Την ώρα που ο Τραμπ στη Σύνοδο της Αλάσκας εδραίωνε τη θέση του ισχυρού διαμεσολαβητή για το Ουκρανικό, οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης αρκέστηκαν στον ρόλο του «εγκλωβισμένου εταίρου» του Ζελένσκι
Με κερδισμένο σε μεγάλο βαθμό τον Βλαντιμίρ Πούτιν, τον Ντόναλντ Τραμπ να εδραιώνει τη θέση του «ισχυρού διαμεσολαβητή», τους Ευρωπαίους εταίρους να διαδραματίζουν ρόλο κομπάρσου, και με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι στα… σχοινιά, η Σύνοδος της Αλάσκας πέρασε πια στην Ιστορία. Μία Σύνοδος «πολυαναμενόμενη» μεν, όπως δικαίως είχε χαρακτηριστεί, αλλά από την οποία, ως αναμενόταν άλλωστε, δεν προέκυψαν απτά αποτελέσματα αναφορικά με τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. «Ανοιξε όμως τον δρόμο ή έστω ένα μονοπάτι προς αυτή την κατεύθυνση» εκτιμούσαν ωστόσο την επομένη αναλυτές που επιχειρούσαν να αναγνώσουν τα νέα δεδομένα, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα πως η πορεία θα είναι δύσκολη και γεμάτη εμπόδια.
Η σημειολογία της συνάντησης σε πολλές περιπτώσεις άφησε να φανεί η διάθεση για «εγγύτητα» που χαρακτηρίζει πια ή επιδιώκεται να χαρακτηρίζει τις σχέσεις των δυο μεγάλων δυνάμενων – των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Κυρίως όμως άφησε να φανεί η αναγνώριση του ενός προέδρου από τον άλλον ως «ισότιμου εταίρου», σε αυτό το νέο… «μετα-μεταψυχροπολεμικό σκηνικό» που φάνηκε να ανατέλλει ανήμερα του Δεκαπενταύγουστου στην Αλάσκα. Ο Πούτιν είχε κάθε λόγο να χαμογελά, καθώς έπειτα από χρόνια έβγαινε ξανά με αξιώσεις από τη «φυλακή» της περιθωριοποίησης, συναντούσε τον Αμερικανό πρόεδρο σε παγκόσμια μιντιακή μετάδοση και μέσα από τον διάλογο μαζί του είχε την ευκαιρία να βάλει το ιστορικό πλαίσιο των σχέσεων των δυο χωρών, το ιστορικό-γεωπολιτικό πλαίσιο της σύγκρουσης που βρίσκεται σε εξέλιξη με την Ουκρανία, να φωτίσει τον ρόλο που διαδραμάτισε ο ευρωπαϊκός παράγοντας τα τελευταία χρόνια σε αυτή, και τελικά να παρουσιάσει τις ρωσικές θέσεις.
Από την άλλη πλευρά, ο Τραμπ εν πρώτοις μπορεί να μην πέτυχε να πάρει αυτό που πάνω απ’ όλα ζητούσε, δηλαδή μια συμφωνία για κατάπαυση του πυρός επί του πεδίου, φάνηκε όμως να κατανοεί προτάσσοντας τον ρεαλισμό πως ειρήνη δίχως εδαφικές (αντ)αλλαγές δεν πρόκειται να υπάρξει – παρά τα ευχολόγια των Ευρωπαίων, που, αν και υποκριτικά υποστηρίζουν πως η αλλαγή συνόρων αποτελεί «κόκκινη γραμμή» για την εξωτερική πολιτική της Ε.Ε., ξεχνούν πως ακριβώς αυτές οι πολιτικές τους τα τελευταία χρόνια -και στην περίπτωση της Ουκρανίας- οδήγησαν σε τούτο το αποτέλεσμα. Οχι απλώς στον «πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας» (σ.σ.: αυτό δεν ήταν παρά το τελικό στάδιο), αλλά στην πρόκλησή του με τη στάση τους να ασκούν συστηματικά διαλυτικές για την ευρύτερη περιοχή πολιτικές επιρροής ανατολικότερα, συνδυαστικά με το περαιτέρω άνοιγμα της νατοϊκής ομπρέλας. Κινήσεις που ιστορικά για τους Ρώσους συνιστούν «υπαρξιακή απειλή».
