Οι λόγοι που όπλισαν το χέρι μιας γυναίκας στην Αθήνα του 1895
Αιματηρό επεισόδιο που εκτυλίχθηκε τον Μάιο 1895 στην οδό Σταδίου, ξεχώριζε για τις μελοδραματικές συνθήκες υπό τις οποίες συνέβη και την κοινωνική του φόρτιση. Στην καρδιά της ελληνικής πρωτεύουσας, μια 18χρονη μοδιστρούλα αποπειράθηκε να σκοτώσει τον εραστή της.
- Από τον Ελευθέριο Σκιαδά
Ηταν έγκλημα προσβεβλημένης τιμής σε κοινωνικό περιβάλλον, στο οποίο η γυναίκα, όσο κι αν προσπαθούσε να σταθεί, παρέμενε εκτεθειμένη. Η ηρωίδα της υπόθεσης, η Μαρίκα Πάντου, καταγόταν από τα Κιούρκα Μαραθώνα. Κόρη πτωχής οικογένειας, είχε έρθει στην Αθήνα για να εργαστεί ως υπηρέτρια. Σύντομα όμως επέλεξε τον δύσκολο αλλά πιο «αξιοπρεπή» δρόμο της μοδιστρικής. Στη μετάβασή της αυτή η παντρεμένη αδελφή της τής εξασφάλισε εργασία σε κατάστημα γυναικείων ειδών, κοντά στην εκκλησία της Ρόμβης.
Η φιλοξενία της στην οικία της Χρυσούλας, συγγενής του γαμπρού της, υπήρξε το σκηνικό στο οποίο ξεκίνησε η μοιραία γνωριμία με τον Αλέξανδρο Γαλή. Εκείνος, 35χρονος υπαλληλάκος του Α’ Διαρκούς Στρατοδικείου, καταγόμενος από το Καρπενήσι, φαινόταν ευγενής, χαμηλών τόνων, με την κλασική ρουμελιώτικη σοβαρότητα. Ο δεσμός εξελίχθηκε γρήγορα και φαινόταν μια ρομαντική σχέση. Η εγκυμοσύνη της Μαρίκας και ό,τι επακολούθησε, φυσική αποβολή ή εξαναγκασμός σε άμβλωση, αποτέλεσε το σημείο ρήξης. Η νεαρή γυναίκα αισθάνθηκε προδομένη. Ο εραστής της, αντί να τη στηρίξει, την έδιωξε με παγερότητα.
Η αποπομπή της από την οικία της Χρυσούλας σήμανε το τέλος του ερωτικού δεσμού, αλλά και την κοινωνική της έκπτωση. Η ίδια επέστρεψε στο σπίτι της αδελφής της προδομένη. Η Μαρίκα ένιωθε να πνίγεται από απόγνωση και οργή. Ετσι προμηθεύτηκε ένα αμφίστομο μαχαίρι, αποφασισμένη να απονείμει «δικαιοσύνη» με τα ίδια της τα χέρια. Εραψε ειδική τσέπη στο φόρεμά της και φρόντισε να το φέρει διαρκώς επάνω της. Δεν έκρυψε μάλιστα τις προθέσεις της και εμπιστεύτηκε στην αδελφή της την απόφαση να σκοτώσει τον Αλέξανδρο. Η αδελφή προσπάθησε να την αποτρέψει, αφού η οικογένεια είχε ήδη καταφύγει στη Δικαιοσύνη, καταθέτοντας μήνυση για βιασμό.
Ωστόσο, η ανάκριση δεν επιβεβαίωσε την κατηγορία. Ο Αλέξανδρος αφέθηκε ελεύθερος. Η Μαρίκα, αψηφώντας πλέον τον νομικό δρόμο, συνέχισε να τον καταδιώκει προσωπικά. Πήγαινε καθημερινά στο Στρατοδικείο, προκαλούσε σκηνές, καταφερόταν με ύβρεις και καταγγελίες ενώπιον των συναδέλφων του. Ο Αλέξανδρος έδωσε εντολή στους στρατιώτες να της απαγορεύσουν την είσοδο. Ενα ανοιξιάτικο όμως πρωινό η Μαρίκα αποφάσισε ότι είχε έλθει η ώρα. Σηκώθηκε ήρεμα και έκανε τελετουργική προετοιμασία. Δίπλωσε λίγο ψωμί και κεφτέδες σε μια εφημερίδα, έκοψε φύλλα λεμονιάς και τριαντάφυλλα και τα έπλεξε σε μικρό μπουκέτο. Επειδή είχε φορέσει άλλο φόρεμα εκείνο το πρωί, το μαχαίρι δεν χωρούσε στην ειδική τσέπη της. Το έκρυψε, λοιπόν, μέσα στα τριαντάφυλλα, μετατρέποντας το σύμβολο της τρυφερότητας σε φορέα θανάτου.
Φτάνοντας στην οδό Σταδίου, διέκρινε μέσα σε καπνοπωλείο τον Αλέξανδρο να συνομιλεί. Το βλέμμα της καρφώθηκε επάνω του. Εκείνος την αντιλήφθηκε και προσπάθησε να ξεφύγει. Η Μαρίκα όμως μπήκε μέσα και τον κάλεσε να βγει μαζί της. Εκείνος δέχτηκε, θέλοντας να αποφύγει τη δημόσια σκηνή. Βγήκαν μαζί στο πεζοδρόμιο, όπως τόσες φορές στο παρελθόν. Η Μαρίκα τού πρόσφερε ένα τριαντάφυλλο και ο Αλέξανδρος το πήρε μηχανικά. Στο τέλος, καθώς την αποχαιρετούσε, εκείνη τράβηξε το μαχαίρι και τον χτύπησε στην αριστερή κροταφική χώρα. Το αίμα ανάβλυσε, ο Αλέξανδρος, σε απόγνωση, επιχείρησε να ξεφύγει. Δεν πρόλαβε. Η Μαρίκα πρόλαβε και δεύτερο χτύπημα στην ωμοπλάτη. Προκλήθηκε πανικός. Ο Γαλής μεταφέρθηκε αιμόφυρτος σε φαρμακείο, όπου του παρασχέθηκε η στοιχειώδης ιατρική βοήθεια. Επέζησε, αν και με σοβαρά τραύματα.
Μια πράξη που δίχασε την κοινή γνώμη
Η Μαρίκα Πάντου δεν αρνήθηκε την πράξη της. Αντιθέτως, στάθηκε ενώπιον των Αρχών με αξιοσημείωτη ψυχραιμία και εξήγησε τα κίνητρά της. «Μου κατέστρεψε τη ζωή» φέρεται ότι είπε. Επρόκειτο για συνειδητή εκδίκηση. Η κοινή γνώμη διχάστηκε. Ορισμένοι είδαν μια επικίνδυνη γυναίκα, άλλοι διέκριναν το απελπισμένο πρόσωπο μιας κοπέλας που προδόθηκε και χλευάστηκε. Η επίσημη δικαιοσύνη αντιμετώπισε την υπόθεση με αυστηρότητα, αλλά το περιστατικό παρέμεινε για χρόνια χαραγμένο στη συλλογική μνήμη ως μια από τις πρώτες περιπτώσεις «εγκλήματος τιμής» από γυναίκα.