«Μεγάλα καράβια, μεγάλες φουρτούνες!» Οι συγκεκριμένοι, όμως, ποτέ δεν τις φοβήθηκαν, όχι γιατί ήταν εξαρχής μαθημένοι στις δυσκολίες του ελληνικού ποδοσφαίρου, αλλά επειδή αγαπούσαν τις ομάδες που υποστήριξαν περισσότερο και από το ίδιο τον εαυτό τους! Μετά την τελευταία «αποχώρηση», του Σταύρου Νταϊφά, όλοι τους παρακολουθούν τα τεκταινόμενα του ελληνικού ποδοσφαίρου από ψηλά…
«Στον Ολυμπιακό δεν πας για να βγάλεις χρήματα. Δεν είναι ακόμα μία επιχείρηση, είναι ιδέα» είχε δηλώσει σε ανύποπτο χρόνο. Ο Σταύρος Νταϊφάς, ο εφοπλιστής που «έφυγε» στα 87 του στο Ασκληπιείο της Βούλας την περασμένη Δευτέρα και υπηρέτησε τους «ερυθρολεύκους» με την ίδια αγάπη που περιέβαλε και την οικογένειά του, όπως μαρτυρούσε αστειευόμενη αλλά και με παράπονο πάντοτε η κόρη του, δεν έπαψε ποτέ να καθοδηγείται από το συναίσθημα, λέγοντας: «Ο Ολυμπιακός, ο Παναθηναϊκός και η ΑΕΚ, που είναι μεγάλοι σύλλογοι, πρέπει να έχουν στο τιμόνι σπουδαίους καπετάνιους. Οι πρόεδροι σε αυτές τις ομάδες είναι υποχρεωμένοι να βάζουν συνέχεια παράδες. Χρήμα με τη σέσουλα. Οποιος δεν μπορεί, δεν αντέχει, έχει κουραστεί ή δεν θέλει πρέπει να κάνει στην άκρη». Και κατέληγε: «Είναι πιο εύκολο να κυβερνάς 100 καράβια παρά τον Ολυμπιακό»…
Ο γεννημένος στην Καλαμάτα και φανατικός -εκτός από Ολυμπιακός- Παλαιοφαληριώτης, συγκαταλέγεται στην πρώτη πεντάδα των μεγαλύτερων προέδρων του Ολυμπιακού, καθώς ανέλαβε τους Πειραιώτες έπειτα από τέσσερα «πέτρινα» χρόνια και κατάφερε να τους επαναφέρει άμεσα στην κορυφή.
Η ιστορία ξεκίνησε λίγα χρόνια νωρίτερα, στο καθιερωμένο μεσημεριανό τάβλι με τον κουμπάρο του Γιώργο Βαρδινογιάννη, όταν «έπεσε» η ιδέα ανάληψης από τους δύο Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού!
Ο Νταϊφάς κατάφερε μαζί με τους εφοπλιστές Ευθυμίου, Χανδρή και Καραγεώργη να δημιουργήσουν δυνατή διοικητική ομάδα, με μεταγραφές όπως του Νίκου Αναστόπουλου και του Τάσου Μητρόπουλου. Την ίδια ώρα τα έβαζε με όλους και με όλα. Οπως μετά το ντέρμπι Κυπέλλου με τον Παναθηναϊκό στη Λεωφόρο (1982), στο οποίο οι «ερυθρόλευκοι» προηγήθηκαν 2-0 αλλά αποκλείστηκαν με τρία πέναλτι. Μετά το τέλος του αγώνα είπε στον διαιτητή: «Ολοι εσείς είστε νάνοι μπροστά στον Ολυμπιακό».
