Ευθεία απορριπτική απάντηση στο αίτημα για συναντήσεις, ψευδών εντυπώσεων, χωρίς προηγούμενη συμμόρφωση προς τους αυστηρούς όρους της Ε.Ε. και χωρίς βούληση λύσης στο θέμα της ονομασίας, δίνει ο πρωθυπουργός Αντ. Σαμαράς σε επιστολή προς τον ομόλογό του της ΠΓΔΜ Ν. Γκρούεφσκι.
Η επιστολή Σαμαρά, που απεστάλη στις 4 Σεπτεμβρίου προς απάντηση πρωτοβουλίας της ΠΓΔΜ της 31ης Ιουλίου, διαψεύδει την περίεργη φιλολογία των τελευταίων ημερών για «μυστικές συνομιλίες» και, κυρίως, γι’ απομάκρυνση του πρωθυπουργού από την απαίτηση υιοθέτησης ενός ονόματος για όλες τις χρήσεις κι έναντι όλων (erga omnes). Το κείμενο της επιστολής απορρίπτει τις αιτιάσεις των Σκοπίων γι’ αντιπαραγωγική στάση της Αθήνας, καθώς η ελληνική πλευρά επιβεβαιώνει την προσήλωση στο πλαίσιο διαλόγου του ΟΗΕ και στην ευρωπαϊκή προοπτική της γειτονικής χώρας. Υπογραμμίζεται μάλιστα ότι, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση των σχέσεων καλής γειτονίας, η Αθήνα θα προωθήσει τις επαφές όλων των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων με την Ε.Ε. κατά την ελληνική προεδρία του 2014.
Με το δεδομένο ότι η αλληλογραφία των δύο πρωθυπουργών είναι γνωστή στον ΟΗΕ και σε τρίτα μέρη, ελληνικές και ξένες διπλωματικές πηγές συμπίπτουν στο συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση Σαμαρά δεν πρόκειται να κάνει εκπτώσεις στα θέματα εξωτερικής πολιτικής υπό την πίεση της οικονομικής κρίσης. Αλλωστε στο ίδιο κλίμα υλοποιείται και η στρατηγική της Αθήνας στα θέματα ενεργειακής και αμυντικής συνεργασίας στη ΝΑ Μεσόγειο και στον διάλογο με την Αγκυρα.
Το αίτημα
Στην τρισέλιδη επιστολή του, ο πρωθυπουργός της ΠΓΜΔ αναφέρει ότι απευθείας συναντήσεις σε υψηλότατο επίπεδο θα ήραν τα εμπόδια στην ευρω-ατλαντική ολοκλήρωση της χώρας του. Ο κ. Γκρούεφσκι παραδέχεται ότι οι συναντήσεις με τους προκατόχους του κ. Σαμαρά «ίσως δεν βοήθησαν να επιλυθεί η μακρά διένεξη», αλλά κρίνει ότι συνέβαλαν «στο να γνωριστούμε καλύτερα».
Ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ ισχυρίζεται ότι η «παρεμπόδιση» της έναρξης ενταξιακών συνομιλιών με την Ε.Ε. και εισόδου στο ΝΑΤΟ έχει συνέπειες στην ανάπτυξη της χώρας του, ενώ επικαλείται την (καταδικαστική για την Ελλάδα) απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995. Με άκομψο ύφος, αναφέρει ότι οι οικονομικές δυσκολίες της Ελλάδας δεν θα πρέπει να αποτελούν αιτία παθητικής στάσης και προτείνει συναντήσεις «σε διάφορα επίπεδα» επί έξι θεμάτων: συμφωνία φιλίας και συνεργασίας, κοινή εκπαιδευτική και ιστορική επιτροπή, πλαίσιο βελτίωσης των διμερών σχέσεων, μεικτή διασυνοριακή επιτροπή, αποφυγή διπλής φορολογίας και κέντρο επαφής των υπουργείων Εσωτερικών Υποθέσεων (σ.σ.: Δημοσίας Τάξεως).
Ο καταλύτης
Ο Ελληνας πρωθυπουργός στην τετρασέλιδη επιστολή του εκφράζει ειλικρινή διάθεση ανάπτυξης διμερών σχέσεων «σε πολύ περισσότερα πεδία» από τα έξι που αναφέρει ο κ. Γκρούεφσκι και υπογραμμίζει:
«Θα ήθελα όμως να επαναλάβω ότι το ζήτημα του ονόματος παραμένει πρωταρχικής σημασίας για εμάς και ότι η επίλυσή του θα λειτουργήσει ως καταλύτης που θα επιτρέψει την πλήρη εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο λαών μας. Διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις», υπενθυμίζει ο κ. Σαμαράς, «προσπάθησαν να επιλύσουν το θέμα και να γεφυρώσουν την απόσταση που χωρίζει τις δύο χώρες μας. Από την πλευρά σας, έχετε παραμείνει στάσιμοι σε αυτό το θέμα τα τελευταία 17 χρόνια. Αρνείστε ακόμα και την πλέον λογική και προφανή προϋπόθεση για την επίτευξη συμφωνίας, η οποία είναι ότι -ανεξαρτήτως από την ονομασία που τελικά συμφωνηθεί- αυτή θα πρέπει να είναι για όλες τις χρήσεις και να εφαρμόζεται από όλους (erga omnes). Αυτή η θέση σας έχει, επίσης, ευρέως μεταφερθεί στο παρελθόν από τους πρώην πρωθυπουργούς της Ελλάδας, κ. Κ. Καραμανλή και Γ. Παπανδρέου. Εκτός από αυτό, επιμένετε στην προώθηση μιας αντιπαραγωγικής και εχθρικής ρητορικής έναντι της Ελλάδος, η οποία καθιστά μια λύση ακόμα πιο δύσκολη.
