Ενώ ο στόχος του προέδρου της Τουρκίας είναι να υπερκεράσει σημαντικές χώρες της Δύσης και να γίνει η χώρα του συνδιαμορφωτής της πορείας της ανθρωπότητας, την ίδια στιγμή ορισμένες πτυχές της εθνικής του στρατηγικής εξυπηρετούν σχέδια των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ
Το «οικοδόμημα» της τουρκικής εθνικής στρατηγικής για τον 21ο αιώνα στηρίζεται σε 3+1 πυλώνες. Ο ένας είναι ο πανισλαμισμός. Δηλαδή η πολιτική που θα καταστήσει την Τουρκία τη σημαντικότερη χώρα στον ισλαμικό κόσμο, με στόχο να τον εκπροσωπήσει στο αναδομημένο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, κάτι που ο Ερντογάν έχει τονίσει επανειλημμένως σε ομιλίες του από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης των Η.Ε..
- Του Σάββα Καλεντερίδη
Μάλιστα, για να εξασφαλίσει την επικυριαρχία επί των μουσουλμανικών χωρών και να ξεπεράσει το «αραβικό εμπόδιο», ο Ερντογάν έχει φροντίσει να αναπτύξει τις σχέσεις της Τουρκίας με τις μη αραβικές μουσουλμανικές χώρες, κυρίως δε με το Πακιστάν και την Ινδονησία. Τέλος, κρατάει στο «οπλοστάσιό» του και την παλινόρθωση του Χαλιφάτου, που κατήργησε ο Μουσταφά Κεμάλ με απόφαση της εθνοσυνέλευσης το 1924.
Ο δεύτερος πυλώνας είναι ο «νεοοθωμανισμός», ένα δόγμα που προβλέπει την ανασύσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με όρους 21ου αιώνα. Δηλαδή, κατάληψη εδαφών ορισμένων γειτονικών χωρών, για την «ασφάλεια» της Τουρκίας, και άσκηση επιρροής είτε διά της «φιλικής» παρουσίας στρατευμάτων σε βάσεις μουσουλμανικών χωρών είτε διά της «ήπιας ισχύος» σε χώρες που προήλθαν από τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Στις τελευταίες συμπεριλαμβάνεται και η Ελλάδα, ασκώντας επιρροή διά της ήπιας ισχύος με τηλεοπτικές σειρές και τηλεοπτικές εκπομπές που -ακουσίως ή ακουσίως- εξυμνούν το «μεγαλείο» της Τουρκίας και του τουρκικού στρατού. Ο τρίτος πυλώνας είναι ο παντουρκισμός ή παντουρανισμός, ένα δόγμα με βάση το οποίο η Τουρκία επιδιώκει να ενώσει τον λεγόμενο τουρκικό κόσμο, από την Αδριατική μέχρι το Σινικό Τείχος. Το επιχείρησε ο Τουργκούτ Οζάλ στις αρχές της δεκαετίας του 1990, με την υποστήριξη της Δύσης, η οποία με τον τρόπο αυτόν επιδιώκει να μπει «σφήνα» σε Ρωσία και Κίνα στον γεωστρατηγικής σημασίας χώρο της Κεντρικής Ασίας.
Στη συνέχεια τον στόχο αυτόν η Δύση προσπάθησε να τον πετύχει διά του δικτύου σχολείων και πανεπιστημίων του ιμάμη Γκιουλέν. Τώρα, μετά την εξουδετέρωση του Γκιουλέν, ο Ερντογάν προσπαθεί να πετύχει τον στόχο της ένωσης του λεγόμενου τουρκικού κόσμου με τον Οργανισμό Τουρκικών Κρατών (Αζερμπαϊτζάν, Καζακστάν, Κιργιζία, Τουρκία, Ουζμπεκιστάν), στην ίδρυση του οποίου πρωταγωνίστησε. Οσον αφορά τις «τουρκικές κοινότητες» που δεν έχουν δικό τους κράτος, η Τουρκία ασκεί μια συνεπή πολιτική ελέγχου τους μέσω του Ισλάμ και της χρηματοδότησης διαφόρων δράσεων.
Πάμε τώρα στον +1 πυλώνα, που είναι το δόγμα της ενεργειακής αυτάρκειας της Τουρκίας. Ο Ερντογάν έχει ως «όραμα» το 1071, χίλια χρόνια μετά τη νίκη του Αλπ Αρσλάν επί του Ρωμανού του Διογένη, η Τουρκία, ως αποτέλεσμα των τριών προηγουμένων δογμάτων, να μετατραπεί σε μία από τις πέντε ισχυρότερες δυνάμεις του κόσμου και ως εκ τούτου συνδιαμορφωτής της πορείας της ανθρωπότητας.
Οπλικά συστήματα
Αυτός είναι ένας από τους λόγους που αναπτύσσει τη δική της αμυντική βιομηχανία, αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο επιδιώκει τον απόλυτο έλεγχο των οπλικών της συστημάτων, για να μην έχει εξαρτήσεις από καμία μεγάλη δύναμη που της προμηθεύει όπλα. Ομως αυτό δεν αρκεί. Για να καταστεί η Τουρκία υπερδύναμη πρέπει να αποκτήσει ανάλογη οικονομία, το οποίο έχει πεισθεί ότι είναι αδύνατον να γίνει, αν η χώρα δεν καταστεί ενεργειακά αυτόνομη. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που η Τουρκία από τη μία πλευρά θέλει να αποκτήσει πυρηνικά εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος και από την άλλη επιδιώκει να αποκτήσει δικά της κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Η αγορά ερευνητικών πλοίων και πλωτών γεωτρυπάνων, το παράνομο και παράλογο τουρκολιβυκό μνημόνιο και οι άδειες για έρευνες που διεκδικεί και έλαβε από Λιβύη και Σομαλία, και οι διεκδικήσεις της σε πετρελαιοφόρες περιοχές στη γραμμή Χαλέπι, Μοσούλη και Κιρκούκ, αλλά και το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» είναι μέρος αυτού του σχεδίου.
Αυτό είναι το σχέδιο του Ερντογάν, που λόγω της πολυπλοκότητάς του απολαμβάνει της στήριξής του από το βαθύ κράτος, από τους υπερεθνικιστές, από τους ισλαμιστές, αλλά και από τον επιχειρηματικό κόσμο.
Το ενδιαφέρον είναι ότι ενώ ο στόχος του Ερντογάν με όλα τα παραπάνω είναι να υπερκεράσει σημαντικές χώρες της Δύσης και να γίνει η Τουρκία συνδιαμορφωτής της πορείας της ανθρωπότητος, την ίδια στιγμή ορισμένες πτυχές της εθνικής του στρατηγικής εξυπηρετούν σχέδια των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ και γι’ αυτό απολαμβάνουν μιας ιδιότυπης στήριξης από την Ουάσινγκτον, το Λονδίνο και τις Βρυξέλλες. Γι’ αυτό τον ιδιότυπο «νατοϊκό τουρανισμό» θα μιλήσουμε στο επόμενο άρθρο μας.


