Βιβλία θα βρουν σίγουρα στα σχολεία οι μαθητές τη νέα σχολική χρονιά, που ξεκινάει αύριο, ωστόσο δε είναι σίγουρο ότι θα βρουν και εκπαιδευτικούς. Και τα προβλήματα, εν όψει του φετινού διδακτικού έτους, δεν περιορίζονται στα διδακτικά κενά, αντιθέτως η λίστα είναι μεγάλη.
Οι ελλείψεις σε διδακτικό προσωπικό, η υποχρηματοδότηση, η μεταφορά της αρμοδιότητας των σχολείων στους δήμους και η μετακίνηση των μαθητών είναι οι πληγές της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Σε αυτές πρέπει να προστεθεί και το θέμα της αξιολόγησης, που αποτελεί αγκάθι για την εύρυθμη λειτουργία των σχολείων, αφού οι δάσκαλοι και οι καθηγητές δηλώνουν αποφασισμένοι να προχωρήσουν σε εκτεταμένες κινητοποιήσεις από την επόμενη κιόλας μέρα της εφαρμογής της.
Ετσι, με τα έως τώρα δεδομένα το μεγαλύτερο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουν τα σχολεία, με το που θα χτυπήσει το πρώτο κουδούνι, είναι αυτό των ελλείψεων σε διδάσκοντες. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, συνολικά 6.700 οργανικές θέσεις θα παραμείνουν κενές, εκ των οποίων οι 2.373 σε δημοτικά, οι 1.401 σε νηπιαγωγεία και οι 3.000 σε γυμνάσια και λύκεια. Οπως επισημαίνει στη «δημοκρατία» ο Νίκος Παπαχρήστος, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ), «από τους 3.190 καθηγητές που συνταξιοδοτήθηκαν θα αναπληρωθούν με προσλήψεις μόνο οι 185».
Πιο συγκεκριμένα, φέτος στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση θα ψάχνουν με τα χίλια ζόρια για να βρουν φιλολόγους, μαθηματικούς και φυσικούς. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι από τους 3.190 εκπαιδευτικούς που αποχώρησαν από την ενεργό δράση οι 1.080 είναι φιλόλογοι, οι 517 μαθηματικοί και άλλοι 500 φυσικοί.
Το φαινόμενο αυτό, πάντως, δεν είναι καινούργιο, αλλά παρατηρείται από το 2012 και έπειτα, όταν ξέσπασε στη χώρα μας η οικονομική κρίση. «Σε διάστημα τριών ετών το διδακτικό προσωπικό στην Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση μειώθηκε κατά 20.000 λόγω του μεγάλου αριθμού συνταξιοδοτήσεων και των περιορισμένων προσλήψεων» εξηγεί ο κ. Παπαχρήστος.
Το θέμα της χρηματοδότησης ή, για την ακρίβεια, της υποχρηματοδότησης των σχολείων είναι ένας ακόμα πονοκέφαλος για τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι κάνουν λόγο για «εφιαλτική κατάσταση» στα σχολεία.
Ενδεικτικό είναι ο γεγονός ότι, ενώ θα έπρεπε να έχουν δοθεί ήδη τρεις δόσεις από τη χρηματοδότηση, έχει εκταμιευθεί μόνο η πρώτη, η οποία έχει υποστεί περικοπές της τάξης του 40%. Τα κονδύλια, δηλαδή, όχι απλά δεν επαρκούν για τα λειτουργικά έξοδα, αλλά η έλλειψή τους θέτει σε κίνδυνο την υγεία των μαθητών, οι οποίοι πέρυσι έκαναν μάθημα σε παγωμένες αίθουσες καθώς δεν υπήρχαν χρήματα για την προμήθεια πετρελαίου. Ακόμα πιο δύσκολος προβλέπεται να είναι ο φετινός χειμώνας με την αύξηση της τιμής τους πετρελαίου. Στα οικονομικά προβλήματα των σχολείων έχει συμβάλει σημαντικά και η μεταφορά της αρμοδιότητάς τους στους δήμους, οι οποίοι αδυνατούν να διαχειριστούν και να κατανείμουν τα ελάχιστα κονδύλια.
Για την Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση της περιφέρειας έρχεται να προστεθεί ένα ακόμα ζήτημα, αυτό της μετακίνησης των μαθητών. Τα ποσά που χρωστάει το κράτος στους ιδιοκτήτες ΚΤΕΛ είναι ιδιαίτερα μεγάλα και, παρά τις συμφωνίες που έχει κάνει μαζί τους ώστε να συνεχιστεί η μεταφορά των παιδιών από και προς τα σχολεία τους, ελλοχεύει ο κίνδυνος ανά πάσα στιγμή να τη διακόψουν. «Σχεδόν κάθε χρονιά οι ιδιοκτήτες ΚΤΕΛ ακολουθούν την ίδια τακτική: μεταφέρουν τους μαθητές στις αρχές τις σχολικής χρονιάς και ξαφνικά σταματάνε, εκβιάζοντας το κράτος για να πάρουν αυτά που τους χρωστάει» σημειώνει ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ.
Την ίδια ώρα, η εκπαιδευτική κοινότητα «βράζει» εξαιτίας του θεσμού της αξιολόγησης που επιχειρεί να εφαρμόσει το υπουργείο Παιδείας. Οι ομοσπονδίες χαρακτηρίζουν τη διαδικασία «σχέδιο μισθολογικής καθήλωσης», αφού ο νόμος προβλέπει ότι οι προαγωγές θα γίνονται με ποσόστωση. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι, ασχέτως των προσόντων και των ικανοτήτων των διδασκόντων, το 40% από αυτούς πρέπει να «κοπεί».
Δάσκαλοι και καθηγητές βρίσκονται σε ετοιμότητα, από τη στιγμή που θα ισχύσει ο νόμος, να προχωρήσουν σε απεργιακές κινητοποιήσεις εν μέσω της σχολικής χρονιάς.
Εύη Πανταζοπούλου