«Η εμπιστοσύνη είναι καλή, αλλά ο έλεγχος είναι καλύτερος» είπε για την ελληνική υπόθεση ο Ολι Ρεν, ο ιδιόρρυθμος Ευρωπαίος επίτροπος, που διοργανώνει συνεντεύξεις Τύπου σε σάουνα, με προσκεκλημένους άρρενες δημοσιογράφους. Η προκλητική δήλωσή του στη βελγική εφημερίδα «De Morgen», όπως έγραφε η «δημοκρατία», ουσιαστικά προαναγγέλλει την απόφαση των δάνειων δυνάμεων να εισχωρήσουν στον σκληρό πυρήνα του κράτους μας και να έχουν τον πρώτο λόγο.
Στην ίδια κατεύθυνση της ωμής παρέμβασης στα εσωτερικά της χώρας -σε βαθμό που να δικαιολογείται απόλυτα ο όρος «κατοχή»- είναι και το κομβόι των Γερμανών φοροεισπρακτόρων, οι οποίοι έρχονται για να διοικήσουν τους μηχανισμούς που ελέγχουν και συγκεντρώνουν τα κρατικά έσοδα. Αυτές είναι ειδήσεις φρικτές και αδιαμφισβήτητης εγκυρότητας.
Από την άλλη, δημιουργούνται εντός και εκτός συνόρων «γεγονότα» και «αποκαλύψεις» που ίσως να κινούν πρόσκαιρα το ενδιαφέρον, αλλά το αντίκρισμά τους στον συλλογικό βίο είναι μηδενικής αξίας. Κρατικοί και παρακρατικοί μηχανισμοί, καθώς και προπαγανδιστικές εφεδρείες της αλλοδαπής συνθέτουν ένα αποπροσανατολιστικό μπουκέτο με άνθη, όπως «καυτές λεπτομέρειες για την υπόθεση Οτσαλάν», «αδέσποτη βόμβα στο αττικό μετρό», «ο σχεδιασμός για την υπαγωγή μας στο ΔΝΤ από τον Ιούνιο του 2009» και άλλα πολλά.
Οι σκιαμαχίες και η υπερπαραγωγή εντυπώσεων λειτουργούν ως αρωγοί των συνενόχων στο έγκλημα της παράδοσης της χώρας στους διεθνείς τοκογλύφους. Την ίδια στιγμή που συγκεκριμένα ΜΜΕ και διαπρεπή στελέχη της συμμαχίας των προθύμων υπερτονίζουν τα παραφουσκωμένα τίποτα, περνούν αντιλαϊκά νομοσχέδια και εγκρίνονται ρυθμίσεις που διαλύουν το εισόδημα και τις προοπτικές των πολιτών.
Σε άλλες εποχές ίσως και να έπιανε το πολυχρησιμοποιημένο «επικοινωνιακό» κόλπο. Τώρα όχι. Η ίδια η πραγματικότητα είναι αρκετά κραυγαλέα, ώστε να την αντιλαμβάνονται άπαντες.