Στην Ινδία της φτώχειας και των μπαχαρικών!

{Από το περιοδικό «δ» που κυκλοφορεί με την «κυριακάτικη δημοκρατία»}

Δεν πάνε πολλές εβδομάδες από τότε που γύρισα από ένα σύντομο ταξίδι στη βόρεια Ινδία. Πρώτος σταθμός το Νέο Δελχί, η διοικητική πρωτεύουσα. Ενας άλλος κόσμος, άλλα ήθη, έθιμα, άλλη θρησκεία, διαφορετική κουλτούρα και διαφορετικοί άνθρωποι. Ενα δισεκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες είναι ο πληθυσμός της χώρας. Στον καύσωνα που έγινε πριν από λίγες εβδομάδες πέθαναν 2.500. Κανένας δεν ασχολήθηκε.

Οι κοινωνικές ανισότητες είναι εξαιρετικά εμφανείς παντού. Φτώχεια καταραμένη με μία διαφορά: οι άνθρωποι, γεννημένοι σ’ αυτό το περιβάλλον, δεν αισθάνονται κανέναν πόνο για τη φτώχεια τους. Λόγω του κλίματος οι περισσότεροι ζουν στον δρόμο, σε πάρκα, πλατείες, στις μεγάλες νησίδες των λεωφόρων και προσπαθούν να βιοποριστούν πουλώντας οτιδήποτε. Αν είσαι πρωτόβγαλτος και κοιτάξεις με τρυφερότητα κάποιον στα μάτια, δεν πρόκειται να ξεκολλήσει, αν δεν πάρει τον οβολό του. Στον αντίποδα, υπάρχουν οι πάμπλουτοι. Ανάμεσα στο χάσμα των δύο τάξεων υπάρχει μεσοαστική τάξη, που διακινεί το εμπόριο των καθημερινών αναγκών της Ινδίας. Μικρά μπακάλικα, εξοπλισμός σπιτιού, απλά ρούχα και παπούτσια. Παρ’ όλη τη ζέστη, το στρίμωγμα στους δρόμους και την τάση λιποθυμίας εξαιτίας του καύσωνα και διάφορων οσμών, οι άνθρωποι παντού είχαν καλή προαίρεση. Ναι, σίγουρα τον τουρίστα τον αντιμετωπίζουν σαν πηγή εισοδήματος, όχι όμως ενοχλητικά ούτε χυδαία.

Η χώρα είναι τεράστια και κουβαλάει τεράστιο πολιτισμό. Στην Αγκρα επισκέφθηκα το Ταζ Μαχάλ. Δεν είναι παλάτι, είναι τάφος, από τα ωραιότερα αρχιτεκτονικά δημιουργήματα που έχω δει. Πάλλευκο, συμμετρικά ασύμμετρο, δημιούργημα ενός ερωτευμένου μαχαραγιά για την πανέμορφη γυναίκα του, που την έχασε σε ηλικία 30 ετών. Ο τάφος της στο κέντρο του μεγαλόπρεπου κτιρίου. Ο ήλιος ήταν εκτυφλωτικός, η ζέστη κάτω από σκιά 46 βαθμούς.

Ο επόμενος σταθμός ήταν στην Τζαϊπούρ, την πόλη με τους λευκούς πιθήκους. Στην ιστορία του ινδουισμού ο Χαρουμάν, ο ερωτιάρης αρχηγός τους, βοήθησε τον Ράμα να ξαναπάρει τον θρόνο. Οι άσπροι πίθηκοι είναι κλέφτες. Λίγο έξω από την ιερή πόλη, το Αμπερ Παλλάς. Ενα τεράστιο παλάτι που δεσπόζει στον λόφο, όπου ανεβαίνεις σκαρφαλωμένος στην πλάτη ενός στολισμένου ελέφαντα. Καμία σχέση τούτο το παλάτι με τα παλάτια της Ευρώπης. Ψηλά ταβάνια, κήποι που ποτίζονται από τα νερά της διπλανής λίμνης και ψηφιδωτά με καθρεφτάκι, που αντανακλούν το φως του ήλιου σε χιλιόμετρα.