Ξεκίνησε στα τέλη του 1979 και παρέμεινε στον προεδρικό θώκο για εννέα χρόνια σε τρεις διαφορετικές περιόδους κατακτώντας πέντε πρωταθλήματα (από το 1980 έως το 1983 και ένα το 1987) και ένα Κύπελλο (1981). Ο τίτλος που κατακτήθηκε το 1982 έγραψε ιστορία αφού με μειονέκτημα πέντε βαθμών (με σύστημα τότε 2-1-0) από τον Παναθηναϊκό, στέφθηκε πρωταθλητής σε μπαράζ που έγινε στον Βόλο, ενώ με μπαράζ είχε κατακτήσει και το πρώτο του πρωτάθλημα κόντρα στον Αρη το 1980. Η πρώτη αποχώρησή του ήταν το 1985, έχοντας κατακτήσει τέσσερα διαδοχικά πρωταθλήματα (1980-1983) και ένα Κύπελλο (1981). Επέστρεψε το 1986 και οδήγησε ξανά την ομάδα στην κορυφή το 1987, στο τελευταίο πρωτάθλημα πριν από τα «πέτρινα» χρόνια. Επανήλθε το 1992, όταν η ΠΑΕ είχε οδηγηθεί στο Πρωτοδικείο και ουσιαστικά την έσωσε από πτώχευση. Πέρασε την ΠΑΕ στα χέρια του Σωκράτη Κόκκαλη παραμένοντας πρόεδρος έως και το 1994, ενώ βοήθησε και στη μετάβαση των μετοχών στον Βαγγέλη Μαρινάκη, με τον πατέρα του οποίου ήταν στενοί φίλοι.
ΛΟΥΚΑΣ ΜΠΑΡΛΟΣ: Στη διαδρομή του ελληνικού ποδοσφαίρου δεν είναι αμέτρητες οι περιπτώσεις των… ερωτευμένων αφεντικών που έδωσαν και την ψυχή τους στις ομάδες που αγάπησαν.
Εκείνοι που το έκαναν, ωστόσο, έγραψαν μεγάλη ιστορία. Οπως και ο Λουκάς Μπάρλος, ο οποίος στις 20 Οκτωβρίου του 1999 έχασε τη μάχη με την επάρατη νόσο. Δεν ήταν ΑΕΚ, αλλά την αγάπησε περισσότερο από ό,τι είχε στη ζωή του. Εβαλε υποθήκη το σπίτι του για να φτιάξει τη σκεπαστή, της χάρισε το τελευταίο νταμπλ, ενώ κατέβαινε στα αποδυτήρια και έβαζε στις τσέπες των σακακιών των ποδοσφαιριστών χρήματα ως πριμ. «Δεν ήθελα να πάρω από την ΑΕΚ, μόνο να δώσω. Δεν είμαι επενδυτής και μάλλον δεν έχω θέση στο σύγχρονο ποδόσφαιρο» έλεγε.
Τον Σεπτέμβριο του 1974 έγινε πρόεδρός της. Η ομάδα είχε να κερδίσει το πρωτάθλημα από το 1971 και αντιμετώπιζε δυσκολίες, με πολλούς πρώην αστέρες της να αποχωρούν. Εδωσε πολλά χρήματα και έφερε τον προπονητή Φράντισεκ Φάντροκ αλλά και ποδοσφαιριστές μεγάλης αξίας, όπως οι Χρήστος Αρδίζογλου, Γιώργος Σκρέκης, Γιώργος Δεδές, Βάλτερ Βάγκνερ και Τίμο Τσανλέιτερ.
Το 1976 απέκτησε τους Θωμά Μαύρο, Τάκη Νικολούδη και τον Νίκο Χρηστίδη, ενώ την επόμενη χρονιά ήρθε και ενίσχυση από το εξωτερικό με τους Ντούσαν Μπάγεβιτς και Μίλτον Βιέρα. Η ΑΕΚ ηγήθηκε στη βαθμολογία του πρωταθλήματος δύο συνεχόμενες χρονιές (1978, 1979), ενώ έγινε η πρώτη ελληνική ομάδα, μετά τον Παναθηναϊκό το 1971, με σημαντική ευρωπαϊκή διάκριση, φτάνοντας στα ημιτελικά του Κυπέλλου UEFA. Εκτός από την αγωνιστική αναγέννηση της ομάδας, ο «θείος Λουκάς» έγινε ευεργέτης της και σε θέματα εγκαταστάσεων, αφού επί των ημερών του θεμελιώθηκε και το κλειστό γήπεδο μπάσκετ. Η θητεία του ως προέδρου της ΑΕΚ ολοκληρώθηκε το 1981. Ο ίδιος δεν ασχολήθηκε ποτέ ξανά με τον αθλητισμό, καθώς δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί και εναρμονιστεί με τις νέες συνθήκες του επαγγελματισμού.
