Σε αμοιβές συμβούλων, παρασυμβούλων και παρατρεχάμενων σκορπάει τη χρηματοδότηση από το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς (ΕΣΠΑ) το υπουργείο Παιδείας. Βεβαίως, δεν είναι η πρώτη φορά που τα κοινοτικά κονδύλια, αντί να αξιοποιηθούν για την εκπαίδευση, πάνε στις τσέπες των ημετέρων και σε διαφημιστικές καμπάνιες που προβάλλουν το υπουργείο Παιδείας.
Τον προηγούμενο χρόνο είχαν δοθεί 43.000.000 ευρώ από το ΕΣΠΑ για διάφορα προγράμματα, εκ των οποίων τα 33.000.000 ξοδεύτηκαν για διαφημιστικούς σκοπούς. Συνεχίζοντας το ίδιο βιολί, και φέτος το υπουργείο Παιδείας αποφάσισε να διαθέσει 46.500.000 ευρώ από τους κοινοτικούς πόρους για να ενισχύσει την ιδιωτική εκπαίδευση και να βολέψει τους γνωστούς συμβούλους και συνεργάτες, όπως αποκαλύπτει ο Θέμης Κοτσυφάκης, γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ).
Για του λόγου το αληθές, 42.000.000 ευρώ θα ξοδέψει το υπουργείο Παιδείας για τις επιταγές αρχικής επαγγελματικής εκπαίδευσης που προσφέρονται στους σπουδαστές των δημόσιων και ιδιωτικών Ινστιτούτων Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΙΕΚ) για να πληρώσουν ένα μέρος από τα δίδακτρά τους. Το μεγαλύτερο ποσοστό του ποσού αυτού θα πάει για τη «χρηματοδότηση» των ιδιοκτητών ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων, δεδομένου ότι οι σπουδαστές των ιδιωτικών ΙΕΚ αποτελούν το 65% του συνόλου. Υπάρχει, όμως, και ο κίνδυνος να πεταχτούν τα κονδύλια αυτά στο καλάθι των αχρήστων αφού, όπως αποδεικνύουν τα πρώτα στοιχεία, ελάχιστοι σπουδαστές ενδιαφέρθηκαν να αποκτήσουν τις επιταγές αυτές.
Αλλα 2.500.000 ευρώ προορίζονται για την «Εκπόνηση Πλαισίου Προγραμμάτων Σπουδών Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης», πρόγραμμα που είχε εκπονηθεί ξανά μόλις πριν από πέντε χρόνια και τα αποτελέσματα του οποίου δεν αξιοποιήθηκαν ποτέ και πουθενά. Και αυτό ενώ υπάρχει αρμόδιος φορέας που ασχολείται με την κατάρτιση των προγραμμάτων σπουδών, ο οποίος είναι το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής που προσφάτως αντικατέστησε το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Τα υπόλοιπα 2.000.000 ευρώ δόθηκαν ήδη για τα περίφημα ψηφιακά εκπαιδευτικά βοηθήματα πανελλαδικών εξετάσεων, που τελικά όντως αποδείχτηκαν χρήσιμα, αφού οι μαθητές, ελλείψει σχολικών βιβλίων, απευθύνθηκαν στο «ψηφιακό φροντιστήριο».
Εύη Πανταζοπούλου