Ενσαρκώνουν το αμερικάνικο όνειρο, ίσως πιο πολύ από κάθε άλλον, γιατί ο δρόμος που διήνυσαν για να πετύχουν τους στόχους τους (για την ακρίβεια, πολύ περισσότερα από όσα είχαν ελπίσει ποτέ) υπήρξε πολύ μακρύτερος από άλλων μεγαλοεπιχειρηματιών που γεννήθηκαν σε ευκατάστατες οικογένειες. Πρόκειται για τα λαμπρότερα παραδείγματα αυτοδημιούργητων κροίσων της φετινής λίστας δισεκατομμυριούχων του περιοδικού «Forbes». Ανθρωποι που μεγάλωσαν σε πάμφτωχες οικογένειες, ήταν μετανάστες πρώτης γενιάς, υιοθετημένοι, φοιτητές που παράτησαν το κολέγιο για να βγάλουν το ψωμί τους. Και όμως κατάφεραν τελικά με την επιμονή τους να κερδίσουν μια θέση ανάμεσα στους πλουσιότερους ανθρώπους του πλανήτη. Μεταξύ αυτών και ένας ομογενής, ο Ελληνοϊταλός Τζον Πολ ντε Τζόρια.
Τη σχετική κατηγοριοποίηση κάνει η ιστοσελίδα Business Insider. Υπολογίζοντας το οικογενειακό υπόβαθρο, τη σκληραγώγηση της παιδικής ηλικίας, την έλλειψη ευκαιριών αλλά και τις δυσκολίες της ενσωμάτωσης όσων από τους πλούσιους της λίστας «Forbes» είναι μετανάστες, ανέδειξε στην πλέον μειονεκτική θέση τον Σέλντον Αντελσον: Τον μεγιστάνα των καζίνων, ιδιοκτήτη του «Las Vegas Sands», με σημερινή περιουσία 28,5 δισεκατομμύρια δολάρια. Ο Αντελσον γεννήθηκε σε οικογένεια Ουκρανοεβραίων μεταναστών της Νέας Υόρκης, ενός ταξιτζή και μίας πλέκτριας, και έπιασε την πρώτη του δουλειά στα 12 πουλώντας εφημερίδες. Ο μεγιστάνας του Λας Βέγκας πέρασε από διάφορα επαγγέλματα, μεταξύ αυτών στενογράφος, πωλητής γλυκών και υαλοκαθαριστήρων, ενώ δεν κατάφερε ποτέ να τελειώσει το κολέγιο.
Ο Τζεφ Μπέζος, πάλι, ο πάμπλουτος ιδρυτής της Amazon, με περιουσία 27,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων, γεννήθηκε μεν σε μια οικογένεια μέσου εισοδήματος, αλλά η μητέρα του ήταν ακόμη έφηβη όταν τον απέκτησε. Οταν ο γάμος της με τον πατέρα του διαλύθηκε, παντρεύτηκε ξανά τον Κουβανό μετανάστη Μπέζος, που τον υιοθέτησε και τον μεγάλωσε πρώτα στο Τέξας και μετά στη Φλόριντα. Πάντως, ο Μπέζος, με έμφυτη κλίση προς τα μαστορέματα και την τεχνολογία από την εφηβική ηλικία, τελικά σπούδασε στο κορυφαίο πανεπιστήμιο Princeton.
Βίος και πολιτεία είναι η προσωπική ιστορία του Ελληνοϊταλού Τζον Πολ ντε Τζόρια. Παιδί μεταναστών, ενός Ιταλού και μιας Ελληνίδας, ανατράφηκε με πολλές δυσκολίες από τη μητέρα του μετά το διαζύγιο των γονιών του στα δύο του χρόνια. Σε ηλικία εννέα ετών πωλούσε ευχετήριες κάρτες από πόρτα σε πόρτα και συνέχισε πουλώντας εγκυκλοπαίδειες, δουλεύοντας ως νυχτερινός φύλακας και ως υπάλληλος σε βενζινάδικο. Εμεινε άστεγος δύο φορές, την πρώτη μάλιστα έπρεπε να φροντίσει και τον δίχρονο γιο του, καθώς είχε χωρίσει με τη γυναίκα του. Παρ’ όλα αυτά, η υπομονή του τον αντάμειψε με μια «αυτοκρατορία» στον χώρο των προϊόντων κομμωτικής και στις πωλήσεις αλκοόλ, η αξία της οποίας υπολογίζεται σε 4 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η μόνη γυναίκα της λίστας, η διάσημη και βαθύπλουτη παρουσιάστρια Οπρα Γουίνφρεϊ (με περιουσία 2,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων), χρειάστηκε επίσης να περάσει πολλά ώσπου να βρει τον δρόμο της προς την επαγγελματική επιτυχία. Κόρη μιας έφηβης, ανύπαντρης μητέρας στην επαρχία του Μισισίπι, κακοποιήθηκε σεξουαλικά σε νεαρή ηλικία, έμεινε έγκυος στα 14 και ο γιος που απέκτησε πέθανε σε βρεφική ηλικία. Οταν πήγε να ζήσει με τον κουρέα πατέρα της στο Τενεσί, έπιασε την πρώτη της δουλειά στο ραδιόφωνο και μπήκε στον χώρο των ΜΜΕ.