Οι «πατριάρχες» της Τούμπας και της Λεωφόρου
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ: Ο Γιώργος Παντελάκης, ο οποίος παρασύρθηκε το 2009 από μηχανάκι και με βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση σε ηλικία 85 ετών υπέκυψε στα τραύματά του, υπήρξε ο πιο αγαπητός πρόεδρος του ΠΑΟΚ, συνδέοντας το όνομά του με τις μεγαλύτερες επιτυχίες του συλλόγου τη «χρυσή» δεκαετία του ’70. Υπό την ηγεσία του ο ΠΑΟΚ κατέκτησε το πρώτο πρωτάθλημα το 1976. Ξεκίνησε το 1954 ως μέλος του Ερασιτέχνη, ενώ δύο χρόνια αργότερα ανέλαβε χρέη εφόρου στο μπάσκετ.
Το 1959 συνέβαλε τα μέγιστα στην κατάκτηση του πρώτου πρωταθλήματος μπάσκετ, ενώ τα επόμενα χρόνια αφοσιώθηκε στο ποδοσφαιρικό τμήμα, το οποίο υπηρέτησε από το πόστο του γενικού γραμματέα και του προέδρου από το 1975 έως το 1984. Ηταν ο πρώτος πρόεδρος της ΠΑΕ. Επαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην υπόθεση Γιώργου Κούδα στα τέλη της δεκαετίας του ’60 συντελώντας στην επιστροφή του «Μεγαλέξανδρου» του ελληνικού ποδοσφαίρου και ήταν αυτός που με τη διορατικότητά του δημιούργησε την καταπληκτική ομάδα της δεκαετίας του ’70.
Στα τέλη του 1971 αποσύρθηκε για επαγγελματικούς λόγους, κινητοποιήθηκε όμως ξανά το 1975.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΑΝΤΖΑΒΕΛΑΚΗΣ: Τη χρονιά που αναλάμβανε ο Σταύρος Νταϊφάς, έφευγε από τη ζωή μόλις στα 62 του ο Αντώνης Μαντζαβελάκης που ως γενικός αρχηγός του Παναθηναϊκού άφησε εποχή. Υπό την καθοδήγησή του το σύνολο των αθλημάτων του «τριφυλλιού» γνώρισε μεγάλη άνθηση χάρη στην επιμονή του. Αλλωστε, είναι γνωστό ότι μια χρονιά, περιμένοντας χρυσό μετάλλιο στους Πανελλήνιους Στίβου, σήκωσε από το κρεβάτι τον Χρήστο Παπανικολάου για να αγωνιστεί στο δέκαθλο! Ο Παπανικολάου, που δεν το γνώριζε ως αγώνισμα, δεν ήθελε να διασύρει το όνομά του. Ομως ο Ματζαβελάκης τού έδωσε τέτοια αυτοπεποίθηση που ο Παπανικολάου νίκησε με πανελλήνιο ρεκόρ!
Ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία είχε στο ποδόσφαιρο, όπου στον μεταγραφικό τομέα έκανε παιχνίδι άνευ αντιπάλων. Η μεταγραφή του πλέον πολυσύνθετου Ελληνα ποδοσφαιριστή Τάκη Λουκανίδη, τον οποίο η Δόξα Δράμας δεν παραχωρούσε, ήταν το καλύτερο παράδειγμά του μέσω μεταγραφής στην Κύπρο. Ανάλογη επιτυχία είχε και με τους Αριστείδη Καμάρα, Ανδρέα Παπαεμμανουήλ και, βεβαίως, τον Γιώργο Δεληκάρη από τον Ολυμπιακό.
Αντώνης Κατσαρός