Είναι πολύ δύσκολο να μελετήσεις τη συνολική ιστορία της Ινδίας.
Πολλά μικρά κρατίδια, διαφορετικές αντιλήψεις μαχαραγιάδων, αιματηροί πόλεμοι και κάποια στιγμή η αποικιοκρατία της Αγγλίας, η οποία ξεζούμισε τη χώρα από πάσης πλευράς. Μπαχαρικά, ορυκτά, υφάσματα, όλα έφυγαν δωρεάν για τη Μητρόπολη. Ο Μαχάτμα Γκάντι, με τον πιο ειρηνικό πόλεμο που έγινε ποτέ στον πλανήτη, έκανε την Ινδία ανεξάρτητη δημοκρατία. Και τότε φάνηκε και το μεγαλύτερο πρόβλημα απ’ όλα, το θρησκευτικό. Ισλάμ και ινδουισμός, ώσπου η μεγάλη Ινδία χωρίστηκε σε δύο κράτη: το Πακιστάν με τους ισλαμιστές και η Ινδία με τους ινδουιστές.

Το πιο μεγάλο γεγονός στη ζωή ενός Ινδού είναι ο γάμος. Η νύφη με φίλες της πάνε στα καταστήματα υφασμάτων να διαλέξουν το γαμήλιο ένδυμα, τις σάρπες, τα ψεύτικα κοσμήματα, ακόμα και βεντάλιες, φτιαγμένες από το τοπικό νόμισμα, τις ρουπίες, για να δείξουν αρχοντιά. Τον γάμο τον πληρώνει κυρίως ο γαμπρός και τις περισσότερες φορές ο μπαμπάς του γαμπρού, τον οποίο το καινούργιο ζευγάρι παίρνει υπό την προστασία του για το υπόλοιπο της ζωής του. Ο λόγος είναι απλός: δεν υπάρχει συνταξιοδοτικό σύστημα στις Ινδίες. Μόνο ένα μικρό εφάπαξ. Εάν κάνουμε έναν υπολογισμό σε ευρώ, ο μέσος μισθός στην Ινδία κυμαίνεται από 100 ως 200 ευρώ. Στην ουσία παίρνει 10 ευρώ λιγότερα ο εργαζόμενος και πάνε στο εφάπαξ. Αλλα τόσα βάζει ο εργοδότης. Σύνολο 240 ευρώ τον χρόνο, 7.200 στα 30 χρόνια. Για την Ινδία τεράστιο ποσό.

Τι τρώνε όλα αυτά τα εκατομμύρια άνθρωποι; Οι γεύσεις είναι ενιαίες, ενώ κυριαρχούν κυρίως το καυτερό το τσίλι -αν δεν είσαι συνηθισμένος, νομίζεις ότι το στόμα σου πήρε φωτιά- και το κάρι, ένα μείγμα μπαχαρικών με χαρακτηριστική γεύση. Οι λαϊκές αγορές είναι γεμάτες από μπαχαρικά που δεν έχετε ξαναδεί. Μαύρο κάρδαμο, τάμαριν, αυθεντικά φύλλα κάρι και ορισμένα άλλα, που ομολογώ ότι τα είδα για πρώτη φορά. Αντίθετα, δεν θα βρείτε εύκολα ντομάτες, πατάτες, ελάχιστο τυρί και φυσικά δεν υπάρχει αγελαδινό κρέας, μια και η αγελάδα είναι το ιερό ζώο του ινδουισμού, αλλά ούτε και χοιρινό, αφού είναι το βδελυρό ζώο του ισλαμισμού. Απομένει λοιπόν αρνί και κοτόπουλο. Μαγειρεύουν σε τσουκάλια στη φωτιά των ξύλων και στον φούρνο που λέγεται ταντούρι, ένα μεγάλο πήλινο πιθάρι πακτωμένο με λάσπη, που στο βάθος του καίει φωτιά και μέσα του τοποθετούν όρθιες τις σούβλες. Στα τοιχώματά του κολλάνε τα άψητα ψωμάκια για να ψηθούν σε δευτερόλεπτα, τα περίφημα ναν.

Το πιλάφι μπιριάνι είναι δημιούργημα της ισλαμικής κουλτούρας, αντίθετα προς το κάρι και το ταντούρι, που είναι στοιχεία της ινδουιστικής. Παχύ άνθρωπο δεν θα βρεις εύκολα στις Ινδίες, άλλωστε δεν υπάρχει αρκετό φαγητό. Οι περισσότεροι τρέφονται με ρύζι -την περίφημη ποικιλία μπασμάτι- εξαιρετικά νόστιμο και αρωματικό, χωρίς να χρειάζεται να του προσθέσεις καν αλάτι.

Από τον
Ηλία Μαμαλάκη

{{-PCOUNT-}}12{{-PCOUNT-}}

Η εφημερίδα δημοκρατία δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

spot_img

Κορυφαίες Ειδήσεις

Προτεινόμενα