Ο εφέτης Ηλίας Κοντοζαμάνης μιλά για την έκθεσή του «Βυζαντινός Κόσμος»Από την
Ελένη Σκάρπου
Γεννήθηκε στην Καλαμάτα, αλλά η καταγωγή του είναι από την Κοζάνη. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και σήμερα είναι πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης. Η ζωγραφική όμως φαίνεται ότι τον κέρδισε πολύ νωρίς.
Για εκείνον η έκθεση αυτή είναι ένα ιστορικό αφήγημα με πίνακες ζωγραφικής, είναι ένα συναρπαστικό ταξίδι στον βυζαντινό κόσμο, που δεν τον ξέχασε ούτε ο χρόνος ούτε η καρδιά του, είναι ο τρόπος για να μεταβούμε σε μία άλλη, μακρινή εποχή, που έχει να μας προσφέρει πνευματικό και ιστορικό πλούτο.
Χιλιόχρονη και λαμπερή
Η έκθεση «Ο Βυζαντινός Κόσμος» του Ηλία Κοντοζαμάνη εγκαινιάστηκε χθες Παρασκευή στην οικία του Μοχάμεντ Αλι, στην Καβάλα, και θα διαρκέσει έως τις 20 Ιανουαρίου. «Με την έκθεση αυτή θέλω να σας παρουσιάσω μια αυτοκρατορία χιλιόχρονη και λαμπερή, την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, και να γυρίσω πίσω τον χρόνο, τότε που η αυτοκρατορία αυτή ήταν σχεδόν όλος ο κόσμος.
Αρχικά θα συναντήσουμε τον Φλάβιο Βαλέριο Κωνσταντίνο τον Α’, τον υιό της Ελένης, και τη μεταφορά της πρωτεύουσάς του στο ελληνικό Βυζάντιο, όπου ίδρυσε τη λαμπρή Κωνσταντίνου Πόλη τη θεοφρούρητη, τη θεοφύλακτη, την Πόλη πασών των πόλεων κεφαλή, τη βασιλεύουσα, τη flora των Δυτικών, την Τσάριγκραντ των Σέρβων, την Γκονσταντνούμπολη των Αρμενίων, την Ασιθανέ των Περσών, την Ντερσαντεέτ των Αράβων, την Κονσταντίνιγιε των Οθωμανών, την Ιστανμπούλ των Τούρκων, την Πόλη των Ρωμιών, το αντικείμενο του πόθου όλου του κόσμου, που για τον λόγο αυτόν κινδυνεύει από ερωτική εξάντληση.
Και θα τελειώσουμε με τον Κωνσταντίνο τον ΙΑ’ τον Παλαιολόγο, τον υιό της Ελένης, να ρίχνει μια τελευταία ματιά στην Κωνσταντινούπολη και στην αυτοκρατορία που χάνει, και τον Πατριάρχη Γεννάδιο, τον θρησκευτικό αρχηγό του υπόδουλου πλέον γένους στην αρχή του μεγάλου ύπνου, και τη μικρή Ελληνίδα πριγκίπισσα της διασποράς Ζωή Σοφία Παλαιολογίνα, τη μεγάλη Δούκισσα της Μόσχας, τη γιαγιά του Ιβάν Δ’ του Τρομερού» εξηγεί ο ζωγράφος Ηλίας Κοντοζαμάνης, που επέλεξε την Καβάλα για την έκθεσή του αυτή, μια και εκεί τον περιμένουν πολλοί φίλοι, αλλά συνάμα επειδή το σπίτι του Μοχάμεντ Αλι, αλλά και το Ιμαρέτ αποτελούν κόσμημα για την πόλη.
«Στη διαδρομή αυτή θέλω να συστήσω τους επισκέπτες της έκθεσης στους αυτοκράτορες και στις αυτοκρατόρισσες, στους άρχοντες και στις αρχόντισσες, στις πριγκίπισσες, στους στρατηλάτες, στους φιλοσόφους, στους ιστορικούς, στους πατριάρχες, στους επιστήμονες, στους γιατρούς, στα παλάτια, στις εκκλησιές, στα πανεπιστήμια και τα νοσοκομεία που ίδρυσαν, αλλά και στους ψαράδες, στους βαρκάρηδες, στους χαλκοπράττες, στους ταβερνιαραίους, στις αγορές, στα χαλκοπρατεία, στα καπηλειά του Ιπποδρόμου και στα μαγερειά της Πόλης» εξηγεί ο διακεκριμένος δικαστικός.
Για μια επίσκεψη στην Αγία Θεοδοσία, στο Τζιμπαλί
«Θέλω να τους πάρω μαζί μου για μια επίσκεψη στην Αγία Θεοδοσία, στο Τζιμπαλί, να παρευρεθούμε στην τελευταία λειτουργία, γιατί την ημέρα της Αλωσης γιόρταζε και η εικόνα της και όλη η εκκλησία ήταν στολισμένες με τριαντάφυλλα του Μαγιού, γι’ αυτό και οι Τούρκοι την είπαν “Γκιουλ Τζαμί”» λέει και επιμένει πως μαζί θα πάρουμε μια βάρκα για το Κοντοσκάλι, θα ανηφορίσουμε για τον Ιππόδρομο, θα πιούμε κρασί στα πολύβουα καπηλειά που μυρίζουν ζεστό φαΐ και καπνό από ξύλα, θα περιηγηθούμε στην Πόλη.
«Θα δείτε πρόσωπα που έζησαν στις μακρινές εκείνες εποχές σε φυσική μορφή -και όχι στην υπερβατική της αγιογραφίας- να ζωντανεύουν, θα ακούσετε και τις φωνές τους να σας καλούν να γνωρίσετε τον κόσμο τους, γιατί πρέπει να γνωρίζουμε ποιοι είμαστε, από πού ερχόμαστε, πού πηγαίνουμε» επισημαίνει ο κ. Κοντοζαμάνης, που μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα στους πίνακες και στα δικαστικά έδρανα.
«Οι δύο ιδιότητες του δικαστή και του ζωγράφου δεν συμπλέκονται, ούτε συγκρούονται, αλλά συνδυάζονται άριστα με ορθή κατανομή του χρόνου, γιατί ο δικαστής στη σύγχρονη εποχή δεν μπορεί να είναι ο δικαστής που γνωρίζει μόνο τους νόμους και τη νομολογία, αλλά πρέπει να είναι διανοούμενος, μια πολύπλευρη προσωπικότητα μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι, το οποίο είναι συνυφασμένο και με την τέχνη, όχι μόνο τη ζωγραφική, αλλά και τη μουσική, τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο, το θέατρο» εξομολογείται.,