Χρυσοχοΐδης: «Καίριο πλήγμα στα διεθνή κυκλώματα ναρκωτικών»
Ένα από τα μεγαλύτερα πλήγματα στη διεθνή διακίνηση ναρκωτικών των τελευταίων ετών κατάφεραν οι ελληνικές διωκτικές αρχές, εξαρθρώνοντας το κύκλωμα του αποκαλούμενου «Έλληνα Εσκομπάρ», Αλέξανδρου Αγγελόπουλου.
Στο πλαίσιο της επιχείρησης κατασχέθηκε σκάφος, στα αμπάρια του οποίου εντοπίστηκαν περίπου πέντε τόνοι κοκαΐνης, αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, που προορίζονταν για την ευρωπαϊκή αγορά.
Την επιτυχία της επιχείρησης χαρακτήρισε ως «πάρα πολύ σημαντική» ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, κάνοντας λόγο για μια «πολεμική επιχείρηση απέναντι στους επαγγελματίες διακινητές ναρκωτικών». Όπως τόνισε κατά τη συνέντευξη Τύπου στη ΓΑΔΑ, το μεσημέρι της Τετάρτης (17/12), οι αρχές κατάφεραν να αποσπάσουν από τα χέρια των ναρκέμπορων τεράστιες ποσότητες κοκαΐνης που θα «σκόρπιζαν δηλητήριο στις κοινωνίες και κυρίως στους νέους ανθρώπους».

Ο κ. Χρυσοχοΐδης επισήμανε ότι πρόκειται για «σημαντικά αποτελέσματα που ωφελούν τις κοινωνίες και τις χώρες», υπογραμμίζοντας παράλληλα πως ο αγώνας κατά του οργανωμένου εγκλήματος θα συνεχιστεί. «Θα συνεχίσουμε τον πόλεμο ενάντια στους εγκληματίες που συγκροτούν ομάδες και προβαίνουν σε τόσο παράνομες και απεχθείς πράξεις», δήλωσε, προσθέτοντας ότι οι αρχές θα βρίσκονται σε διαρκή ετοιμότητα για την αποδόμηση και άλλων εγκληματικών οργανώσεων.
Αναλυτικά τη δομή και τον τρόπο δράσης του κυκλώματος παρουσίασε η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ., Κωνσταντία Δημογλίδου. Σύμφωνα με όσα ανέφερε, ο αρχηγός της οργάνωσης είχε τον πλήρη επιχειρησιακό έλεγχο, αναλαμβάνοντας τη στρατολόγηση πληρωμάτων, την επιλογή σκαφών, τον εξοπλισμό τους με ειδικά συστήματα, καθώς και τη διεκπεραίωση της απαραίτητης γραφειοκρατίας.
Παράλληλα, διατηρούσε επαφές με τους προμηθευτές ναρκωτικών, συντονίζοντας τις παραλαβές εν πλω και καθοδηγώντας τη μεταφορά και την παράδοση των φορτίων στους τελικούς παραλήπτες. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε και στον τρόπο νομιμοποίησης των παράνομων εσόδων, τα οποία διοχετεύονταν μέσω εταιρειών και αλιευτικών δραστηριοτήτων.
Όπως έγινε γνωστό, στενός συνεργάτης του αρχηγικού μέλους ήταν ένας 71χρονος, ο οποίος παραμένει ασύλληπτος και φέρεται να είχε άμεσες επαφές με ναρκέμπορους στη Λατινική Αμερική. Επιπλέον, δύο ημεδαποί ηλικίας 38 και 43 ετών φέρονται να λειτουργούσαν ως «αχυράνθρωποι», ιδρύοντας και διαχειριζόμενοι εταιρείες που αναλάμβαναν τη διάθεση και την προετοιμασία των σκαφών.
Αντίστοιχο ρόλο είχαν και δύο ακόμη άτομα, ηλικίας 42 και 61 ετών, τα οποία φέρονται να είχαν ιδρύσει και να διατηρούσαν εταιρείες στο όνομά τους, διευκολύνοντας τη δράση της εγκληματικής οργάνωσης.
Για τις θαλάσσιες μεταφορές των ναρκωτικών, ο Αλέξανδρος Αγγελόπουλος χρησιμοποιούσε άτομα με γνώσεις ναυτικής τέχνης, όπως καπετάνιους και ναύτες κατόχους διπλώματος πηδαλιούχου, οι οποίοι αναλάμβαναν την παραλαβή, τη μεταφορά και την παράδοση των φορτίων.
Σύμφωνα με την Ελληνική Αστυνομία, η υπόθεση άρχισε να διερευνάται τον Οκτώβριο του 2024 και βασίστηκε σε συνδυασμό προανακριτικών ενεργειών, ανάλυσης ψηφιακών πειστηρίων, καθώς και διασύνδεσης και συνεργασίας με ξένες διωκτικές αρχές. Καθοριστική υπήρξε η συνεργασία με τη DEA των Ηνωμένων Πολιτειών στην Αθήνα.
Το εύρος δράσης της οργάνωσης ήταν διεθνές, με σημεία επαφής στη Λατινική Αμερική, απόπειρα ενεργοποίησης διαδρομής μέσω Αφρικής, επιχειρησιακή δραστηριότητα στον Ατλαντικό Ωκεανό και τελικούς προορισμούς σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.


