Ιταλικές κυβερνητικές πηγές σχολίαζαν ότι «το θέμα εξετάζεται σε βάθος, πολύ προσεκτικά», ο Ιταλός υπουργός Περιβάλλοντος όμως δεν έχει ακόμη υπογράψει την άδεια για την κατασκευή υπόγειου χώρου αποθήκευσης φυσικού αερίου, χωρητικότητας τεσσάρων δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων, ο οποίος σχεδιαζόταν στην Εμίλια Ρομάνια, την περιοχή όπου σημειώθηκαν οι πρόσφατοι φονικοί σεισμοί.
«Μετά τους αλλεπάλληλους σεισμούς, το όλο αυτό σχέδιο πρέπει να καλυφθεί με μια μεγάλη ταφόπλακα» σχολίασε, μάλλον ατυχώς, ο Αλμέρτο Σιλβέστρι, δήμαρχος του Σαν Φελίτσε Σουλ Πάναρο, ενός από τους τέσσερις δήμους, όπου θα αναπτυσσόταν το σχέδιο κατασκευής και όπου, πλέον, επιτροπές πολιτών ζητούν την ακύρωσή του. Οι Δήμοι Φινάλε Εμίλια, Μιράντολα, Κρεβαλκόρε και Σαν Φελίτσε Σουλ Πάναρο, όμως, δεν ακυρώνουν μόνο τον αποθηκευτικό χώρο φυσικού αερίου, καθώς το κόστος του σεισμού για τον βιομηχανικό και τον γεωργικό τομέα της περιοχής φαίνεται να εκτιμάται σε δισεκατομμύρια ευρώ. Πρόσφατη σχετική ανάλυση υποστηρίζει ότι το κόστος διαμορφώνεται στα δύο δισεκατομμύρια ευρώ, όμως η δημόσια ιταλική τηλεόραση προβάλλει το συνολικό σχετικό οικονομικό κόστος στα 5 δισεκατομμύρια ευρώ. Ο δήμαρχος της Μιράντολα Μάινο Μπενάτι δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «κινδυνεύουμε να χάσουμε μισόν αιώνα δουλειάς και προόδου και να γυρίσουμε στις συνθήκες ζωής του 1950».
Συγχρόνως, φαίνεται ότι αυξάνεται η ένταση της κριτικής εναντίον των αποφάσεων σχετικά με την εσπευσμένη επιστροφή εργατών σε χώρους εργασίας, οι οποίοι είχαν πληγεί από τον σεισμό στις 20 Μαΐου.
Ο ιδιοκτήτης της βιομηχανίας Meta, όπου σκοτώθηκαν τρεις άνθρωποι, απαντά στα σχόλια και υποστηρίζει ότι «είχαν γίνει όλοι οι προβλεπόμενοι έλεγχοι, με τη χορήγηση των απαιτούμενων αδειών», όμως η ιταλική δικαιοσύνη έχει ξεκινήσει σχετική έρευνα, καθώς και οι συγγενείς των θυμάτων σχολιάζουν ότι «όλοι είχαν καταλάβει ότι αυτή η παραγωγική μονάδα θα κατέρρεε με την πρώτη καινούργια μεγάλη δόνηση».
Τη νύχτα της Τετάρτης προς την Πέμπτη, οι μετασεισμικές δονήσεις, οι οποίες παρατηρήθηκαν στην περιοχή της Μόντενα και της Φεράρα, ξεπέρασαν τις 37, όμως σχεδόν όλες είχαν, ευτυχώς, μικρότερη ένταση από τους 3 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ.
Αλέξανδρος Μόρντουντακ


