Σχέδιο δράσης για την αποτροπή του «Τιτανικού» της ευρωζώνης, που θα προβλέπει εκχώρηση εξουσιών από τις εθνικές κυβερνήσεις στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα ετοιμάζονται να παρουσιάσουν οι επικεφαλής της Ε.Ε., της Κομισιόν, της ΕΚΤ και του Eurogroup εν όψει της Συνόδου Κορυφής στις 28 και 29 Ιουνίου. Οπως αναφέρει το Reuters και η γερμανική «Die Welt», πρόκειται για προτάσεις οικονομικής ενοποίησης με ενισχυμένες τις αρμοδιότητες των κοινοτικών οργάνων και με απώτερο στόχο την έξοδο από την κρίση.
Ο «οδικός χάρτης» προς την πλήρη οικονομική ενοποίηση θα παρουσιαστεί στην αρχική του μορφή στη σύνοδο, ο σχεδιασμός του θα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός του έτους, ενώ προβλέπεται συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για την αναθεώρηση των συνθηκών. Το σχέδιο εκπονείται από τους επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, της Κομισιόν, Ζοζέ Μπαρόζο, της Ε.Ε. Χέρμαν βαν Ρομπάι και του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιούνκερ σε συνεργασία με το ΔΝΤ και τις ΗΠΑ. Το σχέδιο βασίζεται στην ενίσχυση των εξουσιών των θεσμών της Ε.Ε. έναντι της κατάρτισης των εθνικών προϋπολογισμών, τη δημιουργία πανευρωπαϊκής εποπτικής Αρχής για τις τράπεζες με πρωτόγνωρες εξουσίες και την εναρμόνιση των εθνικών φορολογικών πολιτικών σε επίπεδο ευρωπαϊκό.
Σύμφωνα με το Reuters, η θέση του Βερολίνου είναι ότι η νομισματική ένωση πρέπει να πάρει ακόμη πιο φιλόδοξα μέτρα μετά το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, εισάγοντας μία κεντρική αρχή για τις οικονομικές υποθέσεις και σημαντική ενίσχυση των εξουσιών της Κομισιόν, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου – μαζί με συντονισμένη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας και των συστημάτων φορολογίας και κοινωνικής πρόνοιας. Μέχρι να υπάρξει συμφωνία σε αυτά, τα οποία συνεπάγονται άνευ προηγουμένου εκχώρηση κυριαρχίας από την πλευρά όλων των μελών, αξιωματούχοι αναφέρουν στο Reuters ότι η Γερμανία θα μπλοκάρει σχήματα όπως ο κοινός δανεισμός με ευρωομόλογα και η «τραπεζική ένωση». Πάντως το ευρωομόλογο μαζί με την Ελλάδα ήταν το βασικό θέμα συζήτησης στη δεύτερη σε διάστημα λίγων ημερών συνάντηση της Ανγκελα Μέρκελ με τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζοζέ Μπαρόζο.