Θα ήθελα να προσθέσω ότι αυτή η ρητορική προσβάλλει και ενοχλεί τους Ελληνες, όπως και οι προσπάθειές σας για σφετερισμό της ιστορίας και των συμβόλων μας, αυξάνοντας έτσι τις δικαιολογημένες αμφιβολίες ως προς το αν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον από την πλευρά σας για την επίλυση του ζητήματος».
Ο κ. Σαμαράς δίνει έμφαση στη διαδικασία στον ΟΗΕ, που εξελίσσεται επί 15 χρόνια, σημειώνοντας ότι προσβλέπει «στην παραγωγική συνέχιση» των καλών υπηρεσιών του απεσταλμένου Μ. Νίμιτς. Αποκαλύπτει δε ότι, σε πρόσφατη τηλεφωνική συνομιλία του με τον γ.γ. του ΟΗΕ, επιβεβαίωσε την εποικοδομητική θέση του, προσθέτοντας ότι «στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, θα πρέπει να επιδεικνύεται εμπράκτως ειλικρινής επιθυμία για αμοιβαία αποδεκτή λύση».
Ο Ελληνας πρωθυπουργός, αφού αποκαθιστά την πραγματικότητα στα έξι θέματα που ήγειρε ο ομόλογός του, χαρακτηρίζει «απολύτως λανθασμένο» τον ισχυρισμό περί «παρεμπόδισης» της ευρωπαϊκής πορείας της ΠΓΔΜ, γράφοντας: «Σύμφωνα με τις προβλεπόμενες προ-ενταξιακές και ενταξιακές διαδικασίες, η Ελλάδα, ακριβώς όπως και κάθε άλλο κράτος-μέλος, έχει το δικαίωμα αλλά και το καθήκον να παρακολουθεί την πρόοδο κάθε υποψήφιας χώρας στην εκπλήρωση των κριτηρίων και υποχρεώσεων». Επομένως, όπως αναλύει ο κ. Σαμαράς, οι όροι ένταξης «περιλαμβάνουν το σεβασμό προς την αρχή των καλών γειτονικών σχέσεων», η οποία αποτελεί «τον ακρογωνιαίο λίθο» της Ε.Ε. Ως αποτέλεσμα, ο σεβασμός προς την ίδια αρχή «απαιτεί την επίτευξη μιας συμφωνημένης και αμοιβαία αποδεκτής λύσης στο ζήτημα της ονομασίας».
Αποκαθιστά την αλήθεια για θέματα συνεργασίας
Ο κ. Σαμαράς, αποδεικνύοντας την αναξιοπιστία του κ. Γκρούεφσκι, αποκαθιστά την αλήθεια ως προς τη διμερή συνεργασία:
Μεικτή Επιτροπή Ιστορίας, καθοδηγούμενη από πολιτικές επιδιώξεις, δεν μπορεί να μεταβάλει τα επιστημονικά δεδομένα αιώνων, αλλά είναι χρήσιμη η διαγραφή εχθρικών αναφορών από τα σχολικά βιβλία.
Συμφωνία αστυνομικής συνεργασίας υφίσταται από το 1998, ενώ η ΠΓΔΜ δεν έχει ανταποκριθεί σε ελληνική πρόταση, του 2011, για συχνές συναντήσεις.
Η Ελλάδα πρότεινε συμφωνία αποφυγής διπλής φορολογίας το 2006, η ΠΓΔΜ απάντησε το 2010 κι έκτοτε εξετάζονται επιμέρους στοιχεία.
Οι προτάσεις για νέους συνοριακούς σταθμούς παραγνωρίζουν την έλλειψη υποδομών και τεχνικά προβλήματα.
Η αμερικανική στάση με το μυαλό στην οικονομία
Σχεδόν από την επομένη των εκλογών, μετεβλήθη η θέση των ΗΠΑ και των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, ότι στην οικονομική κρίση δεν έπρεπε να προστεθεί το -πάντα εκρηκτικό- θέμα της ΠΓΔΜ. Χάρη σε αυτήν τη θέση, είχε ξεπεραστεί η ελληνική ήττα στο Δικαστήριο της Χάγης τον Δεκέμβριο και είχαν προληφθεί επικίνδυνες συζητήσεις στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ τον Μάιο στο Σικάγο.
Η αλλαγή πολιτικής πρωτοδιατυπώθηκε σε τηλεφωνική επικοινωνία της υπουργού Εξωτερικών Χ. Κλίντον με τον ομόλογό της Δημ. Αβραμόπουλο και ακολούθησαν κινήσεις του Επιτρόπου Διεύρυνσης της Ε.Ε. Στ. Φούλε, για να επιτευχθεί συμβιβασμός ως το τέλος του έτους. Το Βερολίνο είχε επίσης αλλάξει άποψη, αλλά στηρίζει πάλι την Αθήνα μετά τη συνάντηση Μέρκελ-Σαμαρά.
Αλέξανδρος Τάρκας