Αθωώθηκε από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης μητέρα, που είχε καταδικαστεί πρωτόδικα σε πολυετή κάθειρξη για υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας και «βασανιστηρίων» εις βάρος των δύο ανήλικων παιδιών της. Η υπόθεση είχε προκαλέσει έντονο ενδιαφέρον την περίοδο που ήρθε στο φως, λόγω της βαρύτητας των κατηγοριών και των περιγραφών που είχαν δοθεί στη Δικαιοσύνη.
Η μητέρα είχε καταγγελθεί από τα δύο παιδιά της -ένα αγόρι και ένα κορίτσι- για σωματική βία και αυστηρές τιμωρίες που, σύμφωνα με τις αρχικές τους μαρτυρίες, υπέστησαν από την παιδική έως και την εφηβική τους ηλικία.
Ανάμεσα στις πράξεις που περιέγραψαν ενώπιον των Αρχών ήταν χτυπήματα με σκουπόξυλο και πλάστη, καθώς και σκληρές μορφές «πειθαρχίας» που, όπως είχαν υποστηρίξει, τους προκάλεσαν ψυχολογική φθορά και φόβο. Παράλληλα, για επιμέρους περιστατικά σωματικής κακοποίησης είχαν καταγγείλει και τον τότε σύντροφο της μητέρας τους.
Τα δύο αδέλφια αποφάσισαν να απομακρυνθούν από το οικογενειακό τους περιβάλλον το 2018, όταν, σύμφωνα με όσα είχαν καταθέσει, δεν άντεχαν άλλο τις συνθήκες μέσα στο σπίτι. Έφυγαν και κατέφυγαν προσωρινά στη θεία τους, η οποία τα στήριξε και τα συνόδευσε στη συνέχεια στη Δικαιοσύνη.
Η πρωτόδικη καταδίκη
Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο είχε επιβάλει στη μητέρα ποινή κάθειρξης 14 ετών και 10 μηνών για σειρά αδικημάτων που σχετίζονταν με ενδοοικογενειακή βία και κακομεταχείριση ανηλίκων. Η έφεση είχε αναστέλλουσα δύναμη, γεγονός που της επέτρεψε να παραμείνει ελεύθερη έως τη δίκη σε δεύτερο βαθμό. Ο σύντροφός της είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση ενός έτους για επιμέρους πράξεις κακοποίησης.
Η υπόθεση είχε τότε χαρακτηριστεί ως ένα από τα πιο σοβαρά περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας που είχαν απασχολήσει τα δικαστήρια της Βόρειας Ελλάδας τα τελευταία χρόνια.
Ωστόσο, στη δίκη σε δεύτερο βαθμό, η εικόνα άλλαξε ριζικά. Ο γιος της κατηγορούμενης εμφανίστηκε στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης και ανακάλεσε τις προηγούμενες καταγγελίες του, δηλώνοντας ότι πολλά από όσα είχε αναφέρει στο παρελθόν δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα.
Η κόρη, που πλέον διαμένει στο εξωτερικό, δεν παρέστη στη δίκη, αλλά –σύμφωνα με την εισαγγελέα της έδρας– είχε επικοινωνήσει το τελευταίο διάστημα με τη μητέρα της, ζητώντας συγγνώμη για τα ψέματα που είπε, όπως φέρεται να ανέφερε η ίδια.
Η εισαγγελική πρόταση και η απόφαση
Ως εκ τούτου, η εισαγγελέας του Εφετείου, λαμβάνοντας υπόψη τα νέα δεδομένα, εισηγήθηκε την αθώωση τόσο της μητέρας όσο και του συντρόφου της, πρόταση που έγινε ομόφωνα δεκτή από το Δικαστήριο.
Κατά την αγόρευσή της, επικαλέστηκε όχι μόνο την ανασκευή των μαρτυριών, αλλά και τις εκθέσεις κοινωνικών λειτουργών και ειδικών ψυχολόγων, οι οποίοι είχαν εξετάσει τα παιδιά στο παρελθόν και είχαν καταγράψει σημαντικές αντιφάσεις στις καταθέσεις τους. Οι εκθέσεις αυτές, σύμφωνα με τη Δικαιοσύνη, δεν τεκμηρίωναν ευθέως τη διάπραξη των πράξεων για τις οποίες είχε ασκηθεί η ποινική δίωξη. Το Δικαστήριο, κρίνοντας ότι δεν αποδείχθηκε πέραν πάσης αμφιβολίας η ενοχή των κατηγορουμένων, προχώρησε στην πλήρη αθώωσή τους.


