Τέλη Αυγούστου 2011 η Τρίπολη της Λιβύης πέφτει στα χέρια των αντικαθεστωτικών και η αντίστροφη μέτρηση προς τη μετά Καντάφι εποχή ξεκινά.
Εναν χρόνο αργότερα και παρότι έχουν διεξαχθεί ήδη στη χώρα οι πρώτες δημοκρατικές εκλογές που ανέδειξαν την Εθνοσυνέλευση, τη νέα Βουλή, που αντικαθιστά το μετεπαναστατικό Εθνικό Μεταβατικό Συμβούλιο, το μέλλον παραμένει αβέβαιο. Η χώρα μαστίζεται από τη βία, καθώς οι εκατοντάδες πολιτοφυλακές των ανταρτών, που σήκωσαν στους ώμους τους το βάρος της επανάστασης, εξακολουθούν να έχουν τον νόμο στα χέρια τους. Και αυτό γιατί το Εθνικό Μεταβατικό Συμβούλιο αποδείχτηκε τελικά αδύναμο μέσα στους προηγούμενους μήνες να τους αφοπλίσει, να τους ενσωματώσει στον τακτικό στρατό και να επιβάλει την ειρήνη. Παράλληλα, οι πληγές της λιβυκής κοινωνίας, με χιλιάδες νεκρούς και αγνοουμένους και από τις δύο πλευρές, παραμένουν ορθάνοιχτες.
Υπολογίζεται ότι αρκετές από τις συνολικά 600 πολιτοφυλακές των «thuwwar», δηλαδή των επαναστατών που έδρασαν κατά τη διάρκεια της εξέγερσης και λειτουργούν ακόμη με «επαναστατικές επιτροπές», κρατούν σε μυστικές φυλακές τουλάχιστον 4.000 οπαδούς του παλιού καθεστώτος, οι οποίοι -όπως κατήγγειλε πρόσφατα η Διεθνής Αμνηστία- υπόκεινται σε συστηματικά βασανιστήρια. Και αν οι δικοί τους συγγενείς διατηρούν μία ελπίδα ότι κάποια μέρα μπορεί να απελευθερωθούν, δεν ισχύει το ίδιο για τους οικείους των αντικαθεστωτικών αγνοουμένων, που -το πιθανότερο- εκτελέστηκαν από τις δυνάμεις του Καντάφι.
Στο μεταξύ, οι πολιτοφυλακές των ανταρτών συνεχίζουν σήμερα να ερίζουν μεταξύ τους για επιρροή, ελέγχοντας εμπορικούς δρόμους κοντά στα σύνορα, αλλά και επιχειρήσεις και ιδιωτικές περιουσίες που κατέσχεσαν τις ημέρες της επανάστασης. Το Εθνικό Μεταβατικό Συμβούλιο της αντιπολίτευσης δεν κατάφερε να αφοπλίσει όχι μόνο τις πολιτοφυλακές στη δυτική χώρα -που το έβλεπαν εχθρικά, θεωρώντας ότι έχει ενσωματώσει πρώην αξιωματούχους του Καντάφι-, αλλά ακόμη και τη Λιβυκή Εθνική Ασπίδα. Δηλαδή τους αντάρτες της ανατολικής Λιβύης, που συνεχίζουν να δρουν αυτόνομα. Υπολογίζεται ότι τα 3/4 των όπλων που κυκλοφορούν σήμερα στη χώρα, περίπου 20.000.000 τεμάχια, βρίσκονται στα χέρια αυτών των οργανώσεων. Από την άλλη, και οι εναπομείναντες υποστηρικτές του Καντάφι συνεχίζουν τις επιθέσεις, όπως αυτή που έκανε η Ταξιαρχία των Πιστών με παγιδευμένα με εκρηκτικά αυτοκίνητα σε στρατόπεδο, στα τέλη Αυγούστου.
Μόνο η συγκεκριμένη οργάνωση φέρεται να είχε στην κατοχή της πάνω από 100 τεθωρακισμένα.
Το αποτέλεσμα είναι φέτος το καλοκαίρι, πριν αλλά και μετά τις εκλογές της 7ης Ιουλίου, ένα κύμα βίας να πλήξει τη χώρα, μεταξύ άλλων με απαγωγές δημοσιογράφων και ξένων διπλωματών, βομβιστικές επιθέσεις κατά της μεταβατικής κυβέρνησης και δολοφονίες. Κάποιοι αναλυτές μάλιστα, όπως ο Μοχάμεντ Μαχμούντ Ούλντ Μοχαμέντου από το Κέντρο Πολιτικής για την Ασφάλεια της Γενεύης, δεν κρύβουν την ανησυχία τους ότι η Λιβύη ενδεχομένως να εξελιχθεί σε νέο Ιράκ.
