Το κάλεσμα του Κυριάκου Μητσοτάκη προς τους αγρότες παρουσιάζεται ως άνοιγμα συνεννόησης, όμως στην πράξη μοιάζει περισσότερο με πολιτικό πυροσβεστήρα παρά με ειλικρινή προσπάθεια κατανόησης
- Από τον Ανδρέα Καψαμπέλη
Κάθε φορά που η κοινωνική πραγματικότητα ξεφεύγει από τον έλεγχο, η κυβέρνηση ανακαλύπτει ξανά τη λέξη «διάλογος». Το κάλεσμα του Κυριάκου Μητσοτάκη προς τους αγρότες παρουσιάζεται ως άνοιγμα συνεννόησης, όμως στην πράξη μοιάζει περισσότερο με πολιτικό πυροσβεστήρα παρά με ειλικρινή προσπάθεια κατανόησης. Δεν είναι, άλλωστε, η πρώτη φορά που ο λόγος επιστρατεύεται για να καλύψει αποφάσεις που έχουν ήδη ληφθεί…
Οι προειδοποιήσεις έρχονται από την αρχαιότητα. «Δύο ὦτα ἔχομεν καὶ μίαν γλῶτταν» έλεγε ο Πλούταρχος, υπενθυμίζοντας ότι ο διάλογος προϋποθέτει ακρόαση. Στη σημερινή εκδοχή του, όμως, ο διάλογος ξεκινά με έτοιμα non papers και τελειώνει με δελτία Τύπου. Οι αγρότες μιλούν για κόστος παραγωγής που δεν βγαίνει, για πετρέλαιο και ρεύμα που πνίγουν την ύπαιθρο, ενώ το κυβερνητικό επιτελείο απαντά με στατιστικές και «δημοσιονομικά όρια». Ετσι γεννιούνται οι παράλληλοι μονόλογοι: πολλή ομιλία, μηδενική συνεννόηση…
Ο Δημόκριτος έλεγε πως «λόγος πείθει, οὐ βία». Σήμερα, όμως, ο λόγος χρησιμοποιείται όχι για να πείσει, αλλά για να καθυστερήσει. Ο προσχηματικός διάλογος λειτουργεί σαν φύλλο συκής, ώστε η εξουσία να ισχυρίζεται ότι «άκουσε», χωρίς καμία πραγματική δέσμευση αλλαγής πολιτικής. Πρόκειται για διάλογο-διαδικασία, όχι για διάλογο-ουσία…
Κάπου εδώ εμφανίζεται και ο διάλογος «κωφών». Ο Ηράκλειτος μιλούσε για τον κοινό λόγο, «τοῦ λόγου δ᾽ ἐόντος ξυνοῦ». Στην υπόθεση των αγροτών, κοινός λόγος δεν υπάρχει. Από τη μια, η βιωμένη αγωνία της επιβίωσης· από την άλλη, η ψυχρή γλώσσα των excel. Δεν πρόκειται για απλή διαφωνία, αλλά για ασυμβατότητα πραγματικοτήτων…
Ο Σωκράτης πίστευε ότι «ἐν τῷ διαλέγεσθαι ζητεῖται ἡ ἀλήθεια». Στη σύγχρονη πολιτική σκηνή, όμως, η αλήθεια δεν αναζητείται· φιλτράρεται. Ο ειλικρινής διάλογος, εκείνος που θα προϋπέθετε παραδοχή λαθών και αναθεώρηση επιλογών, θεωρείται επικίνδυνος. Γι’ αυτό και αποφεύγεται. Αντ’ αυτού, προτιμάται ο ελεγχόμενος διάλογος, με αυστηρά χρονικά και θεματικά όρια…
Τελικά, ο διάλογος ξεκινά μόνο όταν «ἡ ἀνάγκη διδάσκει». Οταν τα τρακτέρ κλείνουν τους δρόμους και η κοινωνική πίεση μετατρέπεται σε πολιτικό κόστος. Τότε ο λόγος δεν προηγείται της σύγκρουσης, αλλά την ακολουθεί. Και αυτό δεν είναι δημοκρατική ευαισθησία, αλλά διαχείριση κρίσης…
Ο Ισοκράτης έλεγε ότι το λέγειν είναι άρχειν. Αν, όμως, ο λόγος δεν έχει τη δύναμη να αλλάξει τις αποφάσεις, τότε δεν κυβερνά – απλώς συγκαλύπτει. Και ο διάλογος, αντί να αποτελεί θεμέλιο της δημοκρατίας, καταλήγει να είναι το πιο καλοδουλεμένο της άλλοθι…
Στο τέλος της ημέρας, ο διάλογος δεν κρίνεται από τις προσκλήσεις, ούτε από τα χαμόγελα στα σκαλιά του Μαξίμου. Κρίνεται από το αν η κυβέρνηση αλλάζει πολιτικές ή απλώς κερδίζει χρόνο. Αν δεν αγγίζει τις πραγματικές αιτίες της αγροτικής ασφυξίας, τότε δεν είναι διάλογος· είναι τακτική καθυστέρησης από πλευράς του κ. Μητσοτάκη. Και όταν ο λόγος χρησιμοποιείται για να αφοπλίσει τη διαμαρτυρία αντί να διορθώσει την αδικία, τότε η δημοκρατία δεν ακούει – προσποιείται. Αυτό οι αγρότες το έχουν ξαναδεί και η κοινωνία το έχει πληρώσει πολλές φορές ακριβά…
Από τη στήλη «Κοριός» της «Δημοκρατίας»