Στη λίστα των αυτοδημιούργητων περιλαμβάνεται και ο μεγαλοεπενδυτής Τζορτζ Σόρος, ο οποίος γεννήθηκε στη Βουδαπέστη από Εβραίους γονείς (ο πατέρας του υπήρξε αιχμάλωτος πολέμου στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο). Στα δεκατέσσερά του, μετά την κατάληψη της Ουγγαρίας από τους ναζί, αναγκάστηκε να κρυφτεί στο σπίτι ενός υπαλλήλου του ουγγρικού υπουργείου Γεωργίας, προσποιούμενος τον βαφτισιμιό του. Επιβίωσε της Μάχης της Βουδαπέστης και, μετά τον πόλεμο, μετανάστευσε σε έναν θείο του στο Λονδίνο. Προκειμένου να σπουδάσει στο London School of Economics εργαζόταν ως αχθοφόρος τρένων και σερβιτόρος.
Πάμφτωχος γεννήθηκε και ο ιδρυτής των Starbucks Χάουαρντ Σουλτς, γιος ενός οδηγού φορτηγού και βετεράνου του στρατού, ο οποίος μεγάλωσε με τα αδέλφια του σε εργατικές κατοικίες στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Από μικρός έβρισκε διέξοδο στον αθλητισμό και τελικά κατάφερε να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο του βόρειου Μίσιγκαν χάρη σε μια αθλητική υποτροφία. Από την άλλη, ο μεγαλοεπενδυτής Χάρολντ Σίμονς, ιδιοκτήτης της Contran Corporation και της Valhi, γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μια καλύβα στο Τέξας, χωρίς υδραυλικό σύστημα, τουαλέτα και χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα! Τα εφόδια για να τα καταφέρει στον σκληρό κόσμο των επενδύσεων και της τραπεζικής τα απέκτησε στο τοπικό πανεπιστήμιο, στο Οστιν του Τέξας.
Ο μποξέρ από την Αρμενία
Η φτώχεια και ο τυχοδιωκτισμός χαρακτήρισαν τη ζωή του Κερκ Κερκόριαν, του έτερου μεγιστάνα του Λας Βέγκας και ιδρυτή του διάσημου καζίνου «Caesars Palace». Ο γνωστός και με το ψευδώνυμο «γελαστή κόμπρα» μεγιστάνας των 3,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων γεννήθηκε στην Καλιφόρνια από Αρμένιους μετανάστες και παράτησε το σχολείο για να παίξει ερασιτεχνικό μποξ. Τις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έμαθε να πιλοτάρει για να αποφύγει τη στρατολόγησή του στο πεζικό. Αφού κέρδισε χρήματα πιλοτάροντας καναδικά De Havilland Mosquitos στη ριψοκίνδυνη διαδρομή επάνω από την Αρκτική, ως τη Σκοτία, στη διάρκεια του πολέμου, τελικά επένδυσε σε ένα αεροσκάφος που μετέφερε πελάτες από το Λος Αντζελες στα καζίνα του Λας Βέγκας.
Ο «πετρελαιάς» που δούλευε σε βενζινάδικο και ο Εβραίος κυνηγός ταλέντων!
Ο μεγαλοπαραγωγός της Dreamworks και των δισκογραφικών Asylum και Geffen Records Ντέιβιντ Γκέφεν γεννήθηκε στο Μπρούκλιν από Εβραίους που μετανάστευσαν εκεί από την κατεχόμενη από τους Βρετανούς Παλαιστίνη. Παρακολούθησε σπουδές σε διάφορα κολέγια, χωρίς να αποφοιτήσει ποτέ, και ξεκίνησε την καριέρα του ως κυνηγός ταλέντων. Γιος μιας πολύτεκνης οικογένειας κολίγων στα βαμβακοχώραφα της Οκλαχόμα ήταν ο Χάρολντ Χαμ, ο σημερινός διευθύνων σύμβουλος της πετρελαϊκής Continental Resources και θεωρούμενος 30ός πιο πλούσιος άνθρωπος σήμερα στις ΗΠΑ, με περιουσία 12,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ο απένταρος Χάρολντ είχε παρατήσει το σχολείο και ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του δουλεύοντας σε βενζινάδικα και συνεργεία αυτοκινήτων. Ωστόσο, ίδρυσε την πρώτη του πετρελαϊκή εταιρία στην ηλικία των 22 χρόνων.
Ο ιδιοκτήτης της αλυσίδας λιανικών πωλήσεων Hobby Lobby Ντέιβιντ Γκριν ήταν γιος ενός φτωχού πάστορα της Οκλαχόμας και ποτέ δεν πήγε στο κολέγιο. Ομως, το 1970 ξεκίνησε μια επιχείρηση με κορνίζες-μινιατούρες, την Greco Products, στο γκαράζ του, η οποία σύντομα πήγε τόσο καλά ώστε να ανοίξει το πρώτο του κατάστημα. Σε αυτό ξεκίνησαν να δουλεύουν από τα εννέα και τα επτά τους χρόνια οι δύο γιοι του, τους οποίους επιβράβευε με επτά σεντς για κάθε κορνίζα που κολλούσαν.
Τέλος, ο Καρλ Ικαν της εταιρίας συμμετοχών Icahn Capital Management, με αμύθητη περιουσία που αγγίζει τα 20,3 δισεκατομμύρια δολάρια, ξεκίνησε από μια φτωχογειτονιά στο Κουίνς της Νέας Υόρκης. Γιος ενός έκπτωτου τραγουδιστή όπερας, που εργαζόταν ως αναπληρωτής δάσκαλος, σπούδασε στο Πρίνστον και ο δρόμος για την επιτυχία του άνοιξε το 1961, όταν ξεκίνησε να εργάζεται στο χρηματιστήριο της Γουόλ Στριτ.
Μυρτώ Μπούτση