Στο βάθρο των μεταλλίων του Ευρωμπάσκετ στη Ρίγα έφερε την ψυχωμένη Εθνική ομάδα του μπάσκετ ο Σπανούλης ως προπονητής της αυτή τη φορά,16 χρόνια μετά το χάλκινο του 2009 που κατέκτησε ως παίκτης στην ίδια διοργάνωση
Οι παλιότεροι είναι «καλομαθημένοι» – μπορεί να θυμούνται την Εθνική από το μυθικό Ευρωμπάσκετ του 1987. Οι νεότεροι, όμως, ειδικά, δεν είναι συνηθισμένοι σε τέτοιες μεγάλες χαρές. Ηδη πέρασαν 16 χρόνια από το τελευταίο μετάλλιο, και τότε χάλκινο κι αγχωτικό όπως χθες, στο Ευρωμπάσκετ του 2009, κόντρα στη Σλοβενία, με νίκη στον πόντο.
- Από τον Βασίλη Γαλούπη
Ο μοναδικός κοινός παρονομαστής είναι ο Βασίλης Σπανούλης – αυτός συνέδεσε την τελευταία έως χθες σελίδα από το ένδοξο παρελθόν με την επιστροφή στο βάθρο. Παίκτης τότε στη μεγάλη του ακμή, ομοσπονδιακός προπονητής χθες κόντρα στη Φινλανδία. Ούτε ο Παπαλουκάς ούτε ο Διαμαντίδης ούτε ο Τσατσαρής, που εμψύχωναν χθες ως θεατές το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα, ήταν στη 12άδα εκείνης της διοργάνωσης στην Πολωνία. Συμπτωματικά, απουσίαζαν και οι τρεις. Ούτε, όμως, ο νεότερος Σλούκας, που βρέθηκε στο επόμενο Ευρωμπάσκετ, αυτό του 2011. Ο Βασίλης Σπανούλης την είχε καλά «φυλαγμένη» τη δήλωσή του μετά την -στα καλά καθούμενα αγωνιώδη- επικράτηση κατά της Φινλανδίας. Είναι, άλλωστε, από τους ανθρώπους που τίποτα δεν κάνουν στην τύχη.
Ηταν έτοιμος γι’ αυτό το βράδυ εδώ και εβδομάδες, αν όχι μήνες και χρόνια. «Ελλάδα, αυτό είναι για σένα. Αυτό το μετάλλιο το αφιερώνουμε σε όλους, σε αυτούς στην Ελλάδα, σε αυτούς στην ξενιτιά. Είμαι πολύ περήφανος που είμαι Ελληνας και για αυτό που καταφέραμε όλοι μαζί» είπε. Σαν να ξέσπασε μετά το «στερητικό σύνδρομο» τόσων ετών, σαν να το κρατούσε μέσα του από τότε, ως παίκτης μετά το 2009, ως απλός φίλαθλος όταν αποσύρθηκε, ως ομοσπονδιακός προπονητής από πρόπερσι. Κάθε του λέξη είχε νόημα, ήταν ζυγισμένη: «Στον ημιτελικό κάναμε το πρώτο μας κακό παιχνίδι. Ολα τα άλλα τα ακούω κουταμάρες, ότι η Τουρκία μάς σταμάτησε». Και λίγα δευτερόλεπτα μετά έδωσε το σύνθημα για την επόμενη διοργάνωση: «Ελπίζω ότι στα επόμενα τουρνουά δεν θα έχουμε τέτοια χτυποκάρδια. Τα 16 χρόνια αποχής μακριά από το μετάλλιο ήταν πολλά. Και να μην είμαι στην Εθνική, θα είμαι ο μεγαλύτερος υποστηρικτής της».
Περήφανος και «γεμάτος», ένιωσε δικαιωμένος για το πλάνο που είχε στο μυαλό του: «Οταν με πήρε ο πρόεδρος τηλέφωνο και ο Νίκος ο Ζήσης, του είπα ότι την πρώτη χρονιά θα χτίσουμε και τη δεύτερη θα πάρουμε μετάλλιο». Η αλήθεια είναι πως ο Σπανούλης ζει φέτος την πρώτη σπουδαία χρονιά του ως προπονητής. Εφτασε τελικό Euroleague με τη Μονακό, χθες πήρε το χάλκινο με την Ελλάδα, αλλά αυτό το βάθρο, το τωρινό, ήταν σίγουρα αλλιώς. Χθες δεν μίλησε μόνο ο αδιαπραγμάτευτος επαγγελματισμός του, αλλά πάνω απ’ όλα η ψυχή του. Τόσα, άλλωστε, έχει προσφέρει ως παίκτης (και) στην Εθνική. Την «πονάει» την ομάδα. Οσοι γνωρίζουν τον Σπανούλη ξέρουν από πρώτο χέρι πως έχει πολύ μπάσκετ μέσα στο κεφάλι του. Ζει για το παιχνίδι, σκέφτεται γι’ αυτό επί μέρες και χρόνια. Το απέδειξε ακόμα και ως παίκτης, όταν πλέον οι δυνάμεις του είχαν αρχίσει να τον εγκαταλείπουν στον Ολυμπιακό, λίγο πριν αποσυρθεί, με την αμφισβήτηση να φουντώνει, κι «εφηύρε» το μισό βήμα στο πλάι ώστε να απελευθερώνεται από τους αντιπάλους του και να σκοράρει.
