Τον περασμένο μήνα, στη σύνοδο κορυφής της ΕΕ στη Ρίγα, ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ υποδέχθηκε τον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπάν με την ελάχιστα διπλωματική κραυγή: «Καλώς τον δικτάτορα!» Ο Ορμπάν χαμογέλασε και τον προσφώνησε «Μέγα Δούκα», μια αναφορά στον συνταγματικό μονάρχη του Λουξεμβούργου.
Για πολλούς Ουγγρους, όμως, οι δικτατορικές τάσεις του Ορμπάν δεν είναι καθόλου αστείες, αλλά η πηγή μιας εντεινόμενης τραγωδίας στο κέντρο της Ευρώπης, με ευρύτερες επιπτώσεις για τη Δύση. Πολλοί φοβούνται ότι η Ουγγαρία θα γίνει η πρώτη χώρα της ΕΕ που θα εγκαταλείψει τη φιλελεύθερη δημοκρατία και κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να κάνει για να το αποτρέψει.
Ο Ορμπάν έχει δηλώσει ότι κτίζει ένα νέο κράτος στην Ουγγαρία, που θα οδηγήσει τη χώρα στη νίκη για τις επόμενες δεκαετίες. Εμπνεόμενος από τις υποτιθέμενες επιτυχίες κρατών όπως η Ρωσία, η Κίνα, η Τουρκία και η Σιγκαπούρη, υπόσχεται μια νέα τάξη που θέτει τους συλλογικούς στόχους του ουγγρικού λαού – στους οποίους περιλαμβάνονται πάνω από δύο εκατομμύρια ουγγρικής καταγωγής πολίτες που ζουν σε γειτονικά κράτη – πάνω από τον στόχο της μεγιστοποίησης της ατομικής ελευθερίας. Ο Ορμπάν δεν παύει να καταγγέλλει την Ευρωπαϊκή Ενωση και τις κριτικές που ασκεί, λέγοντας ότι η Ουγγαρία «δεν θα γίνει αποικία» και «δεν θα ζει με βάση τις επιταγές ξένων δυνάμεων».
«Το ουγγρικό έθνος δεν είναι απλώς μια ομάδα ανθρώπων, αλλά μια κοινότητα που πρέπει να οργανωθεί, να ενισχυθεί και στην πραγματικότητα να κτιστεί», είπε πέρυσι σε ένα πλήθος ουγγρικής καταγωγής πολιτών στη Ρουμανία.
Ο Ορμπάν, που όταν έπεσε ο κομμουνισμός το 1989 ήταν ένας νέος αντικομμουνιστής διαφωνών, πέρασε τις δύο τελευταίες δεκαετίες μεταμορφώνοντας μια φιλελεύθερη νεολαία σε έναν ισχυρό, συντηρητικό πολιτικό μηχανισμό. Όταν ανέλαβε την εξουσία μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008-2009 (οπότε η Ουγγαρία αναγκάστηκε να δεχθεί μια ενίσχυση 26 δισεκατομμυρίων δολαρίων για να μη χρεοκοπήσει), η Συμμαχία Νέων Δημοκρατών και οι εταίροι της χρησιμοποίησαν την πλειοψηφία των δύο τρίτων που είχαν κερδίσει στο κοινοβούλιο για να ξαναγράψουν το Σύνταγμα και να ψηφίσουν εκατοντάδες νέους νόμους.
Το αποτέλεσμα ήταν να διαβρωθεί η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, να γεμίσουν τα δικαστήρια με έμπιστους του καθεστώτος, να γίνουν προγραφές στις δημόσιες υπηρεσίες, να ψηφιστούν νέοι εκλογικοί νόμοι που ευνοούν τον κυβερνητικό συνασπισμό και να διωχθούν τα μέσα ενημέρωσης. Όταν οι νόμοι που ποινικοποιούσαν τους αστέγους, περιόριζαν την πολιτική διαφήμιση και απαγόρευαν τους γάμους των ομοφύλων ζευγαριών κρίθηκαν αντισυνταγματικοί, ο Ορμπάν χρησιμοποίησε την πλειοψηφία του για να τους προσθέσει στο νέο Σύνταγμα.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, εκατοντάδες θρησκευτικές οργανώσεις έχασαν την κρατική αναγνώριση και τις επιδοτήσεις τους με βάση τον νέο Νόμο των Εκκλησιών και μπορούν να τις ξανακερδίσουν μόνο με μια πλειοψηφία δύο τρίτων στο κοινοβούλιο.
«Όλα αυτά θα έπρεπε να έχουν γίνει πολύ νωρίτερα», εξηγεί ο εκπρόσωπος του πρωθυπουργού Ζόλταν Κόβακς. «Στην κεντρική Ευρώπη, η ιστορική και φιλοσοφική κληρονομιά είναι πολύ πιο σύνθετη από αυτό που θα αποκαλούσε κανείς `φιλελεύθερη`. Αυτό που προσπαθούμε να εγκαθιδρύσουμε είναι μια φιλοσοφία που αρμόζει στην κληρονομιά και την προοπτική της Ουγγαρίας ως κεντροευρωπαϊκής χώρας».
Αφού ανανέωσε την πλειοψηφία των δύο τρίτων στις εκλογές του Απριλίου του 2014, ο Ορμπάν έστρεψε την προσοχή του στην επιρροή των ξένων στη χώρα του. Ενίσχυσε έτσι τους φορολογικούς ελέγχους σε Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις που χρηματοδοτούνταν από τη Νορβηγία – όπως την Ενωση Υπεράσπισης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και την τοπική Διεθνή Διαφάνεια – και χαρακτήρισε τα μέλη τους «μισθοφόρους που προσπαθούν να επιβάλουν ξένα συμφέροντα».
Δεν είναι περίεργο που ο Ορμπάν τα έβαλε με αυτές τις οργανώσεις. Σε έκθεσή της το 2012, η Διεθνής Διαφάνεια επισήμανε ότι η Ουγγαρία ελέγχεται πλέον από ισχυρά συμφέροντα. Για παράδειγμα, μια εταιρεία που ελέγχεται από ένα στενό σύμμαχο του πρωθυπουργού κέρδισε τα πρώτα δύο χρόνια της διακυβέρνησής του 1,3 δισεκατομμύρια δολάρια από κρατικές συμβάσεις.
«Η Ουγγαρία έχει γίνει ένα Κράτος Μαφιόζων, όπως η Ρωσία ή το Αζερμπαϊτζάν», λέει ο Μπάλιντ Μαγυάρ, ένας κοινωνιολόγος που έχει διατελέσει δύο φορές υπουργός Παιδείας σε κεντροαριστερές κυβερνήσεις. «Η διαφορά ανάμεσα σε αυτές τις πρώην σοβιετικές χώρες και την Ουγγαρία είναι ότι εμείς περάσαμε πρώτα από τη φιλελεύθερη δημοκρατία, για να κάνουμε στη συνέχεια στροφή 180 μοιρών».

