Αν τα νιάτα βλέπουν αχτίδα ελπίδας στο πρόσωπο της Μαρίας Καρυστιανού, τότε, ναι, πρέπει να τους προσφερθεί
- Από τον
Βασίλη Βέργη
Ακουσα με μεγάλη προσοχή και σεβασμό τον Πάνο Ρούτσι να εκφράζει ξεκάθαρα και δημόσια τη διαφωνία του στο όποιο ενδεχόμενο δημιουργίας νέου πολιτικού φορέα από τη Μαρία Καρυστιανού.
«Από την αρχή λέμε ούτε κόμμα ούτε χρώματα. Δεν πιστεύω ότι η Μαρία μπορεί να πάει σε κάποιο κόμμα ή κύμα. Οποιοσδήποτε πάει να κάνει κάποιο κόμμα ή κύμα θα είναι καταστροφικό για εμάς. Δεν αμφισβητώ αυτά που είπε ο κ. Καραχάλιος, αλλά η Μαρία δεν μας έχει πει κάτι. Δεν νομίζω να υποστήριζα ένα κίνημα όπου θα προέδρευε η Μαρία Καρυστιανού, θα ήταν πολύ καταστροφικό. γιατί ο κόσμος μάς γνωρίζει γι’ αυτό που είμαστε. Αν γίνει κάτι τέτοιο, νομίζω ότι ο κόσμος θα αναρωτηθεί για τον αγώνα που κάναμε 2,5 χρόνια. Δεν θα την υποστήριζα».
Θα ήθελα να χωρίσω στα δύο την τοποθέτηση του κ. Ρούτσι, του γονιού, με τη συγκλονιστική στάση ζωής, που ένωσε τη χώρα και ξεγύμνωσε τον κυβερνητικό χοντροπετσισμό, για να τεκμηριώσω τη σκέψη και την επιχειρηματολογία μου.
1. Προφανώς από την πρώτη στιγμή, αμέσως μετά τη δολοφονία 57 αθώων ψυχών στα Τέμπη, στην πλευρά των γονιών – συγγενών κυριάρχησε το «όχι κόμματα, όχι χρώματα».
Πολλοί προσπάθησαν να κομματικοποιήσουν τον αγώνα τους, ώστε να τον φθείρουν μέσα από αυτό, ουδείς το πέτυχε. Εμειναν ενωμένοι σαν γροθιά, συγκέντρωσαν δίπλα τους εκατομμύρια Ελληνες κάθε ηλικίας και πολιτικής πεποίθησης, έγιναν ο εφιάλτης του κατεστημένου, που επιδίωξε να τους χτυπήσει με αλητείες και τρολάκια, αλλά κάθε φορά έσπαγε τα μούτρα του. Υπό αυτή την οπτική, ο κ. Ρούτσι έχει απόλυτο δίκιο όταν λέει «όχι κόμματα, όχι χρώματα».
2. Σε λίγους μήνες συμπληρώνονται τρία χρόνια από τη δολοφονία. Και μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα αναδείχθηκαν όχι μόνο η αυτονόητη ανάγκη απονομής δικαιοσύνης, αλλά και η δίψα της κοινωνίας για κάτι νέο, αυθεντικό, υγιές, που να δίνει προοπτική και ελπίδα.
Κάτι το οποίο να γεννηθεί από την αυθεντικότητα καθάριων φωνών και μαχητών, όπως είναι αυτοί οι χαροκαμένοι γονείς. Η Μαρία Καρυστιανού είναι πια ένα σύμβολο. Οπως και ο Πάνος Ρούτσι, όπως και ο Νίκος Πλακιάς. Η ίδια η μοίρα που τους χτύπησε κατάσαρκα είναι εκείνη που τους ανέδειξε, μέσα από τον αγώνα τους, σε πρόσωπα τα οποία οι Ελληνες εκτιμούν. Γιατί καταλαβαίνουν πως τούτη η μάχη που δίνουν για να δικαιωθεί η μνήμη των παιδιών τους είναι μια μάχη που όλη η κοινωνία θέλει να δώσει για να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής της. Για να αποτινάξει τα βαρίδια ενός διεφθαρμένου πολιτικού σκηνικού που έχει αποδειχθεί στην πράξη «κατάμαυρο».
Αρα, λοιπόν, όταν η δημοσιοποίηση γίνεται είτε με καλές προθέσεις είτε με «στόχο καψίματος» ή με εμφανή προσπάθεια εκμετάλλευσης της προοπτικής, όπως συνέβη εσχάτως με τα περί «Κύματος», εκείνο που πρέπει να εξετάσουμε είναι όχι μόνο «αν πρέπει», αλλά κυρίως αν ήρθε η ώρα για το επόμενο βήμα. Κι αυτό θα προέλθει μέσα από τα βαθιά «θέλω» της κοινωνίας.
Ταπεινή μου άποψη είναι πως η Ελλάδα δεν έχει ως προς το κλασικό πολιτικό προσωπικό ιδιαίτερα αποθέματα αξιοπιστίας. Αν μάλιστα ρωτήσετε τους νέους, θα γελάσουν και δεν θα απαντήσουν καν. Το πράττουν με την απουσία τους από την κάλπη. Το πράττουν όταν αγνοούν τα παραδοσιακά ΜΜΕ (ειδικά την TV) και στρέφονται στα social και στο YouTube, όταν γεμίζουν τα στάδια όπου τραγουδάει (δίχως καμία διαφήμιση) ο ΛΕΞ, το πράττουν όταν κατεβαίνουν κατά χιλιάδες στον δρόμο για να σταθούν δίπλα στην Καρυστιανού, στον Ρούτσι, στον Πλακιά και να φωνάξουν μαζί τους «Δικαιοσύνη».
Αν, λοιπόν, αυτά τα νιάτα δείχνουν τον δρόμο για «νέο κόμμα και νέο χρώμα», αν βλέπουν αχτίδα ελπίδας στο πρόσωπο της Μαρίας Καρυστιανού, τότε, ναι, πρέπει να τους προσφερθεί. Απλά, αυθεντικά, ελληνικά!