Από τότε που ήταν ακόμα στο απόγειο της καριέρας του, πολλοί συμπαίκτες και προπονητές του ήταν αυτοί που στοιχημάτιζαν πως όχι μόνο θα γίνει προπονητής, αλλά θα γράψει και τη δική του ιστορία. Ηδη τους «δικαιώνει». Μέσα σε τρία χρόνια πήγε με το Περιστέρι στο F4 του Τσάμπιονς Λιγκ, τον Μάιο σε τελικό Euroleague, τώρα «επανέφερε» την Εθνική στα μετάλλια έπειτα από σχεδόν δύο δεκαετίες. Αν μη τι άλλο, ο Σπανούλης επιβεβαιώνει για νιοστή φορά ότι αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα κεφάλαια του ελληνικού μπάσκετ, διαχρονικά. Χθες ήταν εκεί και το άλλο ιερό τέρας, κάποτε συμπαίκτης του στην Εθνική αλλά κι αντίπαλός του με τους «αιωνίους», ο επίσης «μέγας» Δημήτρης Διαμαντίδης. Είναι το χρυσό δίδυμο που πήρε τη σκυτάλη από τους Γκάλη – Γιαννάκη. Στο περσινό Παγκόσμιο, η Εθνική φάνηκε να απομακρύνεται κι άλλο από τις εποχές των δύο χρυσών στα Ευρωμπάσκετ και του αργυρού στο Μουντομπάσκετ, των τριών ιστορικών επιτυχιών του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος. Ο Σπανούλης φάνηκε να μην μπορεί ούτε αυτός να «χτίσει» γύρω από τον Αντετοκούνμπο. Και δεν ήταν ο μόνος.
Τόσα χρόνια είναι στην Εθνική ο σούπερ σταρ του ΝΒΑ, αλλά κανένας ομοσπονδιακός προπονητής δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει αυτή τη διαμαντένια μαγιά. Με τον Γιάννη να είναι πλέον στα 31 του, υπήρχε ο φόβος ότι μια τεράστια ευκαιρία για το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα κινδυνεύει να χαθεί οριστικά. Μπορεί από τους παλαιότερους να θεωρείται ότι ο κορυφαίος των κορυφαίων ήταν ο Γκάλης, όμως για όλο τον υπόλοιπο κόσμο ο Νο 1 Ελληνας μπασκετμπολίστας όλων των εποχών είναι ο Αντετοκούνμπο. Αλλά η Εθνική δεν είχε καταφέρει να αξιοποιήσει αυτή την συγκυρία. Τούτη τη φορά, όμως, πολλά άλλαξαν. Κυρίως λόγω Σπανούλη. Εμαθε, έδειξε να υπερβαίνει τις καταστάσεις, να αγγίζει τις υψηλές προσδοκίες και, τελικά, να βρίσκει τις λύσεις. Πολλά λειτούργησαν τώρα καλύτερα από τις προηγούμενες φορές. Και ο Αντετοκούνμπο είδε τον ιδρώτα και το ταλέντο του να πιάνουν τόπο! Πλέον όλοι πιστεύουν πως έρχονται ακόμα καλύτερες μέρες. Οι κακές βρίσκονται πίσω πια…
ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΠΑΝΟΥΛΗΣ
Προπονητής μπάσκετ Εθνικής Ελλάδας και Μονακό
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Γεννήθηκε το 1982 στη Λάρισα. Ξεκίνησε να ασχολείται με το μπάσκετ σε ηλικία 7 ετών κι έκανε το επαγγελματικό του ντεμπούτο ως παίκτης με την τοπική ομάδα το 1999. Αγωνίστηκε στον Παναθηναϊκό, στον Ολυμπιακό, στους Χιούστον Ρόκετς και στο Μαρούσι. Εκανε σπουδαία καριέρα ως παίκτης με επτά εγχώρια πρωταθλήματα, τρεις Euroleague, ένα αργυρό στο Παγκόσμιο του 2006 με την Εθνική, συν ένα χρυσό κι ένα χάλκινο σε Ευρωμπάσκετ. Το 2022 ξεκίνησε στο Περιστέρι την προπονητική του καριέρα, φτάνοντας στους «4» του Τσάμπιονς Λιγκ. Τον περασμένο Μάιο ήταν στον τελικό της Euroleague με τη Μονακό, ενώ χθες κατέκτησε το πρώτο του μετάλλιο στον πάγκο της Εθνικής.