Παρά τον πρωταγωνιστικό ρόλο που διαδραμάτισε πάντως τα τελευταία χρόνια η Ε.Ε. -έχοντας στο πλευρό της μια «άλλη» Αμερική, αυτή των πολιτικών αντιπάλων του Τραμπ-, σήμερα, στο Ουκρανικό αρκείται στον ρόλο του «εγκλωβισμένου εταίρου» του Κιέβου. Ενός εταίρου που ηθικά οφείλει να συνεχίσει να στηρίζει την πολεμική προσπάθεια των Ουκρανών απέναντι στη ρωσική εισβολή, αλλά γνωρίζει πως ούτε οι πόροι (χρήματα και όπλα) είναι ανεξάντλητοι ούτε αυτός ο δρόμος της σύγκρουσης μπορεί να κρατήσει ακόμη για πολύ, γιατί οι συνέπειες και στην παγκόσμια οικονομία (εμπόριο, ενέργεια κ.λπ.) είναι τεράστιες. Η απουσία, λοιπόν, ευρωπαϊκής παρουσίας στη Σύνοδο αυτόματα κρατά τις Βρυξέλλες σε ρόλο κομπάρσου και αποκαλύπτει πως οι μεγάλοι της παίκτες, Γερμανία και Γαλλία κυρίως, δεν μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις. Συνολικά, δε, όλη αυτή η κατάσταση καταδεικνύει πως η Ευρώπη είναι πλέον ένας γίγαντας που, παρά την -όποια- οικονομική της ισχύ, έχει επιλέξει να απολέσει τη γεωπολιτική της δύναμη, ούσα πια ανίκανη να επιλύει από μόνη της κρίσεις, αλλά και να αντιμετωπίζει τις κινήσεις των μεγάλων δυνάμεων στα ανατολικά της «πλευρά».
Οσο για τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι; Δεν θυμίζει πια σε τίποτα τον άνθρωπο που κάποτε, με ευρωπαϊκές πλάτες, λοιδορούσε τον Πούτιν και κυρίως δεν έχει πλέον τη λάμψη του «ήρωα προέδρου» με τη στρατιωτική στολή – ένα προφίλ που φιλοτέχνησαν συστηματικά, ειδικά στις αρχές του πολέμου, τα φιλοδυτικά ΜΜΕ για να ταΐσουν το «συλλογικό αφήγημα». Η απουσία-αποκλεισμός του θύματος της κρίσης από το τραπέζι του διαλόγου ουσιαστικά υπογραμμίζει την απόλυτη εξάρτηση της Ουκρανίας από τις αποφάσεις των μεγάλων δυνάμεων, ενώ οι δηλώσεις στήριξης της ευρωπαϊκής πλευράς θυμίζουν περισσότερο ευχολόγια και φιλικά χτυπήματα στην πλάτη παρά κάτι περισσότερο.
Συνολικά, λοιπόν, θα μπορούσε να πει κάποιος πως η Σύνοδος της Αλάσκας, αν και δεν έφερε την ειρήνη, εδραίωσε τον Πούτιν ως έναν κυρίαρχο παίκτη, ικανό να εκμεταλλεύεται τη γεωγραφική θέση της χώρας του και να την κατανοεί μέσα στον χρόνο και στην Ιστορία για να ενισχύσει τη θέση της Ρωσίας. Συνομιλητής του όμως είναι κυρίως ο Τραμπ, ένας άνθρωπος που μπορεί να μην αντιλαμβάνεται το ειδικό βάρος της ευρωπαϊκής Ιστορίας και του ρόλου που αυτή έχει στα πράγματα, αλλά γνωρίζει το πώς να δρα «διά της ισχύος». Και το πιο σημαντικό; Να αναζητά ευκαιρίες για deals μέσα στις κρίσεις. Κάπου εκεί ανάμεσα, λοιπόν, καλούνται να αναζητήσουν «ζωτικό χώρο» οι Ευρωπαίοι εταίροι, όπως και ο Ζελένσκι, που όμως βλέπουν τα περιθώρια ελιγμών τους να στενεύουν.