Οι ελπίδες για αποκατάσταση της ειρήνης στρέφονται πλέον στην επόμενη μεταβατική κυβέρνηση, η οποία αναμένεται να ορκιστεί ως το τέλος του 2013, όταν θα προχωρήσει σε εκλογές το νέο Κοινοβούλιο που εξελέγη στις 7 Ιουλίου. Σε αντίθεση με την Αίγυπτο ή την Τυνησία, στη Λιβύη το πολιτικό Ισλάμ δεν είναι ισχυρό, έτσι το αποτέλεσμα της πρόσφατης εκλογικής αναμέτρησης δεν εξέπληξε κανέναν. Πρώτη δύναμη του Κοινοβουλίου, του λεγόμενου Γενικού Εθνικού Κογκρέσου της Λιβύης, αναδείχθηκε η φιλελεύθερη Συμμαχία των Εθνικών Δυνάμεων, επικεφαλής της οποίας είναι ο πρώην μεταβατικός πρωθυπουργός Μαχμούντ Τζιμπρίλ, ενώ πρόεδρος του Κοινοβουλίου ψηφίστηκε ο Μοχάμεντ αλ Μεγκάριεφ, ένας δυτικοσπουδασμένος μετριοπαθής πολιτικός με συμπάθειες μεταξύ των ισλαμιστών. Το θέμα όμως σε ποιο βαθμό θα μπορέσει να ελέγξει τις αντιμαχόμενες φράξιες συνεχίζει να υφίσταται.
Την ίδια ώρα, πάντως, η οικονομία της Λιβύης με τα τεράστια πετρελαϊκά αποθέματα παραμένει πολλά υποσχόμενη. Η παραγωγή τού εξαιρετικά υψηλής ποιότητας πετρελαίου της Λιβύης έχει αποκατασταθεί στα προεπαναστατικά επίπεδα, δηλαδή σε περίπου 1.500.000 βαρέλια την ημέρα. Και οι προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου δείχνουν πορεία ανάκαμψης με υψηλά ποσοστά ανάπτυξης, τα οποία όμως θα πρέπει να «μεταφραστούν» σε θέσεις εργασίας για τον τεράστιο αριθμό των νέων ανθρώπων που συντάχθηκαν με τις δυνάμεις των επαναστατών.
Μαχητές σπεύδουν στη Συρία για να πολεμήσουν κατά του Ασαντ
«Ηρθαμε να βοηθήσουμε τους Σύριους στον αγώνα τους» λέει στο περιοδικό «Time» ο Λίβυος αντάρτης με το ψευδώνυμο Αμπού Γιουσούφ, ο οποίος τους πρώτους μήνες μετά την πτώση του καθεστώτος Καντάφι μετανάστευσε σε μία νέα εμπόλεμη ζώνη, αυτή της εξεγερμένης Συρίας. Η εισροή των ανταρτών από τη Λιβύη έχει ενισχυθεί σημαντικά τους τελευταίους μήνες, σύμφωνα με το δημοσίευμα, το οποίο σημειώνει ότι τουλάχιστον μία από τις οργανώσεις που συντονίζουν αυτή την κινητικότητα, το Στρατιωτικό Συμβούλιο της Τρίπολης (TMC), λαμβάνει χρηματοδότηση από το Κατάρ.
Οι αντάρτες αυτοί έχουν επαναδημιουργήσει τις βάσεις τους στα βουνά που βρίσκονται στα σύνορα της Συρίας με την Τουρκία και φέρονται να έχουν φέρει μαζί τους όπλα και πολεμοφόδια. Αλλωστε, Λίβυος μαχητής που βρίσκεται στη Συρία είχε παραδεχτεί, μιλώντας στη γαλλική εφημερίδα «Figaro» τον Δεκέμβριο, ότι βρίσκονται ήδη στη διαδικασία να συγκεντρώσουν όπλα από τη Λιβύη· τη χώρα που, όπως εξηγεί και ο Σύριος Φιράς Ταμίν, λόγω της πρόσφατης εξέγερσης διαθέτει πολύ βαρύτερο οπλισμό από τον δικό τους. Οι Λίβυοι αντάρτες φέρονται ακόμη να εκπαιδεύουν τους Σύριους μαχητές, αλλά και να πολεμούν στην πρώτη γραμμή των επιχειρήσεων. Επισήμως, πάντως, γράφει το «Time», η συριακή αντιπολίτευση δεν προτίθεται να παραδεχτεί ότι ο αριθμός των Λίβυων ανταρτών που πολεμούν στο πλευρό τους συνιστά υπολογίσιμη δύναμη.
Μυρτώ Μπούτση