουν και είναι υπέρογκα, και ασφαλώς η αιμορραγία για την απόκτηση των νέων αδειών είναι καθοριστικής σημασίας. Η επιβίωσή τους επομένως στην Ελλάδα της κρίσης είναι αβέβαιη.

Για τους new comers του χώρου Καλογρίτσα και Μαρινάκη τα πράγματα είναι εξίσου περίπλοκα. Μπορεί να μην έχουν δανεισμό (τέτοιου είδους), αλλά αρχίζουν με το «καλημέρα» μια τεράστια επένδυση από αρνητική αφετηρία και η απόσβεση υπό τις σημερινές συνθήκες είναι μαθηματικά αδύνατη. Γιατί δεν είναι μόνο τα «διόδια» που αναγκάστηκαν να δώσουν για να μπουν στο παιχνίδι. Χρειάζονται τώρα υποδομές και εξοπλισμό, υποχρεώνονται να προσλάβουν άμεσα 450 υπαλλήλους (η μισθοδοσία των οποίων πρέπει να «τρέχει» από τον πρώτο μήνα) και προσδοκούν έσοδα μόνο από μία αναιμική διαφημιστική αγορά.

Ε, λοιπόν, το εγχείρημα δεν βγαίνει με καμία δύναμη. Και αυτό θα έπρεπε να απασχολεί πρωτίστως τον πολιτικό κόσμο. Γιατί αποδεικνύεται ότι αυτοί που θέλουν πάση θυσία να έχουν κανάλι δεν προσδοκούν κέρδη από το προϊόν τους. Για άλλους λόγους θέλουν τις συχνότητες. Και είναι τόσο απελπισμένοι, που δέχονται να τις επιδοτήσουν από την τσέπη τους (τώρα που σταμάτησε το πάρτι με τις τράπεζες). Λεφτά εξακολουθούν λοιπόν να μπαίνουν στα (απαξιωμένα) ελληνικά media. Και ήταν καλό που κάποια από αυτά κατέληξαν επιτέλους στο ταμείο του κράτους. Χωρίς βεβαίως να διασφαλίζουν ούτε στο ελάχιστο την ποιότητα της ενημέρωσης…

Γιώργος Χαρβαλιάς

{{-PCOUNT-}}12{{-PCOUNT-}}

Κορυφαίες Ειδήσεις